Αιμίλιος Χειλάκης στο ethnos.gr: «Η κουλτούρα του cancel καλλιεργεί ψευδή δικαιώματα»
Σε μια εποχή όπου τα social media αποφασίζουν ποιος «ακυρώνεται» και ποιος επιβιώνει, ο Αιμίλιος Χειλάκης μιλά για τη σκοτεινή πλευρά της ψηφιακής ηθικής, την ψευδαίσθηση δύναμης και τον κίνδυνο μιας κοινωνίας που μαθαίνει να αφαιρεί ζωές με ένα σχόλιο🕛 χρόνος ανάγνωσης: 12 λεπτά ┋

Στο «#Cancel» (πρωτότυπος τίτλος: Ulster American) του David Ireland, δύο λευκοί άνδρες από τον χώρο του θεάματος συζητούν χαλαρά μέσα σ' ένα θέατρο. Ο Τζέι (Αιμίλιος Χειλάκης), ένας χολιγουντιανός σταρ, και ο Λι (Θανάσης Κουρλαμπάς), ένας Βρετανός σκηνοθέτης, ετοιμάζονται να συνεργαστούν σ' ένα έργο της νεαρής συγγραφέως Ρουθ (Αθηνά Μαξίμου). Η συζήτησή τους, όμως, ξεφεύγει γρήγορα από τα όρια μιας αθώας επαγγελματικής κουβέντας. «Έχεις χρησιμοποιήσει ποτέ τη λέξη που αρχίζει από "ν";» ρωτά ο ηθοποιός. Και λίγο αργότερα, ωθώντας τα όρια της ηθικής, αναρωτιέται αν μπορεί να υπάρξει ποτέ «δικαιολογημένος» βιασμός.
Οι δύο άνδρες, προοδευτικοί μόνο κατ’ όνομα, εξακολουθούν να πιστεύουν ότι είναι διανοούμενοι, ενώ ταυτόχρονα αποδεικνύονται φορείς ενός βαθιά ριζωμένου μισογυνισμού. Ο Τζέι, που αυτοαποκαλείται φεμινιστής, αλλοιώνει τόσο συχνά την πολιτικά ορθή ορολογία ώστε θυμίζει μια σύγχρονη, ανδρική εκδοχή της Μις Μαλαπρόπ. Ο Λι, πιο υπόγειος, εμφανίζεται μετριοπαθής, αλλά είναι εξίσου συνένοχος. Όταν καταφθάνει η Ρουθ, οι λέξεις των δύο ανδρών επιστρέφουν εναντίον τους με ορμή και τους πληγώνουν.
Το κείμενο του David Ireland, γραμμένο το 2018, είναι μια μαύρη κωμωδία που σχολιάζει ευθέως την εποχή μετά το #MeToo. Αναδεικνύει την κατάχρηση εξουσίας στον καλλιτεχνικό χώρο, την εκρηκτική ισχύ των social media και της δημόσιας κατακραυγής, τις αντιφάσεις της «woke» κουλτούρας αλλά και την προσπάθεια ανάδειξης της φεμινιστικής φωνής, μέσα σ' ένα ανδροκρατούμενο σύστημα.
Την ημέρα που πήγα να δω το έργο, ήταν στη μεταμεσονύκτια παράσταση της Παρασκευής, εκείνη την ώρα που η πόλη ξυπνά διαφορετικά, που η Αθήνα πάλλεται από τη νυχτερινή της ενέργεια και οι δρόμοι λάμπουν σαν να ανασαίνουν φως. Μέσα σε αυτό το ηλεκτρισμένο τοπίο, η σκηνή του Θεάτρου Αθηνών έμενε ανοιχτή, σαν ένα μικρό καταφύγιο πολιτισμού, και μας καλούσε σε μια θεατρική απόδραση στην καρδιά της νύχτας.

