Κώστας Γεωργουσόπουλος: Πέθανε ο συγγραφέας, μεταφραστής και κριτικός θεάτρου
Την είδηση του θανάτου του έκανε γνωστή ο αδελφός του, Βασίλης🕛 χρόνος ανάγνωσης: 6 λεπτά ┋
Πέθανε ο γνωστός συγγραφέας, μεταφραστής και κριτικός θεάτρου, Κώστας Γεωργουσόπουλος, σε ηλικία 87 ετών.
Την είδηση του θανάτου του έκανε γνωστή ο αδελφός του, Βασίλης, με ανάρτησή του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης: «Αδερφέ, συνάδελφε, φίλε, καλό Παράδεισο! Αδελφέ, εμείς τα αδέλφια σου, τα ανίψια σου, δεν θα σε ξεχάσουμε ποτέ. Άλλοι σε ξέχασαν: Το θέατρο, η Παιδεία, οι συνάδελφοι και οι μαθητές σου δεν θα σε ξεχάσουμε ποτέ! Εύα μου, κουράγιο…».
Τα δύσκολα χρόνια της Κατοχής
Ο Κώστας Γεωργουσόπουλος, ένας από τους κορυφαίους κριτικούς θεάτρου και πνευματικούς ανθρώπους της Ελλάδας, άφησε πίσω του μια πλούσια παρακαταθήκη στο χώρο του πολιτισμού. Η ζωή του ήταν γεμάτη δημιουργικότητα, αφοσίωση στις τέχνες και βαθιά αγάπη για τον ελληνικό πολιτισμό. Γεννήθηκε στη Λαμία το 1937. Η μητέρα του καταγόταν από την Αταλάντη, ο παππούς του από τον Δομοκό, και ο προπάππους του από την Υπάτη. Η παιδική του ηλικία δεν ήταν εύκολη. Τα δύσκολα χρόνια της Κατοχής και του Εμφυλίου σημάδεψαν τη ζωή του, καθώς η οικογένειά του βίωσε την οικονομική ανέχεια και τις κοινωνικές αναταραχές. Ο πατέρας του, Χρήστος, φιλόλογος στο επάγγελμα, υπήρξε εξόριστος εκείνη την εποχή και στη συνέχεια κρυβόταν στην Αθήνα, παραδίδοντας ιδιαίτερα μαθήματα για να συντηρήσει την οικογένεια.
Ο μικρός Κώστας αντιμετώπισε από νωρίς τη σκληρή πραγματικότητα. Το σχολείο του είχε επιταχθεί και είχε μετατραπεί σε χώρο αποθήκευσης οστών, μια εικόνα που τον συγκλόνισε βαθιά. Ωστόσο, με την υποστήριξη της μητέρας του, φοίτησε στη Σχολή Παπαρούπα, το μοναδικό ιδιωτικό σχολείο της Λαμίας, θέτοντας τις βάσεις για την πνευματική του εξέλιξη. Η αγάπη του για τη γνώση τον οδήγησε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, όπου σπούδασε Ιστορία και Αρχαιολογία. Παράλληλα, ακολούθησε τη Δραματική Σχολή του Ωδείου Αθηνών, έχοντας δασκάλους όπως ο Δημήτρης Ροντήρης και ο Γιάννης Σιδέρης. Αυτή η διττή εκπαίδευση, συνδυάζοντας την ιστορική-φιλολογική γνώση με τη θεατρική τέχνη, διαμόρφωσε την ξεχωριστή του προσέγγιση στην κριτική και τη διδασκαλία.
Η πρώτη του επαφή με το θέατρο υπήρξε καθοριστική. Το 1951, σε ηλικία μόλις 17 ετών, είδε την παράσταση «Προμηθέα Δεσμώτη» στους Δελφούς, με πρωταγωνιστή τον Μάνο Κατράκη. Λίγα χρόνια αργότερα, παρακολούθησε παραστάσεις στην Επίδαυρο, γεγονός που εδραίωσε την αγάπη του για το αρχαίο δράμα. Η επαγγελματική του πορεία περιλάμβανε τόσο τη δημόσια και ιδιωτική εκπαίδευση όσο και τη μακρά του θητεία ως κριτικός θεάτρου. Από το 1960 και μετά, ο Γεωργουσόπουλος συνεργάστηκε με τις μεγαλύτερες εφημερίδες της χώρας, όπως το Βήμα και τα Νέα, όπου καθιερώθηκε ως ο κορυφαίος κριτικός θεάτρου της εποχής του. Μέσα από τις αναλύσεις και τις επιφυλλίδες του, ανέδειξε τη σημασία του ελληνικού έργου, το οποίο τότε βρισκόταν στο περιθώριο.
Ο ίδιος υπήρξε ένθερμος υποστηρικτής της πρωτότυπης δημιουργίας, επιμένοντας πως το ελληνικό θέατρο έπρεπε να βασίζεται στη δική του παράδοση και όχι να προσφεύγει συνεχώς σε ξένες επιρροές. Στις δραματικές σχολές όπου δίδαξε, συμβούλευε τους νέους ηθοποιούς να εμβαθύνουν στη μεγάλη λογοτεχνία, από τον Μπαλζάκ και τον Ντίκενς μέχρι τον Ντοστογιέφσκι, ως μέσο καλλιέργειας και έμπνευσης.
