Στα βάθη του ωκεανού μια συμφωνία ηχοκυμμάτων αντηχεί διαταράσσοντας τον υδάτινο ρου, είναι το τραγούδι των φαλαινών που διαχέεται στο απόκοσμο ηχοτοπίο σαν υποθαλάσσια ρεύματα.Βαθιά μέσα σε αυτό το «κονσέρτο», ένα καλώδιο μήκους περίπου 52 χλμ απλώνεται από την ακτή της Καλιφόρνια και κατά μήκος του θαλάσσιου πυθμένα, δεμένο 914 μέτρα κάτω από την επιφάνεια. Στο άκρο του, βρίσκεται ένας μεταλλικός κύλινδρος πλάτους σχεδόν 5 εκατοστών στερεωμένος σε ένα τρίποδο.385335_1Σύμφωνα με το National Geographic, αυτό το υδρόφωνο, ένα υποβρύχιο μικρόφωνο δηλαδή, μπορεί να καταγράφει και να ανιχνεύει τις μεταβαλλομένες ισορροπίες του ωκεανού για χρόνια ολόκληρα. «Όταν αρχίσεις πραγματικά να ακούς πόσα πράγματα παράγουν ήχους στον ωκεανό είναι απίστευτο το τι μπορείς να ακούσεις», αναφέρει ο Τζάρροντ Σαντόρα, ωκεανογράφος οικοσυστημάτων και ερευνητής βιολόγος της Εθνικής Υπηρεσίας Ωκεανών και Ατμόσφαιρας των ΗΠΑ.Ακούγοντας αυτά τα υποθαλάσσια τραγούδια, οι επιστήμονες μπορούν να αποκωδικοποιήσουν τους ρυθμούς της θαλάσσιας ζωής, ερευνώνοντας για σημάδια ανισορροπίας και προσαρμοστικότητας και παρακολουθώντας πώς τα θαλάσσια είδη επηρεάζονται από τον ανθρώπινο παράγοντα. Μιας και οι φάλαινες πλέουν σε θάλλασες που έχουν μετασχηματιστεί εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής, του εξωγενή θορύβου και της βιομηχανικής δραστηριότητας, οι φωνές του προσφέρουν μια ζωτική καταγραφή ενός διαρκώς μεταβαλλόμενου κόσμου.«Μόνο όταν συνέδεσα ένα υδρόφωνο συνειδητοποίησα ότι αυτός ο κόσμος των ήχων μπορεί να μας βοηθήσει να κατανοήσουμε την επίδραση του ανθρώπου, τη φύση και την ισορροπία μεταξύ τους», εξηγεί ο Τζον Ράιαν, βιολογικός ωκεανογράφος στο Ερευνητικό Ινστιτούτο του Ενυδρείου του Μοντερέι Μπέι.Σε μια μελέτη που δημοσιεύτηκε φέτος, η οποία βασίστηκε σε δεδομένα που προέκυψαν από περισσότερα από 6 χρόνια ηχητικής παρακολούθησης στο οικοσύστημα του θαλάσσιου ρεύματος της κεντρικής Καλιφόρνια, ο Ράιαν και μια ομάδα ερευνητών εντόπισαν ξεκάθαρα μοτίβα στα τραγούδια των φαλαινών ανά εποχή και άνα έτος. Κατά τύχη, οι ηχογραφήσεις ξεκίνησαν στη διάρκεια ενός τεράστιου θαλάσσιου καύσωνα, διαφορετικού από οτιδήποτε είχε παρατηρηθεί έως τότε στην περιοχή.Η έρευνα ξεκίνησε να καταγράφει τους ήχους των φαλαινών τον Ιούνιο του 2015 και αποκάλυψε ότι τα διαφορετικά είδη φαλαινών είχαν και διαφορετικό, διακριτό τραγούδι. Οι ρυγχοφάλαινες λ.χ. έχουν πιο ποικιλόμορφη διατροφή, επομένως κατάφεραν να προσαρμοστούν στις δύσκολες συνθήκες του καύσωνα. Τα τραγούδια τους δεν άλλαξαν.