Κωστής Χαραμουντάνης στο ethnos.gr: «Όταν τελειώσει μία ταινία μου, συνεχίζει το ταξίδι μόνη της, ανήκει πια στους θεατές»
Με αφορμή την ταινία του «Κιόκου - Πριν Έρθει το Καλοκαίρι» από το Cinobo, συνομιλήσαμε με τον ταλαντούχο δημιουργό για την τέχνη του, τις αναμνήσεις που τον διαμορφώνουν και τη βαθιά ανάγκη του ν' αφηγείται ιστορίες που βρίσκουν τον δικό τους δρόμο προς το κοινό, ακόμη και όταν εκείνος έχει πια απομακρυνθεί🕛 χρόνος ανάγνωσης: 11 λεπτά ┋

Με αφοσίωση που ξεπερνά τα συμβατικά όρια της κινηματογραφικής δημιουργίας, ο Κωστής Χαραμουντάνης αποτελεί μια από τις πιο πολυσχιδείς και ευαίσθητες φωνές του σύγχρονου ελληνικού σινεμά. Αυτοδίδακτος σε πολλούς από τους τομείς που υπηρετεί, αλλά ταυτόχρονα βαθιά καλλιεργημένος, απόφοιτος της Δραματικής Σχολής του Ωδείου Αθηνών και υπότροφος του προγράμματος SNF ARTWORKS, έχει καταφέρει μέσα από το προσωπικό του βλέμμα να δημιουργήσει έναν ξεχωριστό κινηματογραφικό κόσμο, αναγνωρίσιμο από την πρώτη κιόλας σκηνή.
Γνωρίσαμε τη δουλειά του μέσα από μικρού μήκους ταινίες που ταξίδεψαν σε φεστιβάλ και άγγιξαν το κοινό με τη σπάνια τρυφερότητά τους: από το «Κιόκου - Πριν Έρθει το Καλοκαίρι» μέχρι τον «Σκύλο του Χαμομηλιού» και το «Ανθολόγιο μιας Πεταλούδας», κάθε έργο του είναι μια ποιητική εξερεύνηση της μνήμης, των ανθρώπινων δεσμών και της αναπόδραστης φθοράς του χρόνου.
Αυτή την περίοδο, ο Κωστής Χαραμουντάνης παρουσιάζει την πρώτη του μεγάλου μήκους ταινία, το «Κιούκα - Πριν το Τέλος του Καλοκαιριού» (2024), ένα έργο που έκανε παγκόσμια πρεμιέρα στο τμήμα L’ACID του Φεστιβάλ Καννών και έχει ήδη αποσπάσει σημαντικές διακρίσεις: τέσσερα βραβεία στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, διανομή σε Γαλλία, Benelux και Καναδά, καθώς και μια τιμητική παρουσίαση στο 54ο New Directors/New Films Festival του MoMA στη Νέα Υόρκη.
Το «Κιούκα», δεύτερο μέρος μιας άτυπης τριλογίας που ξεκίνησε το 2018, αποτελεί μια βαθιά προσωπική και ταυτόχρονα οικουμενική ματιά στην παιδική ηλικία, την οικογένεια και την ενηλικίωση. Εμπνευσμένο από τις παιδικές διακοπές του σκηνοθέτη σε ένα μικρό ιστιοφόρο στον Πόρο, το φιλμ ισορροπεί ανάμεσα στην ανάμνηση και τη μυθοπλασία, το φως και τη σκιά, την παιδική αφέλεια και τη συναισθηματική ωριμότητα. Είναι ένα κινηματογραφικό ταξίδι στην καρδιά της καλοκαιρινής νοσταλγίας και των οικογενειακών δυναμικών – εκεί που η αγάπη μπορεί να γίνει καταφύγιο αλλά και φυλακή.
