Όταν «τυφλώνονται» τα ραντάρ των ερευνών…
🕛 χρόνος ανάγνωσης: 5 λεπτά ┋
Το ερώτημα «τι τρέχει, τελικά, µε τις δηµοσκοπήσεις;» δεν είναι προφανώς καινούργιο. Συζητείται ωστόσο, τροφοδοτεί αντιπαραθέσεις και υποδαυλίζει τις γνωστές υπόνοιες κάθε φορά που οι εταιρείες ερευνών κοινής γνώµης παρουσιάζουν ευρήµατα που απέχουν µεταξύ τους όσο η ∆ύση από την Ανατολή. Εχουν βάση, άραγε, τα σενάρια που διακινούνται αφειδώς όποτε οι αριθµοί δεν κάνουν τη χάρη των κοµµάτων ή µήπως υπάρχουν ζώνες «τυφλές» και περιοχές δυσπρόσιτες που αδρανοποιούν τα ραντάρ των ερευνητών και παραµορφώνουν την εικόνα;
Η συσπείρωση
Η αλήθεια είναι ότι, όταν µια δηµοσκόπηση προσδιορίζει τη διαφορά της Νέας ∆ηµοκρατίας από τον ΣΥΡΙΖΑ στις 10 µονάδες και µια άλλη την κατεβάζει στα µισά ή και λιγότερο, το αποτέλεσµα είναι ένα: διαµορφώνεται κλίµα σύγχυσης και αναξιοπιστίας. Παρ’ όλα αυτά, αν οι έρευνες και των δύο κατηγοριών διαβαστούν προσεκτικά, το συµπέρασµα που θα προκύψει είναι ότι οι διαφορές που παρατηρούνται στην πρόθεση ψήφου οφείλονται όχι σε κάποιον «αφανή δάκτυλο», αλλά στο µείγµα της συσπείρωσης των κοµµάτων -του αριθµού, δηλαδή, όσων ψηφοφόρων τα επέλεξαν στην προηγούµενη εκλογή και δηλώνουν ότι θα τα επιλέξουν εκ νέουκαι του µεγέθους της ζώνης της αδιευκρίνιστης ψήφου.
Με άλλα λόγια, οι έρευνες που εµφανίζουν τη Νέα ∆ηµοκρατία να προηγείται µε διψήφια διαφορά βρίσκουν συνήθως τη συσπείρωση του ΣΥΡΙΖΑ να κυµαίνεται σε εξαιρετικά χαµηλά επίπεδα (45-50%) και τη στάθµη της δεξαµενής των αναποφάσιστων στα ύψη. Στον αντίποδα, οι έρευνες που καταγράφουν τη διαφορά των δύο κοµµάτων στη ζώνη των πέντε µονάδων δείχνουν τη συσπείρωση του ΣΥΡΙΖΑ σε σχετική άνοδο και τον αριθµό των αναποφάσιστων σε πτώση. Τι σηµαίνει αυτό; Ασχέτως της πρόθεσης ψήφου και των παρακινδυνευµένων αναγωγών που επιχειρούνται -πώς να κάνεις, άλλωστε, προβολές και εκτιµήσεις µε την αδιευκρίνιστη ψήφο κοντά στο 20%-, η διαφορά των δύο κοµµάτων θα ανοίγει όσο ο ΣΥΡΙΖΑ εµφανίζεται αποσυσπειρωµένος και θα κλείνει όσο προσελκύει αναποφάσιστους πρώην ψηφοφόρους του.
Το «κλειδί»
Με µια κουβέντα, το «κλειδί» της αξιοπιστίας των ερευνών βρίσκεται στον ακριβέστερο δυνατό προσδιορισµό όσων παραµένουν στην «γκρίζα» ζώνη της αδιευκρίνιστης ψήφου και στις διακυµάνσεις που εµφανίζει η συσπείρωση των κοµµάτων. Αν υποτιµηθεί η πολιτική καταγωγή αυτής της ζώνης, όπως και το γεγονός ότι δεν παραµένει σε ίση απόσταση από τους δύο εταίρους του διπολισµού, αφού το µεγαλύτερο τµήµα της έχει ψηφίσει µία τουλάχιστον φορά ΣΥΡΙΖΑ, οι πιθανότητες να εκτροχιαστεί µια έρευνα κοινής γνώµης δεν είναι λίγες.
