Ο πόλεμος ως (πολιτικό) καταφύγιο του Μπένιαμιν Νετανιάχου
Ο ισραηλινός πρωθυπουργός αντιμετωπίζει ποινικές διώξεις για απάτη, δωροδοκία και κατάχρηση εμπιστοσύνης. Γνωρίζει πως, το πολιτικό του τέλος θα ανοίξει την «πόρτα» στην πιθανή φυλάκισή του🕛 χρόνος ανάγνωσης: 6 λεπτά ┋

Από τον Μάρτιο του 2025, μετά από σχεδόν δύο μήνες εκεχειρίας, το Ισραήλ επανεκκίνησε τη στρατιωτική του επιχείρηση στη Λωρίδα της Γάζας. Οι περισσότεροι αναλυτές δεν εξεπλάγησαν με την απόφαση αυτή της ακροδεξιάς κυβέρνησης του Μπένιαμιν Νετανιάχου. Από το 2023, όταν ξεκίνησε την χερσαία εισβολή του στον πολιορκημένο θύλακα, ο Μπέντζαμιν Νετανιάχου κινήθηκε βάσει δύο επιμέρους στόχων: την εργαλειοποίηση του πολέμου ως μέσο διατήρησης της εξουσίας, και τη ριζική αναμόρφωση της Γάζας στη βάση της εθνικιστικής του ιδεολογίας.
Όσον αφορά το εσωτερικό του ακροατήριο, ο ισραηλινός πρωθυπουργός, δεν είναι αντιμέτωπος μόνο με την πολιτική αμφισβήτηση. Αντιμετωπίζει ποινικές διώξεις για διαφθορά — για απάτη, δωροδοκία και κατάχρηση εμπιστοσύνης — και γνωρίζει πως το πολιτικό του τέλος θα σημαίνει και την πιθανή φυλάκισή του. Σε αυτό το πλαίσιο, ο πόλεμος κατά των παλαιστίνιων δεν είναι μόνο μία «αντίδραση στην τρομοκρατία», αλλά και «διαβατήριο» για την προσωπική του επιβίωση.
Ο μακροβιότερος πρωθυπουργός στην ιστορία του Ισραήλ, έχει οικοδομήσει την καριέρα του πάνω σε έναν θανάσιμο συνδυασμό ακροδεξιάς ιδεολογίας, στρατιωτικής επιθετικότητας, και μανιώδους εμμονής με την πολιτική εξουσία. Το 2025, εν μέσω δικαστικών διώξεων, διεθνούς κατακραυγής, και μιας φρικαλέας στρατιωτικής επίθεσης στη Γάζα, ο Νετανιάχου κατάφερε – για ακόμη μια φορά – να επιβιώσει πολιτικά. Το ερώτημα όμως παραμένει: με ποιο τίμημα;
«Οι άραβες σπεύδουν να ψηφίσουν - Βγείτε να τους σταματήσετε»
Γεννημένος στην Ιερουσαλήμ το 1949, λίγους μήνες μετά την ίδρυση του κράτους του Ισραήλ, ο Νετανιάχου μεγάλωσε σε μια οικογένεια με έντονο ιδεολογικό πρόσημο. Ο πατέρας του, Μπεν-Τζιον Νετανιάχου, ιστορικός και φανατικός εθνικιστής, υπήρξε ένθερμος υποστηρικτής του Ζεέβ Ζαμποτίνσκι, ιδρυτή του ρεβιζιονιστικού σιωνισμού – ενός κινήματος που πρέσβευε την άρνηση οποιασδήποτε παλαιστινιακής κυριαρχίας στα ιστορικά εδάφη της Παλαιστίνης.
Από νεαρή ηλικία, ο Νετανιάχου διδάχθηκε ότι ο συμβιβασμός είναι αδυναμία και πως ολόκληρη η Γη του Ισραήλ (Eretz Yisrael) – από τη Μεσόγειο ως τον Ιορδάνη – ανήκει αποκλειστικά στο εβραϊκό κράτος. Ανέλαβε την πρωθυπουργία του Ισραήλ για πρώτη φορά το 1996. Έκτοτε, έχει θητεύσει σε όλες σχεδόν τις κρίσιμες στιγμές της ισραηλινής πολιτικής. Αντιτάχθηκε στη Συμφωνία του Όσλο, συνέβαλε στην απονομιμοποίηση του Γιτζάκ Ράμπιν, και καλλιέργησε σταθερά τη ρητορική δαιμονοποίησης των παλαιστίνιων αλλά και των αραβικής καταγωγής ισραηλινών πολιτών.