Αντιθέτως, οι γαλάζιες φάλαινες και οι πτεροφάλαινες που τρέφονται σχεδόν αποκλειστικά με κριλ, τα τραγούδια τους ανιχνεύοταν λιγότερα συχνά σε σύγκριση με προηγούμενα χρόνια.Αυτό εξηγείται στο ότι ο θαλάσσιος καύσωνας μείσωσε την τροφή από την οποία κατά κόρον επιβιώνουν οι φάλαινες και προκάλεσε επιβλαβείς μεταβολλές στη χημεία του ωκεανού, επιτρέποντας την άνθηση τοξικών φυκιών. «Προκάλεσε την πιο εκτεταμένη δηλητηρίαση θαλάσσιων θηλαστικών που έχει καταγραφεί ποτέ. Ήταν δύσκολες μέρες για τις φάλαινες», σημειώνει χαρακτηριστικά ο Ράιαν.Καθώς τα θηράματα έγιναν δυσεύρετα, οι ήχοι των γαλάζιων φαλαινών μειώθηκαν κατά σχεδόν 40%, γεγονός που ακολούθησε τη συρρίκνωση στον πληθυσμό των κριλ και των γαύρων. «Όταν το αναλύσεις ουσιαστικά, είναι σαν να προσπαθείς να τραγουδήσεις ενώ πεινάς. Επένδυαν όλο τον χρόνο τους στην αναζήτηση τροφής», εξηγεί ο Ράιαν.Ένας ασυνήθιστος θαλάσσιος καύσωναςΤο 2013, μια πυκνή ποσότητα αδικαιολόγητα θερμού νερού επιβίωσε επίμονα κατά τη διάρκεια του χειμώνα στη Θάλασσα Μπέρινγκ και στον Κόλπο της Αλάσκα. Το φαινόμενο δε μπορούσε να εξηγηθεί με ευκολία και η επιμονή του μπέρδευε ακόμα περισσότερο τους επιστήμονες. Όσο αυτή η μάζα θερμού νερού επεκτεινόταν νότια κατά μήκος της ακτογραμμής του Ειρηνικού το 2014, καλύπτοντας μια απόσταση από την Αλάσκα ως το Μεξικό, απέκτησε το ψευδώνυμο «Το Σφαιρίδιο».Ανά τόπους, οι θερμοκρασίες του ωκεανού ήταν περισσότερους από 2,5°C πάνω από τον μέσο όρο. «Το Σφαιρίδιο» εξαπλώθηκε γρήγορα, καλύπτοντας μια περιοχή σχεδόν 805 χλμ πλάτος και 91 μέτρα βάθος. Μέχρι το 2016, κάλυπτε πάνω από 3,219 χλμ του Ειρηνικού Ωκεανού.Τα κριλ, μικροσκοπικά πλάσματα που μοιάζουν με γαρίδες και αποτελούν τη βάση της θαλάσσιας τροφικής αλυσίδας, ξαφνικά έγιναν δυσεύρετα. Τα προηγούμενα χρόνια, τα κριλ εμφανίζοταν σε τόσο μεγάλους αριθμούς, που τα αλιευτικά δίχτυα γινόντουσαν ροζ από την αφθονία τους.Ο συγκεκριμένος θαλάσσιος καύσωνας σχεδόν τα εξαφάνισε.«Όταν έχουμε αυτά τα εξαιρετικά ζεστά έτη και θαλάσσιους καύσωνες, δεν είναι μόνο η υψηλή θερμοκρασία το ζητούμενο. Ολόκληρο το σύστημα αλλάζει, με αποτέλεσμα τον περιορισμό του πληθυσμού των κριλ. Έτσι, τα ζώα που βασίζονται αποκλειστικά στα κριλ για τη διατροφή τους -και άρα για την επιβίωσή τους- κινδυνεύουν άμεσα», τονίζει η ωκεανογράφος Κέλι Μπενουά-Μπερντ, θαλάσσια βιολόγος στο Ενυδρείο του Μοντερέι Μπέι και συν-συγγραφέας της μελέτης.