Ο Κωστής Χαραμουντάνης δεν είναι απλώς ο σκηνοθέτης της ταινίας, αλλά και ο σεναριογράφος, ο μοντέρ, ο συνθέτης της μουσικής, ο υπεύθυνος για τον ηχητικό σχεδιασμό, τα γραφιστικά και την αφίσα, συχνά και η φωνή πίσω από τους χαρακτήρες. Αυτή η ολιστική προσέγγιση δεν πηγάζει μόνο από τεχνική επάρκεια, αλλά από μια βαθιά ανάγκη να δημιουργήσει κάτι απόλυτα προσωπικό και αληθινό.
Με αφορμή τη νέα του ταινία από το Cinobo, συνομιλήσαμε με τον ταλαντούχο δημιουργό για την τέχνη του, τις αναμνήσεις που τον διαμορφώνουν και τη βαθιά ανάγκη του ν' αφηγείται ιστορίες που —όπως και η ίδια του η ταινία— βρίσκουν τον δικό τους δρόμο προς το κοινό, ακόμη και όταν εκείνος έχει πια απομακρυνθεί.
Το «Κιούκα – Πριν το Τέλος του Καλοκαιριού» είναι το δεύτερο μέρος μιας τριλογίας. Ποια προσωπική ανάγκη ή αφορμή υπήρξε η σπίθα για την ιστορία και τι σημαίνει η λέξη «Κιούκα» που αναφέρεται στον τίτλο;
Κιούκα σημαίνει «διακοπές» στα Ιαπωνικά. Δεν υπάρχει κάποιος συγκεκριμένος λόγος που χρησιμοποιούμε αυτή τη γλώσσα. Είναι περισσότερο ένα παιχνίδι με τις λέξεις και τους τίτλους. Η πρώτη ταινία λεγόταν «Κιόκου: Πριν το Τέλος του Καλοκαιριού», που σημαίνει «αναμνήσεις», γιατί ουσιαστικά πρόκειται για ένα κολάζ αναμνήσεων των διδύμων, όσο περιμένουν να έρθει το καλοκαίρι. Η τρίτη και τελευταία ταινία της σειράς θα ονομάζεται «Κιέρου», που αποδίδεται ως «η διαδικασία του να χάνεσαι» ή «να εξαφανίζεσαι». Οι τίτλοι, αν και όντως συνδέονται θεματικά με τις ιστορίες, έχουν μια κοινή ηχητική υφή μεταξύ τους. Κυρίως, όμως, αντανακλούν τη διάθεση και την παιδική αφέλεια των χαρακτήρων. Αυτό το παιχνίδι φαντασίας και συναισθήματος που διαπερνά τις ταινίες.
Πώς ήταν η εμπειρία του να επιστρέφεις στους ίδιους χαρακτήρες χρόνια μετά τη μικρού μήκους «Κιόκου»;
Δεν ένιωσα ακριβώς ότι έφυγαν από κοντά μου, διότι τους κρατούσα ζεστούς μέσα από το σενάριο. Αυτό που είχε ενδιαφέρον ήταν να βλέπω τον Κωνσταντίνο και την Έλσα να τους ξαναζωντανεύουν. Στο πρώτο γύρισμα όταν είπα πάμε και τους είδα να παίζουν ξανά αυτούς τους ρόλους χάρηκα πολύ. Οι υπόλοιποι δεν υπήρχαν στη μικρού μήκους επομένως ήταν μια εντελώς καινούργια εμπειρία.
Γιατί επέλεξες το ιστιοπλοϊκό ως σκηνικό στην ταινία; Τι συμβολίζει για εσένα το ταξίδι εν πλω;
Η ταινία είναι βασισμένη σε καλοκαιρινές διακοπές που πήγαινα με την οικογένειά μου για πολλά χρόνια όταν ήμουν μικρός, όπου ζούσαμε για βδομάδες σ' ένα μικρό ιστιοφόρο του πατέρα μου. Έχω υπό μια έννοια μεγαλώσει σε σκάφος τα καλοκαίρια αλλά και κάποιους χειμώνες. Για τις ανάγκες των γυρισμάτων αλλά και επειδή μου άρεσε - το είχα σαν όνειρο, πήρα δίπλωμα ανοιχτής θαλάσσης. Μου αρέσει η θάλασσα και η ιστιοπλοϊα έχει μια ιδιαίτερη γαλήνη. Το σκάφος από μόνο του συμβολίζει την ελευθερία.

