Πώς οι Πόντιοι έσωσαν τα παιδιά της Καλαµαριάς
Οι µνήµες από τη δύσκολη περίοδο της επέλασης του Γ' Ράιχ στη χώρα µας ξύπνησαν σε µια ξεχωριστή εκδήλωση τιµής και µνήµης🕛 χρόνος ανάγνωσης: 6 λεπτά ┋
Ηταν χειµώνας του 1941. Ο πρώτος κατοχικός χειµώνας. Η Ελλάδα βίωνε πρωτόγνωρες καταστάσεις. Οι κατοχικές δυνάµεις καταλήστευαν τη χώρα και άρπαζαν πρώτες ύλες και τρόφιµα. Τα αστικά κέντρα βίωσαν, όπως λένε οι ιστορικοί, τον χειρότερο λιµό από τους αρχαίους χρόνους, ενώ στην Αθήνα και στον Πειραιά οι νεκροί υπολογίζεται ότι ξεπέρασαν τους 40.000. Ιδια -ίσως και χειρότερη- ήταν η εικόνα όταν µπήκε το 1942. Οι περαστικοί εξοικειώθηκαν µε την ιδέα του θανάτου στους δρόµους µε τα αποστεωµένα κορµιά που σέρνονταν στους δρόµους και πάλευαν µε τα σκυλιά πάνω από τα σκουπίδια. Τα καµιόνια των δήµων µάζευαν κάθε πρωί πτώµατα και οι υπάλληλοι δεν άντεχαν καν να τα κοιτάζουν.
Στην Καλαµαριά της Θεσσαλονίκης, οι Πόντιοι, πρόσφυγες και οι ίδιοι, που µετρούσαν µια 20ετία στη νέα πατρίδα, πήραν την κατάσταση στα χέρια τους. Ο Ελληνικός Ερυθρός Σταυρός, σε συνεργασία µε το ποντιακό σωµατείο «Εύξεινος Λέσχη» και προσωπικότητες που ασχολούνταν µε τα κοινά, όπως ο Μιχάλης Μεταλλείδης και η Σοφία Ασλανίδου, ενηµέρωσαν όσους γνωστούς και φίλους είχαν στα χωριά της Μακεδονίας και έστειλαν περίπου 100 παιδιά για να τα σώσουν από την ασιτία και τον θάνατο. Είναι χαρακτηριστικό ότι στο Μεσιανό Γιαννιτσών, στην Πέλλα, οι 33 από τις 40 οικογένειες του χωριού φιλοξένησαν παιδιά, ενώ µικρά αγόρια και κορίτσια πήγαν σε οικογένειες στην Εορδαία Κοζάνης, στο Κιλκίς, στην Πέλλα και τη Φλώρινα. Μεγάλη συγκίνηση Οι µνήµες από εκείνη τη δύσκολη εποχή ξαναζωντάνεψαν χθες το βράδυ στο ∆ηµοτικό Θέατρο «Μελίνα Μερκούρη» της Καλαµαριάς, όπου διοργανώθηκε η εκδήλωση µνήµης και τιµής «Σε σένα που άπλωσες το στοργικό σου χέρι για να αγκαλιάσεις το ξενιτεµένο µου µικρό...
Η Καλαµαριά τιµά τα χωριά της Μακεδονίας που έσωσαν τα παιδιά από τη γερµανική Κατοχή». Αρκετοί απόγονοι εκείνων των οικογενειών αντάµωσαν µε κάποια από τα παιδιά -υπερήλικες σήµερακαι η συγκίνηση περίσσεψε. Την ιδιαίτερη εκδήλωση διοργάνωσαν ο ∆ήµος Καλαµαριάς, το Ιστορικό Αρχείο Προσφυγικού Ελληνισµού και η Εδρα Ποντιακών Σπουδών του ΑΠΘ, ενώ σηµαντική ήταν η συµβολή των φοιτητών της Εδρας, που ταξίδεψαν σε πολλά χωριά, κατέγραψαν προσωπικές µαρτυρίες, έψαξαν σε αρχεία και ανέσυραν συγκλονιστικές ιστορίες. «Τα παιδιά που φιλοξενήθηκαν ήταν αγόρια και κορίτσια ηλικίας 5-14 χρόνων και έµειναν µακριά από τα σπίτια τους, σε φιλόξενα σπίτια, που άνοιξαν τις πόρτες τους για να τα καλοδεχτούν – από δύο µήνες µέχρι δύο χρόνια.