Ο Αιμίλιος Χειλάκης ήρθε για πρώτη φορά σ' επαφή με αυτό το έργο «όταν είδε την παράσταση που είχε σκηνοθετήσει πάλι ο Μανώλης Δούνιας πριν από περίπου δύο χρόνια στο Θέατρο Αθηνά. Έπαιζαν τότε ο Ορέστης Τζόρβας, ο Κώστας Νικούλι και η Γιούλη Τσαγκαράκη. Οι τρεις ηθοποιοί ήταν πραγματικά υπέροχοι και θυμάμαι να λέω στον Μανώλη πως αυτό το έργο πρέπει οπωσδήποτε να μπει στη "φαρέτρα" μας». Μιλώντας για τη σχέση τους, υπογραμμίζει ότι ο κ. Δούνιας δεν είναι απλώς ένας σκηνοθέτης με τον οποίο συνεργάζεται, αλλά «ο πιο στενός συνεργάτης της Αθηνάς και δικός μου. Ο άνθρωπος με τον οποίο έχουμε κάνει όλες τις τελευταίες μας παραστάσεις», από το αρχαίο δράμα μέχρι τον Μολιέρο και τον Σαίξπηρ.
Όταν τον ρώτησα ποιες ήταν οι πρώτες του σκέψεις απέναντι στο έργο, απάντησε πως είναι «ακριβώς οι ίδιες που θα γεννηθούν σε οποιονδήποτε το δει. Πρόκειται για μια σύγχρονη δραματουργία που μιλάει για κάτι απόλυτα επίκαιρο, που συμβαίνει αυτή τη στιγμή. Ακόμη και ο νεολογισμός "cancel", που έχει μπει πια στην ελληνική γλώσσα, περιγράφει μια πρακτική των social media όπου χαρακτήρες ακυρώνονται, σχεδόν "δολοφονούνται". Είναι ένα φαινόμενο που μας απασχολεί βαθιά. Δεν μιλάμε απλώς για σχόλια. Μιλάμε για προτροπές σε βία».
Πώς αντιλαμβάνεται ο ίδιος το φαινόμενο αυτό; Πρόκειται για εργαλείο δικαιοσύνης ή νέα μορφή λογοκρισίας; «Το αντιλαμβάνομαι όπως πραγματικά είναι. Μια ανάγκη να εκφράσεις τη γνώμη σου, το οποίο όμως από εργαλείο μετατρέπεται σε όπλο. Ενώ υπάρχει η δυνατότητα να μοιραστείς την άποψή σου πάνω σ' ένα σοβαρό ζήτημα, ξαφνικά αυτή η άποψη γίνεται η μόνη "σωστή", η μόνη "σεβαστή". Και όποιος δεν την αποδέχεται πρέπει ν' ακυρωθεί ως προσωπικότητα, ως επαγγελματίας, ως άνθρωπος. Να γίνει "cancel". Όμως το δικαίωμά μας να εκφραζόμαστε δεν είναι η μοναδική θέση που υπάρχει στον κόσμο. Το δικαίωμά μας αυτό συνεπάγεται και μια υποχρέωση. Να ακούμε τον άλλον, όπως ζητάμε να ακουστούμε κι εμείς, ακόμη κι αν διαφωνούμε».
«Δεν είναι τυχαίο που έχουμε τόσες γυναικοκτονίες»
Όταν η συζήτηση άνοιξε σε μια ευρύτερη αποτίμηση της εποχής μας, τόνισε ότι «ζούμε σε μια εποχή που έχει δημιουργήσει έναν φαύλο κύκλο. Δεν ακούμε πια τη γλώσσα των ποιητών, αλλά ακούμε κυρίως τη γλώσσα του θυμού. Και αυτό μπορεί να μας οδηγήσει σε πολύ σκοτεινά μονοπάτια. Ήδη βλέπουμε εστίες πολέμων δίπλα μας, βόρεια και νοτιοανατολικά. Αν δεν μάθουμε τώρα —έστω και αργά— ότι η διαφωνία δεν σημαίνει ακύρωση, τότε το κακό θα φτάσει στην πόρτα μας. Η απόλυτη ακύρωση είναι θάνατος. Και στα social media έχει δοθεί ξαφνικά η ψευδαίσθηση δύναμης να "αφαιρείς" ζωή. Δεν είναι τυχαίο που έχουμε τόσες γυναικοκτονίες. Έχει καλλιεργηθεί μια κουλτούρα όπου ορισμένοι πιστεύουν πως, ως "αρσενικά", έχουν απόλυτη δύναμη, γνώση, άποψη, και ότι το "θηλυκό" οφείλει να υπακούει. Κι αν δεν υπακούσει, θεωρούν ότι έχουν δικαίωμα να την εξοντώσουν, επειδή δεν θέλει πια να είναι μαζί τους ή επειδή τους απάτησε. Αυτό είναι μέρος της κουλτούρας του cancel. Της κουλτούρας της ακύρωσης. Της βαθιάς, επικίνδυνης ψευδαίσθησης πως έχουμε όλα τα δικαιώματα του κόσμου ως αρσενικά».