Ποιος ήταν ο μεγαλύτερος φόβος σου όταν ξεκινούσες να γράφεις ή να σκηνοθετείς την πρώτη σου ταινία μεγάλου μήκους;
Ο μεγαλύτερος απ' όλους φόβος ήταν ότι δεν θα γίνει. Συχνά υπήρχαν σοβαρά προβλήματα τα οποία γίνονταν εμπόδιο στην υλοποίησή της και ανακύκλωναν αυτόν τον φόβο. Έπεφτα ψυχολογικά και απελπιζόμουν. Υπήρχαν φορές που ήθελα να τα παρατήσω.
Σ' ένα φιλμ όπου το χιούμορ συνυπάρχει με το δράμα, πώς αποφάσισες τις δόσεις της κάθε πλευράς;
Ήθελα να φτιάξω μια ταινία, η οποία να 'ναι γενναιόδωρη. Να έχει να σου δώσει πολλά πράγματα. Εκεί που γελάς ύστερα από λίγο να συγκινηθείς. Μετά να σε ταράξει και μετά να σε κάνει να σκεφτείς. Προσπάθησα να κρατησω μια ισορροπία σε όλα, να συνηπάρχουν όπως και στη ζωή. Να μην καταρεύσει η ταινία κάτω από το ίδιο της το βάρος. Λόγω της υπόθεσης, υπήρχε κίνδυνος να γίνει αρκετά δραματική κάτι που δεν ήθελα. Το χιούμορ είναι εξαιρετικό εργαλείο σε τέτοιες περιπτώσεις.
Οι ήρωές σου μοιάζουν να έχουν ένα είδος «αβοήθητης ωριμότητας». Πιστεύεις πως αυτό περιγράφει τη γενιά μας;
Στην ταινία ένας πατέρας πενήντα χρονών και ένα κοριτσάκι που είναι πέντε, περνούν από μια μορφή ενηλικίωσης ταυτόχρονα εξαιτίας του ίδιου γεγονότος. Βασική θεματική της ταινίας και στόχος σεναριακά ήταν να δείξω πως η ενηλικίωση δεν έχει απαραίτητα σχέση με τη βιολογική ηλικία. Έχει να κάνει με το πώς κάποια στιγμή αναγκάζεσαι να δεις τον κόσμο αλλιώς, να έρθεις αντιμέτωπος με κάτι που σε ξεπερνά. Μια μορφή ωρίμανσης και αδυναμίας ταυτόχρονα. Η «αβοήθητη ωριμότητα», έτσι όπως την καταλαβαίνω εγώ, είναι η αίσθηση ότι καταλαβαίνουμε πολλά, έχουμε επίγνωση του κόσμου γύρω μας, αλλά συχνά δεν ξέρουμε πώς να δράσουμε ή ν' αλλάξουμε τα πράγματα. Θυμίζει τον τρόπο που βλέπει ένα παιδί τον κόσμο, καταλαβαίνει περισσότερα απ’ όσα νομίζουμε, αλλά δεν έχει ακόμα τα εργαλεία ή την εμπειρία να τα διαχειριστεί. Για μένα, αυτή η κατάσταση είναι ένα βασικό και ουσιαστικό στοιχείο όχι μόνο των χαρακτήρων της ταινίας, αλλά και των ανθρώπων γενικότερα.
