Δεκαπενταύγουστος: Το μήνυμα του Οικουμενικού Πατριάρχη από τη Θεία Λειτουργία στην Παναγία Σουμελά
Ερχόμαστε ως πρέσβεις και άγγελοι ειρήνης και αλληλεγγύης🕛 χρόνος ανάγνωσης: 11 λεπτά ┋
Στην Ιερά Πατριαρχική και Σταυροπηγιακή Μονή Παναγίας Σουμελά, στον Πόντο τελέστηκε, ανήμερα τον Δεκαπενταύγουστο, πανηγυρική Θεία Λειτουργία από τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο. Συλλειτούργησαν οι Μητροπολίτες Γέρων Χαλκηδόνος Εμμανουήλ και Φιλαδελφείας Μελίτων.
Στο κήρυγμά του ο Προκαθήμενος της Ορθοδοξίας τόνισε:
«Θαυμάζοντες τα μεγαλεία της σημερινής Θεομητορικής εορτής, ο ιερός υμνογράφος της Εκκλησίας αναφωνεί "Νενίκηνται της φύσεως οι όροι εν σοι, Παρθένε άχραντε". Πράγματι, "τάφος και νέκρωσις ουκ εκράτησε" το πανάχραντον και ζωαρχικόν της Θεοτόκου σκήνος, διό και ήδη ευρίσκεται εις τους ουρανούς, προτυπούν την κοινήν ανάστασιν πάντων των ανθρώπων και εκπληρούν την προφητείαν του προφητάνακτος Δαβίδ "παρέστη η βασίλισσα εκ δεξιών σου εν ιματισμώ διαχρύσω περιβεβλημένη, πεποικιλμένη". Θαυμάζοντες τα μεγαλεία της Θεομήτορος, συνήλθομεν και ημείς όπως τότε οι θεοφόροι και θεοκήρυκες Απόστολοι, εις το παλαίφατον αυτής κατοικητήριον τούτο, την Ιεράν Πατριαρχικήν και Σταυροπηγιακήν Μονήν Παναγίας Σουμελιωτίσσης, διά να προσκυνήσωμεν "το θεοδόχον και ακραιφνέστατον σώμα" αυτής. Ανήλθομεν εις το όρος Μελά, το όρος της Παναγίας, εκπληρούντες, μετά των απανταχού Ποντίων, την καρδιακήν ημών υπόσχεσιν, όπως πανηγυρίζωμεν Αυτήν κατ' έτος εις τον ιερόν τούτον βράχον, εις το στενόν και εν ταυτώ ευρύχωρον παλάτιον αυτής, αδοντες και ψάλλοντες "την σην δοξάζουσι Κοίμησιν, Εξουσίαι Θρόνοι, Αρχαί Κυριότητες, Δυνάμεις και Χερουβίμ και τα φρικτά Σεραφείμ", διακόπτοντες ούτω την υμνολογικήν και λατρευτικήν σιωπήν του παρελθόντος ενιαυτού. Και ιδού, παρά την δοκιμασίαν της πανδημίας και τους εξ αυτής επιβληθέντας εκασταχού περιορισμούς, η Παναγία υποδέχεται σήμερον, "πεποικιλμένη τη θεία δόξη", τους ευλαβείς προσκυνητάς εξ Ελλάδος και Κύπρου, Ρωσίας και Γεωργίας, Ρουμανίας και Τουρκίας, Ουκρανίας και των Παραδουναβίων Χωρών και εκ των περάτων της γης, Ποντίους και φιλοποντίους. Υποδέχεται ημάς, επισκιάζουσα πάντας "τη φωτοφόρω και θεία αυτής χάριτι", ομού μετά των κτητόρων της Ιεράς ταύτης Μονής, των ιερομονάχων Σωφρονίου και Βαρνάβα, και των μακαρίων προαπελθόντων μοναχών και ευλαβών