Η γραφή του David Ireland είναι κοφτερή, σχεδόν «σαρκαστικά επιθετική». Πίσω από την εικόνα μιας μοντέρνας γλώσσας γεμάτης hashtags, αναδύονται ερωτήματα για το ποιοι νομίζουμε ότι είμαστε, ποιοι προσποιούμαστε ότι είμαστε και ποιοι πραγματικά είμαστε! Το κείμενο δεν φιλοδοξεί να δώσει λύσεις, αντίθετα, ανοίγει συζητήσεις για την εύθραυστη φύση της αλήθειας, για τη σκληρότητα της δημόσιας κρίσης και για τον φόβο της έκθεσης. Ο συγγραφέας δημιουργεί ένα τολμηρό και αιχμηρό έργο που προκαλεί, ενώ ο Μανώλης Δούνιας το μεταφέρει στη σκηνή με μια παράσταση που εκτίθεται χωρίς φόβο, όπως ακριβώς κάνουν και οι ήρωές της.
«Τα σχόλια του κοινού είναι ακριβώς αυτά που περιμέναμε», λέει ο Αιμίλιος Χειλάκης. «Ο κόσμος αρχίζει να γελά, γιατί βλέπει επί σκηνής τρεις τύπους ανθρώπων που αναγνωρίζει. Λέει "ναι, φυσικά, υπάρχουν κι αυτοί". Κι ενώ αρχικά γελά με αυτή την υπερβολή, σιγά - σιγά αντιλαμβάνεται πως, με κάποιο τρόπο, είναι κι ο ίδιος μέρος αυτών των τριών τύπων. Μπορεί κι εσύ κάποια στιγμή να θεωρήσεις ότι έχεις καταφέρει κάτι στη ζωή σου και πως γι’ αυτό σου οφείλουν σεβασμό. Ή ότι κατέχεις τη γνώση και άρα πρέπει να σε σέβονται. Ή ότι έχεις δημιουργήσει κάτι σημαντικό και γι’ αυτό οφείλεται σεβασμός. Ξέρεις, όμως, ο σεβασμός δεν οφείλεται. Κερδίζεται. Και πρέπει κάθε μέρα να τον κερδίζουμε, γιατί κάθε μέρα θα συναντάμε ανθρώπους που μπορεί να μην συμφωνούν με όσα λέμε ή με όσα έχουμε κάνει».
Ο καθένας μας θέλει να πάρει ένα «Όσκαρ»
Ο Αιμίλιος Χειλάκης δίνει ζωή σ' έναν χαρακτήρα που ισορροπεί ανάμεσα στον διανοούμενο και τον άνθρωπο που κουβαλά τα τραύματά του, έναν καλλιτέχνη που φοβάται μήπως χάσει την ελευθερία του. Οι νευρικές του κινήσεις και το βλέμμα του – γεμάτο ένταση, αγωνία αλλά και χιούμορ – κάνουν τον ρόλο του να ταλαντεύεται ανάμεσα στο αίσθημα ενοχής και στην ανάγκη για αλήθεια. Με τη χαρακτηριστική του ακρίβεια, φωτίζει τη μάχη ενός καλλιτέχνη απέναντι στην κοινωνική υποκρισία. Είναι ταυτόχρονα δυναμικός και ευάλωτος, μέλος των Ανώνυμων Αλκοολικών, και ο μεγάλος του στόχος είναι να κάνει θέατρο στην Ευρώπη.