Τι ρόλο παίζει η σιωπή στις σχέσεις των ηρώων σου;
Η σιωπή παίζει καθοριστικό ρόλο στις σχέσεις των ηρώων, καθώς αποκαλύπτει όσα δεν λέγονται ανοιχτά. Στο επίκεντρο της ιστορίας βρίσκεται ένα ψέμα. Οι φαινομενικές διακοπές που σχεδίασε ο πατέρας είναι στην ουσία ένα πρόσχημα για να γνωρίσουν τα παιδιά τη μητέρα τους. Η σιωπή, υποκριτικά, μέσα από βλέμματα, τη σωματικότητα επιτρέπει στους χαρακτήρες να εκφράσουν πιο αυθεντικά και έμμεσα συναισθήματα που αδυνατούν ή φοβούνται να εκφράσουν με τα λόγια. Η σιωπή μπορεί ακόμη να λειτουργήσει και ως αφηγηματικό εργαλείο, σεναριακά ή μονταζιακά για ν' αναδείχθούν λεπτές ή κρυφές ποιότητες και εντάσεις μέσα στις σκηνές.
Πώς δούλεψες με τους ηθοποιούς ώστε να βγει αυτή η εύθραυστη χημεία μεταξύ τους;
Στα χρόνια που έγραφα το σενάριο, μοιραζόμουν μαζί τους τα drafts περίπου κάθε μήνα ή δύο, και τα συζητούσαμε. Έπαιρνα πολύτιμο feedback από εκείνους, άφηνα λίγο χρόνο να κάτσουν οι πληροφορίες μέσα μου και ύστερα επέστρεφα στο γράψιμο. Έγραψα το σενάριο πάνω στον Κωνσταντίνο και την Έλσα. Οι υπόλοιποι χαρακτήρες ήρθαν στην πορεία. Στο σενάριο θα βρεις ιδέες όλων. Είναι μια συλλογική δουλειά. Όταν ήρθε η ώρα των προβών με τον καθένα δούλεψα διαφορετικά καθώς προσπάθησα να προσαρμοστώ στις ανάγκες του κάθε ηθοποιού. Με τον Κωνσταντίνο και την Έλσα περισσότερο μείναμε σε συζητήσεις και μια πιο σχηματική ή τεχνική απεικόνιση των σκηνών. Με τον Συμεών συζητήσαμε πάρα πολύ για τον χαρακτήρα του και κάναμε πρόβες τα λόγια, αλλά και κάποιους αυτοσχεδιασμούς με την Έλενα για να βρεθούν στοιχεία των χαρακτήρων και της σχέσης. Υπήρχε μια μίξη όσον αφορά την προσέγγιση γενικότερα. Ήθελα και να ακολουθηθεί το σενάριο αλλά και να υπάρχει χώρος για να προκύψουν νέα πράγματα, αυτοσχεδιασμοί, και ευχάριστες εκπλήξεις και ιδέες.

Γιατί το οικογενειακό δράμα είναι τόσο επαναλαμβανόμενο μοτίβο στο νεότερο σινεμά;
Νομίζω ότι μαζί με τον έρωτα και τον θάνατο είναι η επόμενη θεματική που απασχολεί. Και ίσως έχει να κάνει σχέση και με το ότι στην εποχή που ζούμε τώρα υπάρχει μια μεγαλύτερη ανάγκη για ενδοσκόπηση, αλλά και η συνηδητοποίηση που έρχεται όταν αντιλαμβάνεσαι ότι κουβαλάς πολλά πράγματα από την οικογένειά σου.
Θεωρείς ότι το τραύμα μπορεί να λειτουργήσει ως δημιουργική δύναμη ή είναι απλώς κάτι που κουβαλάμε;
Σε εμένα λειτούργησε και λειτουργεί ως δημιουργική δύναμη για να φτιάξω τις ταινίες μου. Είναι κάτι που φέρουμε ασυνείδητα και πολύ δύσκολα αφήνουμε πίσω.