χριστιανών Ποντίων εκ Τραπεζούντος και Κερασούντος, Σαμψούντος και Σινώπης, Ματζούκης και εκ του γειτνιάζοντος Περιστερεώτα και του Βαζελώνος. Μας υποδέχεται η Κυρία των Αγγέλων ομού μετά των Ποντίων Αγίων: Ευγενίου του Τραπεζουντίου, Φωκά επισκόπου Σινώπης, Βλασίου Επισκόπου Σεβαστείας, Αθανασίου του Αθωνίτου, γεννημένου και ανατεθραμμένου εις την Τραπεζούντα, Ελένης της παρθενομάρτυρος, Δαβίδ του Κομνηνού, Παρασκευά του νεομάρτυρος, των Αγίων Τεσσαράκοντα μαρτύρων των εν τη λίμνη Σεβαστεία μαρτυρησάντων και των επί της ταπεινής ημών Πατριαρχείας αγιοκαταταχθέντων Αγίων, Γεωργίου του Καρσλίδη και Σοφίας της διά Χριστόν σαλής. Μας υποδέχεται σήμερον η Θεοτόκος εις ευωχίαν πνευματικήν, ενούσα την γην μετά του ουρανού, διά να ακούση τον ευσεβή αυτής λαόν να τραγουδά εν σκιρτώση καρδία: Η Παναία λειτουργά, τα σήμαντρα χτυπούνε, βροντούνε τας καμπάνας, τ' ορμάνια αντιδονούνε, σου κοσπιδί καλόερος, σην Λιβεράν τσοπάνος, σην Παναΐαν Σουμελάν, ψάλτες και τραγωδιάνος.
Σκιρτούν σήμερον εκ της χαράς και αι ψυχαί των μακαρίων και αοιδίμων Κομνηνών, Ιωάννου του Β´, Αλεξίου του Β´ και ομωνύμου αυτού Αλεξίου του Γ´, Βασιλείου του Α´ και Μανουήλ του Γ´, ομού μετά των αγγέλων και αρχαγγέλων, των οσίων και μαρτύρων της πίστεως, των ιεραρχών και πάντων των δικαίων, οίτινες αγάλλονται συμπροσευχόμεναι διά την δόξαν της Θεομήτορος. Νοερώς συμπαρίστανται και αι ψυχαί των Οθωμανών Σουλτάνων, οι οποίοι κατά καιρούς ευηργέτησαν την Ιεράν ταύτην Μονήν, μεταξύ των οποίων ο Βαγιαζήτ ο Β´, ο Σελήμ ο Α´, ο Μουράτ ο Γ´, ο Ιμπραήμ ο Α´, ο Μεχμέτ ο Δ´, ο Σουλεϊμάν ο Β', ο Μουσταφά ο Β´ και ο Αχμέτ ο Γ´. Ούτοι, επειδή ήσαν αφοσιωμένοι εις το Κοράνιον, το οποίον αναγνωρίζει και τιμά την Παναγίαν ως Προφήτιδα, ηγάπησαν και υπεστήριξαν, ενίσχυσαν και ετίμησαν ποικιλοτρόπως την Ιεράν Μονήν και τους μοναχούς αυτής, ανανεούντες προνόμια και θέσμια υπέρ αυτής και των εν αυτή ενασκουμένων πατέρων».
Εν συνεχεία, έκανε αναφορά στην τουρκική κυβέρνηση η οποία «ακολουθεί το φιλειρηνικόν και ενωτικόν παράδειγμα των προμνημονευθέντων σουλτάνων της Οθωμανικής περιόδου», γι' αυτό και προέβη στη ριζική ανακαίνιση και στερέωση «του σκηνώματος τούτου» και «ημείς ελάβομεν την ευγενή άδειαν εξ αυτής και, κατόπιν συνεργασίας μετά των εντίμων τοπικών αρχών, εορτάζομεν την πάνσεπτόν Κοίμησιν της Παναγίας εις το ιστορικόν αυτής Μοναστήριον».