Οι γαλάζιες φάλαινες, τα μεγαλύτερα ζώα στον πλανήτη, ήταν ανάμεσα σε αυτά τα απειλούμενα είδη. Τα τεράστια σαγόνια τους και οι πτυχωτοί λαιμοί τους προορίζονται να καταπίνουν χιλιάδες λίτρα νερού ταυτόχρονα, αλλά μόνο όταν συμπεριλαμβάνεται μια αρκετά πυκνή ποσότητα κριλ σε αυτά αξίζει τον κόπο να το κάνουν. «Το γεγονός ότι τα κριλ συγκεντρώνονται σε σμήνη είναι πραγματικά κρίσιμο για την επιβίωση των φαλαινών. Κάθε φορά που ανοίγουν το στόμα τους για να εισρεύσει νερό θα πρέπει να είναι ζωτικής σημασίας», ξεκαθαρίζει η Μπενουά-Μπερντ.Και με τον καύσωνα όχι μόνο μειώθηκε ο πληθυσμός των κριλ, αλλά πιθανόν να άλλαξε και η συμπεριφορά τους. Διασκορπίστηκαν εξαιτίας της διατάραξης της ανάβλυσης των ψυχρών, πλούσιων σε θρεπτικά συστατικά, υδάτων από τα βαθύτερα στρώματα προς την επιφάνεια του ωκεανού. Αυτό έκανε ακόμα πιο δύσκολη την εύρεση τροφής από τις φάλαινες.«Δεν τις ακούμε να τραγουδούν», λέει η Μπενουά-Μπερντ αναφερόμενη στο υποθαλάσσιο ηχοτοπίο κατά τη διάρκεια των θαλάσσιων καυσώνων. «Ξοδεύουν όλη τους την ενέργεια στην αναζήτηση τροφής. Απλώς δεν μένει αρκετός χρόνος για οτιδήποτε άλλο και αυτό μας κάνει να καταλαβαίνουμε ότι τέτοιες περίοδοι είναι απίστευτα στρεσογόνες», προσθέτει.Και καθώς η αυξανόμενη ένταση του φαινομένου του θερμοκηπίου εγκλωβίζει περισσότερη ηλιακή ακτινοβολία, οι ωκεανοί -οι οποίοι ήδη απορροφούν περισσότερο από το 90% από τον διευρυμένο καύσωνα εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής- γίνονται ιδιαίτερα ευάλωτοι σε ακραία φαινόμενα, όπως οι θαλάσσιοι καύσωνες και τα εντονότερα Ιλ Νίνιο.Μια ακόμη έρευνα που πρόσφατα δημοσιεύτηκε στα Πρακτικά της Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών, διαπίστωσε ότι η διάρκεια των θαλάσσιων καυσώνων έχει τριπλασιαστεί από τη δεκαετία του 1940. Αυτά τα φαινόμενα είναι πλέον κατά μέσο όρο περίπου 1°C πιο ζεστά, με ορισμένες περιοχές να εμφανίζουν αυξήσεις έως και 5°C.«Υπάρχουν συνέπειες σε ολόκληρα τα οικοσυστήματα από αυτούς τους θαλάσσιους καύσωνες. Αν δεν μπορούν να βρουν τροφή, και αυτό αφορά σε ολόκληρη τη Δυτική Ακτή της Βόρειας Αμερικής, τότε καταλαβαίνουμε την τεράστια κλίμακα των συνεπειών», επισήμανε η Μπενουά-Μπερντ.Οι γαλάζιες φάλαινες επαναλαμβάνουν ένα πολύ συγκεκριμένο μοτίβοΣτον θαλάσσιο χώρο μεταξύ των νησιών της Νέας Ζηλανδίας, ερευνητές που μελετούσαν τις γαλάζιες φάλαινες από το 2016 ως το 2018 τυχαία παρατήρησαν εκκωφαντικά ήσυχα νερά κατά τη διάρκεια του «Σφαιριδίου», ακριβώς όπως συνέβαινε στην Καλιφόρνια.«Μας ενδιέφερε να κατανοήσουμε την οικολογία των γαλάζιων φαλαινών», αναφέρει η Ντόουν Μπάρλοου, οικολόγος στο Ινστιτούτο Θαλάσσιων Θηλαστικών του Πανεπιστημίου της Πολιτείας Όρεγκον και κύρια συγγραφέας της μελέτης. «Επομένως, οδηγηθήκαμε στο να μελετήσουμε τις επιπτώσεις των θαλάσσιων καυσώνων, πράγμα που στις μέρες μας είναι δύσκολο να αποφύγεις όταν εργάζεσαι στον ωκεανό», προσθέτει.