Πώς ήταν η εμπειρία στο ACID των Καννών και πώς τοποθετείς την ταινία σου μέσα στο διεθνές κινηματογραφικό τοπίο;
Το ACID είναι φτιαγμένο από ανθρώπους του σινεμά. Δεν έχει βραβεία, είναι low profile παρότι βρίσκεται στο Φεστιβάλ των Καννών έχει μια απλότητα με την οποία μπορώ να ταυτιστώ. Σαν εμπειρία είχε ενδιαφέρον γενικότερα το ταξίδι στις Κάννες αλλά δε δίνω μεγάλη σημασία σε αυτά. Όσον αφορά το διεθνές κινηματογραφικό τοπίο, πραγματικά δεν έχω εικόνα, δε μου αρέσει να συνοδεύω την ταινία σε φεστιβάλ. Προσπαθώ να μένω συγκεντρωμένος στη δουλειά, στις ταινίες μου, να κάνω αυτό που με εκφράζει και να μην ασχολούμαι τόσο με το μετά, διότι το βρίσκω αποπροσανατολιστικό. Από τη στιγμή που η ταινία θα τελειώσει μου αρέσει να συνεχίσει το ταξίδι μόνη της και εγώ να πάω στην επόμενη. Ανήκει με έναν τρόπο πια στους θεατές.
Είσαι αισιόδοξος για τη θέση του ανεξάρτητου ελληνικού σινεμά αυτή τη στιγμή;
Δεν γνωρίζω. Μακάρι! Πολλά πράγματα λειτουργούν πολύ καλύτερα από όταν εγώ ξεκίνησα. Για πριν δεν έχω εικόνα. Το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου για παράδειγμα, λειτουργεί άψογα πια, ενώ υπάρχει και το Cinobo που κάνει φανταστική δουλειά. Αυτό που μπορώ να σου πω είναι ότι είμαι αισιόδοξος για αυτά που θέλω εγώ να πραγματοποιήσω στο μέλλον, τις ταινίες που σχεδιάζω να κάνω.
Ποια είναι η σχέση σου με τα pop culture icons (Harry Potter, Nintendo, Twilight…) που «μεγάλωσαν» τη γενιά μας;
Έχω μεγαλώσει με όλα αυτά και αποτελούν μεγάλο μέρος της παιδικής και εφηβικής μου ηλικίας. Πιο arthouse κινηματογράφο άρχισα να βλέπω μετά τα είκοσί μου. Έχω μεγαλώσει με την τριλογία Pirates of the Caribbean, την τριλογία του Spiderman με τον Tobey Maguire, με Harry Potter, Alien, E.T και Disney. Έπαιζα και ακόμα παίζω βιντεοπαιχνίδια. Όταν τελειώσα την Κιούκα, επειδή ήθελα ένα διάλειμμα από τον κινηματογράφο άρχισα να μαθαίνω μόνος μου προγραμματισμό, game design και animation, και έφτιαξα κάποια prototypes βιντεοπαιχνιδιών, ένα από τα οποία είχε ως έμπνευση μια μικρού μήκους που είχα κάνει το 2019, τον «Σκύλο του Χαμομήλι».
Η σφαίρα που πήρε την αθωότητα μιας γενιάς: 17 χρόνια από τη δολοφονία του Αλέξη και η μνήμη δεν σβήνει
Αυτά είναι τα ακριβά φάρμακα που θα διατίθενται και σε ιδιωτικά φαρμακεία από τον Ιανουάριο
Ανατροπή στη δολοφονία Καρυώτη: «Μου δώσανε φράγκα για να ομολογήσω, να μείνει μεταξύ μας»
Δώρο Χριστουγέννων για όλους; Παλιά ιστορία που πονάει – Πώς καθιερώθηκε
Live όλες οι εξελίξεις λεπτό προς λεπτό, με την υπογραφή του www.ethnos.gr
δημοφιλές τώρα: 