Επ' αυτού, χαρακτηριστικά ανέφερε: «Εκφράζομεν ευγμωνοσύνην και ευχαριστίαν εις την τουρκικήν κυβέρνησιν διά την φιλόφρονα συμπαράστασιν και κατανόησιν να τελέσωμεν εδώ, εις το παλαίφατον προπύργιον της Υπεραγίας Θεοτόκου, την Θείαν Λειτουργίαν, διαβεβαιούμεθα δε και τους άρχοντας και τον επιτόπιον πληθυσμόν ότι παριστάμεθα σήμερον εν μέσω αυτών, ως πρέσβεις και άγγελοι ειρήνης και αλληλεγγύης, πλήρεις αισθημάτων αγάπης και φιλίας».
Ακολούθως, ο Παναγιώτατος υπογράμμισε, μεταξύ άλλων, ότι «Ο θάνατος της Παναγίας δεν ηκολούθησε τους όρους της φύσεως και την φθοράν των ανθρωπίνων πραγμάτων. Η Παναγία διά της Κοιμήσεώς της "μετέστη προς την ζωήν" ως "μήτηρ υπάρχουσα της ζωής", νικώσα τους όρους της φύσεως. Διό και δεν προσήλθομεν ενταύθα διά να κηδεύσωμεν, ουτέ διά να κλαύσωμεν και να θρηνήσωμεν διά την απώλειαν της Μητρός όλων των χριστιανών, αλλά διά να τιμήσωμεν αυτήν και να επιβεβαιώσωμεν το θαύμα‧ να προσκυνήσωμεν την θεομητορικήν χάριν με πολλήν ευλάβειαν και πίστιν. Και παραλλήλως, να μνημονεύσωμεν τους πατέρας ημών προ του ξεριζωμού και να καμαρώσωμεν τις ομορφιές του Πόντου, τα πανύψηλα βουνά, τα γραφικά χωρία, τα λυγερόκορμα δένδρα, την πυκνήν βλάστησιν, τους ηπίους γκρεμούς, τις κατάφυτες ρεματιές, τα ειρηνικά ρυάκια και τα απομεινάρια των παλαιών ρωμαίικων σπιτιών και σχολείων, Εκκλησιών και κοιμητηρίων.
Περαίνοντες τον λόγον, απευθυνόμεθα προς τους απανταχού Ποντίους, τους παρόντας και τους απόντας, πέμποντες χαιρετίσματα από τον ιερόν τόπον της Παναγίας μας "τεμέτερον η Παναΐαν η τρανέσσαν", και κομίζοντες την Πατριαρχικήν ημών ευλογίαν προς πάντας υμάς.
Έτη πολλά, αδελφοί και τέκνα εν Κυρίω και λοιποί παριστάμενοι φίλοι. 'Αξιον το προσκύνημά σας εις την Παναγίαν του Πόντου και είθε ο Θεός των πατέρων ημών να μας αξιώση και του χρόνου να εορτάσωμεν την "Παναΐαν" μας, εις τον ευλογημένον τούτον τόπον του Γένους, εις την ιστορικήν αυτήν Πατριαρχικήν και Σταυροπηγιακήν Μονήν Σουμελά, επιστρέφοντες διά να ανάψωμεν την λαμπάδα της πίστεως και να προσκυνήσωμεν τα ιερά και αγιασμένα χώματα του Πόντου. Αμήν».
Η πρώτη Πατριαρχική Θεία Λειτουργία από το 2015 στο σύμβολο του ποντιακού ελληνισμού
Στην καρδιά του ποντιακού Ελληνισμού, την Παναγία Σουμελά στην Τραπεζούντα, βρέθηκε το OPEN ανήμερα τον Δεκαπενταύγουστο.
Στο σύμβολο του ποντιακού ελληνισμού τελείται φέτος για πρώτη φορά από το 2015 Πατριαρχική Θεία Λειτουργία, χοροστατούντος του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου.