«Ο δικός μου ήρωας είναι, στην πραγματικότητα, το κρυφό όνειρο όλων μας» σχολιάζει. «Ο καθένας θα ήθελε, στο επάγγελμα ή στην ιδιότητά του, να πάρει το "Όσκαρ" του. Όλοι φανταζόμαστε ότι παίρνουμε την ανώτατη διάκριση στον τομέα μας. Είναι ένας κοινός, κρυφός πόθος. Αλλά τι σημαίνει αυτό στην πραγματικότητα; Η βράβευση είναι όμορφη και δικαιούσαι να τη χαρείς τη στιγμή που συμβαίνει. Μετά, όμως, συνεχίζεις... Το κύρος που σου προσφέρει η διάκριση είναι, κατά τη γνώμη μου, σχεδόν αστείο. Παίρνεις το βραβείο γιατί εκείνη τη στιγμή ήσουν ο καλύτερος στο είδος σου. Από εκεί και πέρα, το μόνο που έχεις να κάνεις είναι να συνεχίσεις να προσπαθείς, να εργάζεσαι για να κάνεις τα πράγματα καλύτερα. Δυστυχώς ή ευτυχώς, αντί να θέλουμε να είμαστε οι καλύτεροι δημοσιογράφοι, ηθοποιοί, συγγραφείς ή πολιτικοί για το κοινό καλό, συχνά θέλουμε να είμαστε οι καλύτεροι απλώς για να ικανοποιούμε τον εαυτό μας. Ενώ στην πραγματικότητα πρέπει να είμαστε οι καλύτεροι για εκείνους που υπηρετούμε, εσύ για την ενημέρωση, εγώ για την τέχνη, κάποιος άλλος για τη δημοκρατία. Οπότε, το να πανηγυρίζω επειδή πήρα ένα Όσκαρ σημαίνει ότι υπάρχει μέσα μου ένα κενό που ζητά επιβεβαίωση. Η ουσία βρίσκεται αλλού».

Όταν ρωτήθηκε αν είχε ποτέ σκεφτεί μια καριέρα στο εξωτερικό, απάντησε ότι ο τρόπος που τίθεται συνήθως η ερώτηση υπονοεί μια φαντασίωση. «Σημαίνει πως θέλεις να παίξεις σε μια αμερικανική ταινία, να πας στα Όσκαρ, να γίνεις διάσημος. Αλλά τι σημαίνει πραγματικά καριέρα στο εξωτερικό; Σημαίνει ότι πρέπει να δουλεύεις με συγκεκριμένους όρους, με συγκεκριμένους ανθρώπους, μέσα σ' ένα σύστημα με πολύ καλύτερες συνθήκες. Γιατί, ας μην κρυβόμαστε. Το σινεμά και η τηλεόραση στην Ελλάδα δεν μπορούν να έχουν ποτέ την καλλιτεχνική ή εμπορική αρτιότητα που έχουν οι μεγάλες παραγωγές του εξωτερικού. Αυτό το ξέρουμε. Κι έτσι, αντί να επιθυμούμε καλύτερες συνθήκες ζωής και εργασίας εδώ, καταλήγουμε να ονειρευόμαστε το… Όσκαρ. Και τότε γινόμαστε ακριβώς ο ήρωάς μου. Ο άνθρωπος που έχει πάρει το Όσκαρ, αλλά δεν το έχει πάρει μέσα του, γιατί δεν πάλεψε για το κοινωνικό σύνολο, απλώς θεωρεί ότι είναι ο καλύτερος στον κόσμο».
Τόνισε, επίσης, ότι η ανάγκη να είμαστε οι «καλύτεροι» είναι στην ουσία μια μορφή επαγγελματικής ανωριμότητας, την οποία πρέπει κανείς να υπερβεί για να ωριμάσει, ειδικά όταν η δουλειά του έχει επιπτώσεις στους άλλους. «Αυτή η ανάγκη "να είσαι ο καλύτερος" είναι στην ουσία μια μορφή επαγγελματικής εφηβείας. Κι αν θέλουμε να ωριμάσουμε πραγματικά, πρέπει να την ξεπεράσουμε γρήγορα. Γιατί η δουλειά μας έχει αντίκτυπο στους άλλους. Η κοινωνικότητα που εγώ θεωρώ απαραίτητη δεν συνάδει με φτηνές φιλοδοξίες για καριέρα στο εξωτερικό, μόνο και μόνο για να γίνεις ο επόμενος Αλ Πατσίνο. Αν κάποιος θέλει να κάνει καριέρα έξω, ας το κάνει για να υπηρετήσει το κοινό καλό μέσα από καλύτερες συνθήκες εργασίας. Όχι για να ικανοποιήσει τον ναρκισσισμό του».