Χρησιμοποιώντας υποβρύχιες συσκευές καταγραφής στον Νότιο Κόλπο Τάρανακι στη Νέα Ζηλανδία, η Μπάρλοου και η ομάδα της παρακολούθησαν δύο διακριτούς ήχους: τις χαμηλής συχνότητας κλήσεις D, συνδεδεμένες με την εύρεση τροφής και τα δομημένα τραγούδια, που σχετίζονται με την αναπαραγωγή. Κατά τα χρόνια με ασυνήθιστα έντονο θερμό νερό, παρατήρησαν λιγότερες κλήσεις D κατά την άνοιξη και το καλοκαίρι, κάτι που υποδεικνύει μείωση στις προσπάθειες αναζήτησης τροφής. Το φθινόπωρο ωστόσο που ακολούθησε, παρατηρήθηκε μείωση και στα τραγούδια των φαλαινών, υποδηλώνοντας μειωμένη αναπαραγωγική δραστηριότητα.«Όταν υπάρχουν λιγότερες ευκαιρίες για εύρευση τροφής, επενδύουν λιγότερο στην απαραγωγή», εξηγεί η Μπάρλοου.Η μείωση των κλήσεων αποτελεί προειδοποίηση που πρέπει να μας ανησυχεί, λένε οι επιστήμονες.«Οι γαλάζιες φάλαινες είναι φύλακες του οικοσυστήματος. Ενσωματώνουν πολλές διεργασίες του ωκεανού. Το πού βρίσκονται και τι κάνουν μπορεί να σου πει πολλά για την υγεία του οικοσυστήματος», υπογραμμίζει η Μπάρλοου.Και οι επιπτώσεις ενός μόνο θαλάσσιου καύσωνα μπορούν να επιβιώσουν για καιρό, ακόμα κι αν ψυχρανθούν τα ύδατα.«Το Σφαιρίδιο ανέδειξε πραγματικά πόσο μακροχρόνιες μπορούν να είναι αυτές οι συνέπειες. Δεν πρόκειται μόνο για το τι συμβαίνει κατά τη διάρκεια του καύσωνα, είναι οι επιπτώσεις που διαρκούν μετέπειτα, ειδικά για μακρόβια ζώα όπως οι φάλαινες», συνεχίζει η Μπάρλοου.Αυτή η μακροβιότητα τις καθιστά σημαντικούς φύλακες του οικοσυστήματος. Αν ξεκινά να αραιώνει ο πληθυσμός ενός είδους ικανού να διασχίσει μια ολόκληρη ακτογραμμή, εξαιτίας της δυσκολίας εύρεσης τροφής που οδηγεί στην έλλειψη απαραγωγικού ενδιαφέροντος, οι ερευνητές λένε ότι αυτό μας δείχνει κάτι αδιαμφισβήτητο: κάτι βαθιά μέσα στο οικοσύστημα μεταβάλλεται. Και σε περιοχές όπου οι θαλάσσιοι καύσωνες τις βάλλουν ξανά και ξανά, αυτή η μεταβολή μπορεί να είναι μη αναστρέψιμη, αφήνοντας πίσω τους ένα θαλάσσιο τοπίο που έχει αλλάξει ριζικά.«Υπάρχει η πιθανότητα κάποια στιγμή να δημιουργηθεί ένα σημείο καμπής και τότε ίσως να μην επιστρέψουμε ποτέ στα προηγούμενα δεδομένα. Και αυτό έχει σημασία. Για το πώς ο ωκεανός απορροφά άνθρακα, για τα ψάρια που τρώμε και για το μέλλον των θαλάσσιων οικοσυστημάτων », προειδοποιεί η Μπενουά-Μπερντ.