Παναγία Σουμελά - Το σύμβολο του ποντιακού ελληνισμού
Η Παναγία Σουμελά, σύμφωνα με την παράδοση, ιδρύθηκε στην πλαγιά του όρους Μελά τον 4ο αιώνα (386 μ.Χ.) από τους Αθηναίους μοναχούς Βαρνάβα και Σωφρόνιο για να στεγαστεί εκεί η θαυματουργός εικόνα της Παναγίας, φιλοτεχνηθείσα από τον Ευαγγελιστή Λουκά. Βρέθηκε στο απόγειο της δόξας της την περίοδο της αυτοκρατορίας των Μεγάλων Κομνηνών της Τραπεζούντας (1204-1461).
Το 1922 με την ανταλλαγή των πληθυσμών το μοναστήρι εγκαταλείφθηκε από τους μοναχούς, λεηλατήθηκε και παραδόθηκε στη φθορά του χρόνου. Οι μοναχοί πριν από την αναγκαστική έξοδο το 1923 έκρυψαν μέσα στο παρεκκλήσι της Αγίας Bαρβάρας τη θαυματουργή εικόνα, το Ευαγγέλιο του Οσίου Χριστοφόρου και τον σταυρό του Εμμανουήλ Κομνηνού.
Το προσκύνημα στην Παναγία Σουμελά είναι ο κορυφαίος πνευματικός θεσμός, με μια ιστορία που σεβάστηκαν ακόμη και οι Οθωμανοί σουλτάνοι. Οπως λέει και ο ιστορικός του Πόντου, ο Περικλής Τριανταφυλλίδης, όπου υπήρχαν μοναστήρια στον Πόντο εκεί ο Ελληνισμός διατηρήθηκε ζωντανός, ζωηρός και ακμαίος, ενώ όπου δεν υπήρχαν ο τόπος ριζοτομήθηκε από το Ισλάμ.
O ξεριζωμός
Στις 19 Μαΐου 1919, με την απόβαση του Μουσταφά Κεμάλ στη Σαμψούντα, αργότερα γνωστού ως Ατατούρκ, άρχισε η δεύτερη και σκληρότερη φάση της Ποντιακής Γενοκτονίας. Οι ξεριζωθέντες εγκατέλειψαν την πατρώα γη και όλα τα υπάρχοντά τους, φτάνοντας στην Ελλάδα. Πήραν μαζί τους ιερά κειμήλια και λίγο χώμα από τη γη του Πόντου, αλλά άφησαν πίσω τους χιλιάδες νεκρούς και το μοναστήρι, την προστάτιδα και παρηγορήτριά τους, την Παναγία Σουμελά.
Λίγα χρόνια μετά, ο μητροπολίτης Δράμας Λαυρέντιος έχτισε ένα μικρό εκκλησάκι και τοποθέτησε μέσα σ’ αυτό ένα αντίγραφο της εικόνας, που το ονόμασε Νέα Σουμελά και εκεί εγκαταβίωσαν δυο εκ των τελευταίων μοναχών της μονής, ο ηγούμενος Ανθιμος Μασμανίδης και ο ιερομόναχος Πολύκαρπος Αδάκτυλος. Το 1931, με πρωτοβουλία του μητροπολίτη Ξάνθης Πολύκαρπου Ψωμιάδη, ο οποίος πολιτικά ανήκε στη βενιζελική παράταξη, ζητήθηκε από τον πρωθυπουργό της Ελλάδας, Ελευθέριο Βενιζέλο, να ενεργήσει για τη μεταφορά της εικόνας της Παναγίας Σουμελά στην Ελλάδα. Με δικές του λοιπόν ενέργειες και στο πλαίσιο της προωθούμενης τότε ελληνοτουρκικής φιλίας ο Τούρκος πρωθυπουργός Ισμέτ Ινονού επισκέφτηκε την Αθήνα, δέχτηκε μια αντιπροσωπεία να πάει στον Πόντο και να παραλάβει τα σύμβολα της Ορθοδοξίας και του Ελληνισμού.