Ο Κώστας Γεωργουσόπουλος ήταν επίσης ένας εξαιρετικός μεταφραστής αρχαίου δράματος. Με το βαθύ του υπόβαθρο στα αρχαία ελληνικά, μπορούσε να προσεγγίζει τα κείμενα με σεβασμό και ακρίβεια. Όπως είχε πει, η μετάφραση χωρίς γνώση της αρχαίας γλώσσας είναι αδύνατη, και όσοι προσπάθησαν να παρακάμψουν αυτή την προϋπόθεση «έπεσαν στην ευκολία». Θεωρούσε τη μετάφραση τραγωδίας μια μεγάλη πρόκληση, όπου ο δημιουργός πρέπει να νιώθει ταπεινός απέναντι στο πρωτότυπο κείμενο. Είχε έντονη άποψη για το πώς έπρεπε ν' αντιμετωπίζεται το αρχαίο δράμα στην Επίδαυρο. Καταδίκαζε τη χαλάρωση των κριτηρίων επιλογής θιάσων, πιστεύοντας ότι η σκηνή της Επιδαύρου απαιτούσε θίασους με εμπειρία και σοβαρή προετοιμασία.
Υπέρ του Σεφερλή
Επίσης, δεν δίσταζε ν' αναγνωρίσει το ταλέντο καλλιτεχνών που δραστηριοποιούνταν σε διαφορετικά είδη θεάματος, συχνά προκαλώντας εκπλήξεις με τις απόψεις του. Ενα χαρακτηριστικό παράδειγμα ήταν η εκτίμησή του για τον Μάρκο Σεφερλή, τον οποίο θεωρούσε ικανό να διαπρέψει σε αριστοφανικές κωμωδίες, υπό την καθοδήγηση ενός άξιου σκηνοθέτη. «Γράφει κείμενα, τραγουδάει, χορεύει κι έχει ένα επικοινωνικό χάρισμα με το κοινό που το είχε πιθανόν ο Σταυρίδης. Δεν έχει σχέση με αυτό που κάνει στην τηλεόραση».
Παράλληλα, επισήμαινε την αδιαμφισβήτητη συμβολή καταξιωμένων ηθοποιών, όπως ο Γιώργος Μιχαλακόπουλος και ο Νικήτας Τσακίρογλου, οι οποίοι είχαν ήδη χαράξει την πορεία τους με συνέπεια και αριστεία. Ωστόσο, δεν παρέλειπε ν' αναδείξει και τα νέα ταλέντα που έδιναν δυναμικό παρών στη θεατρική σκηνή. Συγκεκριμένα, ξεχώριζε τον Γιώργο Πανταζάρα, έναν ηθοποιό που «κατανοεί βαθιά τα όριά του και τα προσόντα του, σεβόμενος τα κείμενα και τα εκφραστικά του μέσα».
Ιδιαίτερη αναφορά έκανε στις διαχρονικές παρουσίες της Καρυοφυλλιάς Καραμπέτη και της Λυδίας Κονιόρδου, που συνέβαλαν ουσιαστικά στην εξέλιξη του θεάτρου. Θεωρούσε επίσης την Αμαλία Μουτούση σπουδαία ηθοποιό, παρά το γεγονός ότι οι επιλογές της την άφησαν λιγότερο αναγνωρισμένη, ενώ υπογράμμιζε την ιδιαίτερη αξία της Όλιας Λαζαρίδου, της Μαρίας Πρωτόπαππα, της Λένας Παπαληγούρα και του Γιάννη Στάνκογλου. Αναφερόταν επίσης στον Χρίστο Στυλιανού από το ΚΘΒΕ, τονίζοντας την άρτια τεχνική του και τις εκφραστικές του δυνατότητες. Αν και εξέφραζε συχνά τον προβληματισμό του για την έλλειψη ικανών παραγωγών στην Ελλάδα, έβρισκε μια αχτίδα ελπίδας στο πρόσωπο της Κατερίνας Ευαγγελάτου.
Πέρα από το θέατρο, ο Κώστας Γεωργουσόπουλος διατηρούσε μια βαθιά σχέση με τον ευρωπαϊκό πολιτισμό. Αγαπούσε τη Βενετία, την οποία θεωρούσε «την ψυχή της Ευρώπης», και είχε τη χαρά να συναντήσει εκεί μεγάλες προσωπικότητες, όπως ο Έζρα Πάουντ και ο Τζόρτζιο ντε Κίρικο. Αυτές οι συναντήσεις τον ενέπνεαν, προσδίδοντας μια παγκόσμια διάσταση στην κοσμοθεωρία του.
Ο Κώστας Γεωργουσόπουλος υπήρξε κάτι παραπάνω από ένας κριτικός θεάτρου. Ήταν ένας πολυμαθής στοχαστής, ένας δάσκαλος και ένας εραστής του ελληνικού πολιτισμού. Οι θέσεις του για την τέχνη, η αγάπη του για το θέατρο και η συμβολή που είχε στην πνευματική ζωή της χώρας αφήνουν ένα ανεξίτηλο σημάδι. Η μνήμη του αποτελεί υπενθύμιση της αξίας του στοχασμού, της παιδείας και της αφοσίωσης στον πολιτισμό.
Τα νέα δεδομένα στη Συρία μετά την ανατροπή Άσαντ: Οι βασικοί παίκτες στη νέα πραγματικότητα και ο ρόλος της Δύσης
Γερμανία: Η κυβέρνηση ενέκρινε τις μεγαλύτερες εξαγωγές όπλων προς την Τουρκία από το 2006
Υπόθεση Marfin: Απόφαση «βόμβα» από τον Άρειο Πάγο για τους νεκρούς μετά από 14 χρόνια
Γιώργος Κακοσαίος: «Είχα τρέλα με την Πάολα» - Η Eurovision και το «ευχαριστώ» στη Θεοδωρίδου
Live όλες οι εξελίξεις λεπτό προς λεπτό, με την υπογραφή του www.ethnos.gr