«Οι άραβες σπεύδουν να ψηφίσουν. Βγείτε να τους σταματήσετε», έγραφε χαρακτηριστικά η σελίδα του στο Facebook, την ημέρα των εκλογών το 2015 – ανάρτηση για την οποία αναγκάστηκε να ζητήσει «συγγνώμη», μετά τη διεθνή κατακραυγή. Από την αρχή της πολιτικής καριέρας του, η πορεία του ήταν συνυφασμένη με την υπονόμευση των φιλελεύθερων θεσμών: προσπάθησε να ελέγξει το Ανώτατο Δικαστήριο, να καταργήσει την ανεξαρτησία των ελεγκτικών αρχών, και να φιμώσει τα ΜΜΕ, ειδικά όσα ασκούσαν κριτική στην κυβέρνησή του. Αυτή η προσπάθεια κορυφώθηκε με τη λεγόμενη «δικαστική αναδιάρθρωση» που ξεκίνησε το 2023 και επιδίωκε την κατάλυση του ελέγχου και της ισορροπίας ανάμεσα στις εξουσίες.
«Δικαστές, δημοσιογράφοι και αριστεροί γραφειοκράτες»
«Το κράτος του Ισραήλ δεν θα κλονιστεί από μερικούς φιλελεύθερους δικαστές», δήλωνε ο ίδιος το 2020, προοικονομώντας τις προσπάθειες της κυβέρνησής του για αποδυνάμωση του θεσμού της Δικαιοσύνης. Από τότε, ο Νετανιάχου βρίσκεται αντιμέτωπος με τρεις μεγάλες υποθέσεις διαφθοράς. Ο ίδιος, κατά την εξέλιξη της δίκης, επέλεξε την τακτική της χρονικής καθυστέρησης και την επίθεση στο νομικό σύστημα της χώρας. Κατήγγειλε μια υποτιθέμενη συμμαχία «δικαστών, δημοσιογράφων και αριστερών γραφειοκρατών» που θέλει να τον ανατρέψει. Με την επανέναρξη του πολέμου, το 2025, η δίκη του πήρε εκ νέου αναβολή. Ο ίδιος ζήτησε μείωση των ημερών καταθέσεων, επικαλούμενος «εθνική ανάγκη». Ισραηλινοί νομικοί επισημαίνουν ότι, η κατάθεση Νετανιάχου ίσως εκκρεμεί έως και το 2026. Για τον ισραηλινό πρωθυπουργό, ο χρόνος είναι το μεγαλύτερο «ατού», αφού εξασφαλίζει την πολιτική του επιβίωση.
Η επιστροφή του Νετανιάχου στην εξουσία, το 2022, ξεκίνησε με μία θεσμική «αντεπανάσταση»: τα πρώτα δείγματα γραφής της νέας κυβέρνησης ήταν το νομοσχέδιο που περιόριζε τις εξουσίες του Ανωτάτου Δικαστηρίου, οι αποπομπές ανώτατων αξιωματούχων, οι οποίοι αντικαθίσταντο από πιστά, κομματικά στελέχη. Στις αρχές του 2025, αποπέμφθηκε ο αρχηγός της Σιν Μπετ ( ισραηλινές υπηρεσίες εσωτερικής ασφαλείας). Ο ισραηλινός πρωθυπουργός το ίδιο διάστημα ανακοίνωσε την πρόθεσή του να απολύσει τη Γενική Εισαγγελέα. Και οι δύο αξιωματούχοι είχαν διοριστεί από την προηγούμενη, μετριοπαθέστερη κυβέρνηση του κεντρώου Γιαΐρ Λαπίντ. Παράλληλα, προωθείται νομοσχέδιο που θα καταστήσει δυσκολότερη την ψήφο για τους παλαιστίνιους πολίτες του Ισραήλ. Η εκλογική απομόνωση των αραβικών πληθυσμών θεωρείται κρίσιμη για τη διατήρηση της ακροδεξιάς πλειοψηφίας.