Σε ένα από τα επίσημα δείπνα που παρέθεσε η ελληνική πλευρά, ο Βενιζέλος έβαλε τον τότε συνεργάτη του υπουργό Προνοίας και Βορείου Ελλάδος μετέπειτα, Λεωνίδα Ιασωνίδη, και προσφώνησε τον Τούρκο προσκεκλημένο «τουρκιστί». Εντυπωσιάστηκε τόσο πολύ από τα τουρκικά του Ιασωνίδη ο Ινονού και τον ρώτησε πώς γνωρίζει την τουρκική και τότε πληροφορήθηκε ότι ήταν απόφοιτος του πανεπιστημίου της Κωνσταντινουπόλεως και υπότροφος του τουρκικού κράτους, κατ’ αρχάς στο Παρίσι. Μετά τη συγκατάθεση του Ινονού επιστρατεύθηκε ο εκ των επιζώντων ιερομονάχων της μονής, ο Αμβρόσιος Σουμελιώτης, ο οποίος τον Οκτώβριο του 1931 πήγε στον Πόντο, πραγματοποίησε την ανασκαφή, βρήκε την εικόνα και τα άλλα δύο κειμήλια και τα έφερε στην Αθήνα. Ο τότε μητροπολίτης Τραπεζούντας Χρύσανθος, εκπρόσωπος του Οικουμενικού Πατριαρχείου στην Εκκλησία της Ελλάδος, τα τοποθέτησε στο Βυζαντινό Μουσείο, όπου έμειναν για 20 χρόνια, από το ’31 έως το ’51.
Ο ιατρός Φίλων Κτενίδης συνέλαβε την ιδέα της ανιστόρησης της Παναγίας Σουμελά, συνήγειρε όλο τον ποντιακό κόσμο και επιλέχθηκε το Βέρμιο ως η καταλληλότερη τοποθεσία, γιατί ομοίαζε κάπως με το τοπίο του Πόντου γενικότερα, αλλά και επειδή ήταν πάνω στον δρόμο που τότε συνέδεε τη Μακεδονία με την Αθήνα.
Έτσι λοιπόν ανιστορήθηκε το Προσκύνημα της Παναγίας Σουμελά στο χωριό Καστανιά του όρους Βερμίου, σε μια έκταση 500 στρεμμάτων που δώρισαν οι κάτοικοι που κατάγονται από τη Σάντα του Πόντου, όπου εκεί οι Πόντιοι κατέθεσαν όλη τους την ευλάβεια για την Παναγία, αλλά και ήταν ένας τόπος που θεραπευόταν η νοσταλγία για τους τόπους που έχασαν.
Χρήστος Ζερεφός: Ζούμε την κλιματική κρίση - Να μη φτάσουμε στο απροχώρητο, δεν θα έχει γυρισμό
Στα χέρια των Ταλιμπάν το Αφγανιστάν: Καταλαμβάνουν την Καμπούλ - Εκκενώνεται η πρεσβεία των ΗΠΑ
Μάνη: Σπηλαιολόγοι πήραν την πολιτική προστασία στα χέρια τους
Φωτιές: Πιλότος - θρύλος της Ρωσίας ο κυβερνήτης του Beriev-200 που συνετρίβη στην Τουρκία
Η βία των γυναικών μια επιδημία που δεν τελειώνει: Πάνω από 16.000 έπεσαν θύματα το 2024 - Θύτες οι σύζυγοι
Υπουργείο Δικαιοσύνης: Μπαίνει φρένο στις πρόωρες αποφυλακίσεις - Τα θύματα θα μπορούν να καταθέτουν ενστάσεις
Νέα κρίση προ των πυλών στη Γαλλία: Η Λεπέν απειλεί να ρίξει τη κυβέρνηση για τον προϋπολογισμό
Βέφα Αλεξιάδου: Η «εθνική μαγείρισσα» που έβαλε την Ελλάδα στο παγκόσμιο τραπέζι, ένα φωτεινό παράδειγμα ζωής
Live όλες οι εξελίξεις λεπτό προς λεπτό, με την υπογραφή του www.ethnos.gr