Είναι ρεαλιστικό, όµως, κάτι τέτοιο; Μπορεί να προσδιοριστεί µε ακρίβεια πόσοι και ποιοι συνωθούνται στη δεξαµενή των αναποφάσιστων; Και κατά πόσο είναι δυνατόν να εκτιµηθεί η εκλογική συµπεριφορά όλου αυτού του ακροατηρίου, όταν τόσο η σιωπηλή ψήφος -αυτή, δηλαδή, που δεν δηλώνεται για πολιτικούς και προσωπικούς λόγους- όσο και οι παραπειστικές απαντήσεις πολλαπλασιάζονται µε γραµµική πρόοδο; Οι δηµοσκόποι απαντούν καταφατικά, υπό την προϋπόθεση ότι οι έρευνες που πραγµατοποιούνται -στη συντριπτική πλειονότητά τους τηλεφωνικές- αποτυπώνουν, σε γενικές γραµµές, την κοινωνική και µορφωτική σύνθεση του εκλογικού σώµατος, πράγµα που δεν είναι πάντα εύκολο να συµβεί.
Η κάλπη
Αναλυτές σε όλο τον κόσµο και στην Ελλάδα θεωρούν ότι το ποσοστό των πολιτών που διαθέτουν σταθερά τηλέφωνα, τα µοναδικά που εγγυώνται ακριβές δείγµα, διαρκώς µειώνεται, ενώ παράλληλη είναι η µείωση όσων δέχονται πλέον να συµµετάσχουν σε τηλεφωνικές µετρήσεις. Σύµφωνα µε διεθνείς έρευνες*, το ποσοστό ανταπόκρισης, από το 36% που βρισκόταν στα τέλη της δεκαετίας του ’90, έχει κατρακυλήσει στο 6% (!), δυσχεραίνοντας εξαιρετικά τις προσπάθειες διαµόρφωσης αντιπροσωπευτικού δείγµατος ερωτώµενων. Οι ειδικοί υποστηρίζουν ότι στη στατιστική δεν νοούνται αδιέξοδα και θεωρούν ότι το ∆ιαδίκτυο θα δώσει λύσεις στο µέλλον. Επί του παρόντος, πάντως, το κόστος τέτοιου τύπου ερευνών θεωρείται απαγορευτικό. Ούτως ή άλλως, η κάλπη -η κανονική κάλπη- παραµένει πάντοτε η εγκυρότερη δηµοσκόπηση.
Του ύψους...
Τα καλά νέα για την κυβέρνηση έρχονται από τον χώρο της οικονοµίας, όπου η προοπτική προεξόφλησης του ακριβού τµήµατος των δανείων του ∆ιεθνούς Νοµισµατικού Ταµείου δηµιουργεί κλίµα υπέρ της Ελλάδας στις αγορές. Πέρα από την κούρσα των ελληνικών οµολόγων και την παρότρυνση των διεθνών οίκων στους επενδυτές να «αγοράσουν» το story των µεγάλων ευκαιριών -είτε αυτό αφορά κρατικούς τίτλους είτε µετοχές ελληνικών επιχειρήσεων, οργανισµών και τραπεζών-, ο πρωθυπουργός έχει τη δυνατότητα να υποστηρίξει ότι το αφήγηµα του τέλους των µνηµονίων έχει πλέον υλική υπόσταση. Το αν αυτό αποδειχθεί παράµετρος ικανή να αποκολλήσει στρώµατα που παραµένουν στη ζώνη της «κρυφής ψήφου», θα φανεί στην κάλπη.
& του βάθους
Στον αντίποδα, η συντήρηση του δηµοσκοπικού προβαδίσµατος της Νέας ∆ηµοκρατίας δηµιουργεί κλίµα εκλογικής υπεροχής υπέρ της αξιωµατικής αντιπολίτευσης και απειλεί να εµπεδώσει αίσθηση επικείµενης πολιτικής αλλαγής. Στις συνθήκες που διαµορφώνονται και µε τον χρόνο διεξαγωγής των βουλευτικών εκλογών να «κλειδώνει» εκτός απρόοπτου για τον Οκτώβριο, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ανάγκη να βγει από την ευρωκάλπη µε ένα διαχειρίσιµο πολιτικά εκλογικό αποτέλεσµα, που θα διαψεύσει όσους ανεβάζουν τον πήχη της διαφοράς σε διψήφια επίπεδα. Αν το καταφέρει, όπως προεξοφλούν ο Τσίπρας και τα κυβερνητικά στελέχη, θα µεταφέρει το πρόβληµα στη Νέα ∆ηµοκρατία. Αν όχι, οι πολιτικές εξελίξεις ενδέχεται να επιταχυνθούν.
Live όλες οι εξελίξεις λεπτό προς λεπτό, με την υπογραφή του www.ethnos.gr