Όταν η συζήτηση στράφηκε στο τι τον εμπνέει να παραμένει σε αυτό τον χώρο, ο ίδιος εξήγησε ότι «με κινεί η κοινωνική διάσταση της δουλειάς μας. Το να αφηγείσαι ιστορίες σημαίνει ότι βοηθάς τον θεατή να στραφεί προς τον εαυτό του, να αναρωτηθεί, ν' αμφισβητήσει. Και αυτή η διαδικασία κρύβει μια βαθιά ανάγκη επικοινωνίας. Την ανάγκη να πεις κάτι στον συνάνθρωπό σου επειδή θέλεις ο κόσμος να γίνει έστω λίγο καλύτερος. Στην ουσία, όλοι όσοι φτιάχνουμε τέχνη το κάνουμε επειδή, στο βάθος, ελπίζουμε πως θα συμβάλουμε σ' έναν καλύτερο κόσμο, ακόμα κι αν πολλές φορές μοιάζει μια σχεδόν ουτοπική φιλοδοξία. Παρ’ όλα αυτά, δεν πρέπει να σταματήσουμε να το επιδιώκουμε. Οφείλουμε, όπως θα έλεγε και ο Καζαντζάκης, να συνεχίζουμε να κουβαλάμε το βάρος του κόσμου στους ώμους μας».
Η δημοκρατία και το βιβλίο του Αλέξη Τσίπρα
Ο Αιμίλιος Χειλάκης βρέθηκε πρόσφατα στο επίκεντρο σχολίων, καθώς είναι ο αφηγητής της «Ιθάκης», του αυτοβιογραφικού βιβλίου του Αλέξη Τσίπρα. Παρότι ρωτήθηκε για την εμπειρία αυτή, δεν θέλησε να δώσει κάποια απάντηση ή να τοποθετηθεί δημόσια. Σε επόμενη ερώτηση, όπου του ζητήθηκε να σχολιάσει αν θεωρεί πως ζούμε σε μια εποχή όπου βάλλεται η δημοκρατία, περιορίστηκε ν' απαντήσει ότι «είναι ρητορικό το ερώτημά σου και, όπως καταλαβαίνεις, δεν θα σου απαντήσω».
Κλείνοντας την κουβέντα μας, όταν ρωτήθηκε τι εύχεται για το μέλλον, απάντησε: «Αν σου έλεγα "ειρήνη στον κόσμο", θ' ακουγόταν μάλλον αστείο. Αστείο, γιατί ξέρουμε πως η ειρήνη δεν βρίσκεται στα χέρια μας. Αυτό που μπορούμε να κάνουμε είναι να διαδίδουμε πόσο πολύτιμη είναι. Εσύ μέσα από την ενημέρωση, εγώ ανεβάζοντας έργα που μιλούν για τον πόλεμο ή που καταδεικνύουν πόσο χυδαίο είναι το ν' ακυρώνεις τον άλλον. Δεν μπορούμε ν' απαγορεύσουμε τον πόλεμο, αλλά μπορούμε να τον αποτρέπουμε μέσα από τη δουλειά μας, ενημερώνοντας, ευαισθητοποιώντας, φέρνοντας τον άνθρωπο μπροστά στην αλήθεια. Αυτή είναι η πραγματική δύναμή μας».
Ο αντίκτυπος της ομιλίας Τσίπρα σε ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, η απάντηση Φάμελλου για τα περί ιδιοτέλειας και ο υπερ-γουρλής Μαγειρίας που πήρε δώρο μια Ferrari
Από το Καστέλι μέχρι τον ΒΟΑΚ και το μετρό: Αποζημιώσεις εκατοντάδων εκατ. ευρώ απειλούν μέχρι και να διπλασιάσουν το κόστος των μεγάλων έργων
Κακοκαιρία Byron: «Βροχή» τα 112 όλη τη νύχτα - Πώς θα κινηθούν οι καταιγίδες τις επόμενες ώρες
Αμετακίνητοι οι αγρότες στα μπλόκα - Ποιες κινήσεις εξετάζει η κυβέρνηση
Live όλες οι εξελίξεις λεπτό προς λεπτό, με την υπογραφή του www.ethnos.gr