Οι ακροδεξιοί σύμμαχοι
«Αν καταργηθούν τα σύνορα της Γάζας, η επόμενη στάση είναι η Άκρα», δήλωνε το 2024 ο υπουργός εσωτερικής ασφάλειας, Ιταμάρ Μπεν-Γκβιρ και αυτό, για τον Νετανιάχου, φαίνεται να είναι, όχι απλώς μία ρητορική υπερβολή, αλλά η πολιτική αφετηρία του. Δεν είναι λίγοι οι διεθνείς αναλυτές που χαρακτηρίζουν τη σημερινή κυβέρνηση, την «πιο ακροδεξιά» στην ιστορία του Ισραήλ. Ο Μπεν-Γκβιρ και ο -υπουργός οικονομικών- Σμότριτς, εθνικιστές και υπέρμαχοι του εποικισμού, είναι οι κυβερνητικοί εταίροι του Λικούντ (κόμμα Νετανιάχου) και έχουν δηλώσει πως ο πόλεμος πρέπει να οδηγήσει σε μόνιμη ισραηλινή παρουσία στη Γάζα και την εκδίωξη του παλαιστινιακού πληθυσμού. Μάλιστα, ο τελευταίος έχει χαρακτηρίσει τη συμφωνία εκεχειρίας του Ιανουαρίου 2025 ως «προδοσία». Μόλις δύο μήνες μετά την εκεχειρία, η επιστροφή στον πόλεμο συνέπεσε με την επιστροφή του Μπεν-Γκβιρ στην κυβέρνηση.
Πίσω από τη μεγάλη εικόνα
Μετά τη φονική επίθεση της Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου 2023, η ισραηλινή κυβέρνηση εξαπέλυσε ανελέητη στρατιωτική εκστρατεία στη Γάζα. Παρά τις διεθνείς πιέσεις για κατάπαυση του πυρός, ο Νετανιάχου επέλεξε τη συνέχιση της σφαγής – όχι μόνο για λόγους «ασφαλείας» αλλά -κυρίως- για εσωτερικούς πολιτικούς λόγους. Πέραν της αναβολής των δικών που εκκρεμούν σε βάρος του προσωπικά, με την παράταση του πολέμου, συγκαλύπτονται οι ευθύνες για την αποτυχία των ισραηλινών μυστικών υπηρεσιών να προλάβουν τις επιθέσεις της 7ης Οκτωβρίου Η αιματοχυσία παρουσιάζεται ως «νίκη», ενώ το σχέδιο εποικισμού της Γάζας και η σταδιακή εθνοκάθαρση των παλαιστίνιων προχωρούν. Πίσω από τη μεγάλη εικόνα, όμως, το σχέδιο Νετανιάχου δεν είναι τίποτα άλλο από την ιδεολογική προσήλωση στο όραμα ενός εβραϊκού εθνικού κράτους χωρίς της παλαιστινιακή παρουσία -ακόμα και αν αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να φύγουν από τη μέση τα όποια δημοκρατικά «εμπόδια».
Δραματικές ώρες στη Λακωνία: Γυναίκα ανεβαίνει σε ταράτσα για να δώσει φαγητό στην εγκλωβισμένη μητέρα της
Κακοκαιρία Byron: Τι θα γίνει με τον μισθό όσων δεν μπόρεσαν να πάνε στη δουλειά τους
Πανικός στη αεροσκάφος: Φωτιά σε διάδρομο απογείωσης γέμισε με καπνούς Airbus A320 με 180 επιβαίνοντες
Mega deal στα σκαριά στον τομέα της ψυχαγωγίας: Η Netflix κοντά στην αγορά της Warner Bros!
Live όλες οι εξελίξεις λεπτό προς λεπτό, με την υπογραφή του www.ethnos.gr
δημοφιλές τώρα: 