Οι κάτοικοι των χωριών δεν δίστασαν στιγµή να πάρουν µια τέτοια απόφαση για να σώσουν τα παιδιά. Ηταν και οι ίδιοι πρόσφυγες και οι µνήµες τους από την ταλαιπωρία που υπέστησαν αρκετά πρόσφατες» δήλωσε στο «Εθνος» ο καθηγητής της Εδρας Ποντιακών Σπουδών του ΑΠΘ, Κυριάκος Χατζηκυριακίδης. «Αρκετά από αυτά τα παιδιά διατήρησαν επαφές και µετά τον πόλεµο µε τις οικογένειες που τα φιλοξένησαν. Είχαν δεθεί µαζί τους. Αντάλλασσαν τα νέα τους, επισκέψεις και δώρα. Κάποιες οικογένειες έκαναν δώρα και προικιά στους γάµους των παιδιών αυτών, σαν να ήταν δικά τους» ανέφερε ο κ. Χατζηκυριακίδης. Ο Γιώργος Σαγµατόπουλος περνούσε δύσκολα τον χειµώνα του 1941 στο σπίτι του στην Καλαµαριά. Ετριβε δύο ελιές σε µια φέτα ψωµί και το έτρωγε. Ποτέ δεν είχε δεύτερη φέτα, παρότι αρκετές φορές θα ήθελε.
Ο Ερυθρός Σταυρός ενηµέρωσε τη µητέρα του για το πρόγραµµα και εκείνη συµφώνησε να φύγει για λίγο από το σπίτι και να… σωθεί από την ασιτία. Με το τρένο βρέθηκε στην Πτολεµαΐδα. Σε όλη τη διαδροµή έκλαιγε, µικρό αγόρι ήταν… «Μην κλαις, αγόρι µου, πάµε στο σπίτι» του είπε ένας άγνωστος άντρας ο οποίος τον παρέλαβε από τον σταθµό. Στο σπίτι όπου τον πήγε του έβαλαν να φάει ζυµωτό ψωµί µε τυρί. Στο τέλος, µάζευε µε το χέρι του τα ψίχουλα, καθώς ήταν φανερό ότι δεν είχε χορτάσει. «Θα φας και άλλο, αγόρι µου, έχει αρκετό ψωµί εδώ» του είπε ο ιδιοκτήτης του σπιτιού, τον οποίο ο Γ. Σαγµατόπουλος θα αποκαλούσε «πατέρα», διότι τον ένιωθε έτσι. Οταν εκείνος ο άντρας πέθανε, τον έκλαψε, στην εκκλησία την ώρα της κηδείας φώναζε «µπαµπά µου, µπαµπά µου» και οι χωριανοί διερωτώντο αν ο νεκρός είχε και άλλο γιο. Λίγα χρόνια µετά ένας συµβολαιογράφος από την Πτολεµαΐδα τον ενηµέρωσε ότι εκείνος ο άνδρας, ο οποίος τον είχε φιλοξενήσει στο σπίτι του και του είχε φερθεί σαν µέλος της οικογένειάς του, του άφησε ένα διαµέρισµα στην πόλη.
Το κορίτσι που «ποτέ δεν ζήτησε τη µάνα του»
Η Κυριακή Χαζαρίδου-Σανδαλίδου από τα Κοµνηνά Κοζάνης θυµήθηκε το κοριτσάκι το οποίο έφερε ο πατέρας της εκείνο τον βαρύ χειµώνα. «Ετρωγε µε πολλή όρεξη µια φέτα ψωµί µε βούτυρο. Εµείς ούτε να το δούµε το βούτυρο. Αδύνατο πολύ ήταν, σαν καλαµάκι. Ηταν τόσο πεινασµένο, που έτρωγε ό,τι του έδινε η µάνα µου. Ποτέ δεν είπε “δεν τρώω αυτό, δεν τρώω εκείνο”. Ποτέ δεν ζήτησε κάτι και µου έκανε εντύπωση ότι όσο έµεινε κοντά µας ποτέ δεν ζήτησε τη µάνα του. Στο σπίτι µας βρήκε άσυλο» είπε. Στη χθεσινή εκδήλωση προβλήθηκαν βίντεο µε ιστορίες ανθρώπων που θυµήθηκαν πολλές σπαρακτικές ιστορίες οι οποίες τίµησαν τα χωριά της Μακεδονίας, τις οικογένειες που φιλοξένησαν παιδιά και τους πρωτεργάτες αυτής της δράσης. Ανάµεσά τους και την Αννα Θεοφύλακτου, πρώην πρόεδρο της Μέριµνας Ποντίων Κυριών, η οποία συνεισέφερε τα µέγιστα στην έρευνα προκειµένου να βρεθούν στοιχεία.
«Χειμωνιάτικο» Σαββατοκύριακο με καταιγίδες, μποφόρ και πτώση της θερμοκρασίας - Προβλήματα λόγω ανέμων
Νέες αποκαλύψεις για την Ειρήνη Μουρτζούκου - Υποδυόταν τη μητέρα του Παναγιωτάκη σε δημοσιογράφο
Πρώτη φορά στην ιστορία των ΗΠΑ παιδί προσβάλλεται από γρίπη των πτηνών
Είναι το «Labour» της Paris Paloma το φεμινιστικό anthem της Gen Z;
Live όλες οι εξελίξεις λεπτό προς λεπτό, με την υπογραφή του www.ethnos.gr