Θα μπορούσε να μας βοηθήσει να σώσουμε τον ωκεανό εάν αρχίσουμε να ακούμε τις φάλαινες;Ακόμη και τα ρηχά νερά, των οποίων η ηρεμία «διαταρράσσονταν» ανέκαθεν από τις γαρίδες, δεν ακούγονται πλέον το ίδιο. Μια έρευνα που δημοσιεύτηκε το 2022, παρατήρησε ότι οι γαρίδες, ένας από τους πιο δραστήριους θορυβοποιούς του ωκεανού, κάνουν εντονότερο και συχνότερο θόρυβο όσο τα νερά γίνονται θερμότερα. Πιθανόν, σύμφωνα με τους επιστήμονες, γιατί αισθάνονται ανήσυχες.Ένα από τα απαιτητικά σημεία στο να χρησιμοποιείς ήχο για να μετρήσεις τις αλλαγές που διεξάγονται σε ολόκληρο τον ωκεανό είναι η καθιέρωση ενός σημείου αναφοράς για το πώς ακούγεται ένας παρθένος ωκεανός. Η πανδημία του COVID-19 προσέφερε ένα σπάνιο πείραμα. Όταν σταμάτησε η παγκόσμια ναυτηλιακή δραστηριότητα, μια σύντομη σιωπή εξαπλώθηκε σε μεγάλο μέρος του πλανήτη, συμπεριλαμβανομένων των θαλασσών, πριν η παραγωγή εκτοξευθεί σε ακόμη ταχύτερους ρυθμούς.«Σίγουρα τα ζώα ανταποκρίθηκαν σε αυτή την αλλαγή. Άλλαξαν την κατανομή του πληθυσμού τους και χρησιμοποίησαν διαφορετικά το οικοσύστημα όταν πια δεν υπήρχαν άνθρωποι σε αυτό», λέει η Μπενουά-Μπερντ από το Ενυδρείο του Μοντερέι Μπέι.Μνημονεύει τον τρόπο με τον οποίο πολλοί παρατήρησαν την άγρια ζωή στους άδειους δρόμους των πόλεων. Στον ωκεανό, τα αποτελέσματα ήταν εξίσου βαθιά, απλώς δυσκολότερο να τα παρατηρήσεις. «Συνήθως δεν τείνουμε να σκεφτόμαστε ότι οι άνθρωποι βρίσκονται στον ωκεανό με τον ίδιο τρόπο, αλλά είμαστε. Βρισκόμαστε παντού», αναφέρει η Μπενουά-Μπερντ.Μολονότι οι επιστήμονες μόλις πρόσφατα ανακάλυψαν ορισμένα μοτίβα, απαιτούνται περισσότερα δεδομένα για να συνδέσουν συγκεκριμένους ήχους με συγκεκριμένες περιβαλλοντικές αλλαγές.«Είναι τόσο δύσκολο να γίνουν παρατηρήσεις στον ωκεανό. Ένα δίκτυο σαν κι αυτό ανοίγει την πόρτα σε τόσες δυνατότητες, για τη διατήρηση, για τη διαχείριση, για την άμβλυνση των επιπτώσεων», επισημαίνει ο Σάντορα της Εθνικής Υπηρεσίας Ωκεανών και Ατμόσφαιρας των ΗΠΑ.Οι φάλαινες ακολουθούν έναν πιο αργό ρυθμό σε σύγκριση με τα ψάρια, με διάρκεια ζωής κοντά στα 80 έτη και διάφορες γεναιές να συνυπάρχουν που δυσκολεύουν την παρακολούθηση γρήγορων μεταβολλών. Έτσι, ενώ οι πληθυσμοί τους έχουν αυξηθεί από τότε που σταμάτησε η φαλαινοθηρία, έχουν περάσει μόνο 30 γενιές, με τους επιστήμονες να θεωρούν πως ίσως χρειαστεί διπλάσιος αριθμός γεναιών για να κατανοήσουμε τις επιπτώσεις των απειλών που αντιμετωπίζουν σήμερα.«Η επιστήμη δείχνει ότι η κλιματική αλλαγή επηρεάζει τους ωκεανούς. Το βλέπουμε σε όλα τα τροφικά επίπεδα, σε όλα τα οικοσυστήματα. Το να ακούμε και να μαθαίνουμε από αυτούς τους τόπους είναι ζωτικής σημασίας για το μέλλον μας. Τώρα περισσότερο από ποτέ, είναι σημαντικό το να ακούσουμε»», καταλήγει η Ντόουν.