September Says: Μια συγκινητική και καθηλωτική εξερεύνηση της εφηβείας - Η Ariane Labed στην Αθήνα
🕛 χρόνος ανάγνωσης: 7 λεπτά ┋

Η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία «September Says», σε σκηνοθεσία της Ariane Labed, που έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα της στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου των Καννών και στη συνέχεια στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Θεσσαλονίκης κυκλοφορεί στις κινηματογραφικές αίθουσες σε όλη την Ελλάδα από την Πέμπτη 20 Μαρτίου από τη Feelgood. Αποτελεί την κινηματογραφική διασκευή του μυθιστορήματος «Sisters» της Daisy Johnson (της νεότερης υποψήφιας για βραβείο Διεθνές Βραβείο Μπούκερ- Booker International Prize).
«Όταν άρχισα να μελετώ το έργο της, ένιωσα τρομερό άγχος. Ήταν σαν να κρατούσα στο ένα χέρι κάτι πολύτιμο και στο άλλο ένα νυστέρι για να εκτελέσω μία τομή πάνω του. Μία δύσκολη διαδικασία λεπτών χειρισμών. Αλλά μου έδωσε την ευλογία της να το οικειοποιηθώ και ήταν πολύ ενθουσιασμένη με την ιδέα να ανακαλύψει τη δική μου προσέγγιση στην ιστορία της. Το μυθιστόρημα θεωρείται "γοτθικό" και χρησιμοποιεί κώδικες τρόμου. Για αυτή την κινηματογραφική μεταφορά, χειρίστηκα το ζήτημα του είδους με τον μοναδικό τρόπο που μου φαινόταν αυθεντικός και οικείος· έτσι, τα στοιχεία του τρόμου και της αγωνίας ενσωματώθηκαν στην τρομακτική εμπειρία των τοξικών σχέσεων. Είναι η λεπτή γραμμή ανάμεσα στη φροντίδα και την καταστροφή» αναφέρει η Ariane Labed.
Η ταινία «September Says» είναι μια ταινία για δύο νεαρά κορίτσια που έρχονται αντιμέτωπα με τον κόσμο, τη μεταμόρφωση που βιώνουν στην εφηβεία καθώς προσπαθούν να μεγαλώσουν. Μέσα από τα μάτια, τις αισθήσεις και τις εμπειρίες της Τζουλάι εισερχόμαστε στον κόσμο της, τον οποίο ενορχηστρώνει η Σεπτέμπερ, η κατά δέκα μήνες μεγαλύτερη αδελφή της. Τα ερωτήματα σχετικά με την προέλευση της εμφανούς ανασφάλειας της Τζουλάι και της συχνά σαδιστικής εξουσίας που ασκεί η Σεπτέμπερ παραμένουν ανοιχτά, αν και η ταινία εγείρει το θέμα της φύσης έναντι της ανατροφής.
«Θέλω ν' ακολουθήσουμε τους χαρακτήρες με οδηγό την εσωτερική τους λογική έτσι όπως αποκαλύπτεται μπροστά στα μάτια μας. Από έναν κόσμο που μας είναι οικείος (σχολείο, πόλη, σπίτι) σ' έναν κόσμο που δίνει χώρο για προβολές και ενδοσκόπηση (το παλιό εξοχικό, η φύση, η θάλασσα). Προσπαθώ να εξερευνήσω την ένταση που δημιουργεί η οικειότητα όταν την κοιτάζουμε μέσα από ένα άλλο πρίσμα. Αυτό που μου φαίνεται ενδιαφέρον είναι η γραμμή ανάμεσα σε αυτό που μοιάζει φυσιολογικό και σε αυτό που μοιάζει υπερφυσικό. Το ενδιαφέρον μου πηγάζει επίσης από την επιθυμία να δείξω ό,τι συνήθως κρύβουμε στον κινηματογράφο — μια σερβιέτα, το καθάρισμα της τουαλέτας, το να πληρώνεις για ένα ποτό σ' ένα μπαρ, ν' αμφιβάλλεις αν ονειρεύεσαι, να κάνεις σεξ ενώ σκέφτεσαι άλλα πράγματα…
Η ένταση προέρχεται επίσης από αυτά που καταλαβαίνουμε ότι είναι ικανή να κάνει η Σεπτέμπερ. Η Τζουλάι φαίνεται να κινδυνεύει στο σχολείο και μπορεί να βασιστεί μόνο στη Σεπτέμπερ για να τη σώσει. Αυτή είναι η καρδιά της συνεξάρτησης μεταξύ των αδελφών. Η Τζουλάι παίρνει ρίσκα – αλλά όταν αποδέχεται την προστασία της μεγαλύτερης αδελφής της, πρέπει επίσης να αποδεχτεί τους κανόνες των παιχνιδιών της. Η Mia Tharia (Τζουλάι) και η Pascale Kann (Σεπτέμπερ) προσέγγισαν τους ρόλους τους χωρίς να κρίνουν ούτε τους εαυτούς τους ούτε τους άλλους. Ήταν πρόθυμες να εξερευνήσουν και να είναι αστείες, ενώ βρήκαν ευχαρίστηση στο να χτίσουν αυτούς τους χαρακτήρες από κοινού.
Η απόλυτη επιθυμία μου να εστιάσω την ιστορία στις αδελφές και τη μητέρα τους, τη Σίλα, θέτει τους άντρες στο περιθώριο. Ο πατέρας παραμένει οικειοθελώς ένα μυστήριο και η απουσία του δεν κατέχει κεντρική θέση στην ιστορία. Ο τεχνικός του ίντερνετ είναι εκεί για να εγκαταστήσει τη σύνδεση και γίνεται το αντικείμενο των σκληρών παιχνιδιών της Σεπτέμπερ . Ο άντρας στο μπαρ αποδέχεται τη σεξουαλική συναλλαγή που υποκινεί η Σίλα. Τέλος, ο Τζον είναι εκεί για την πρώτη σεξουαλική εμπειρία και την «αποκάλυψη» της Τζουλάι. Λειτουργούν σαν βασικοί ρόλοι που εξυπηρετούν τους γυναικείους χαρακτήρες» προσθέτει.
Η ταινία γυρίστηκε σε φιλμ
Το πρώτο μέρος γυρίστηκε σε 16mm και το δεύτερο σε 35mm. Αυτή η αλλαγή φορμά είναι ένας ακόμα διακριτικός τρόπος να υποδηλωθεί πώς αλλάζει η αντίληψη της Τζουλάι για την πραγματικότητα. «Το φιλμ είναι ένα μέσο που αγαπώ – όχι μόνο για την αισθητική του, αλλά και για την αίσθηση ότι αυτό που γυρίζεις είναι πολύτιμο». Ανάμεσα στο «action» και το «cut», ο χρόνος μεταμορφώνεται. Νιώθεις σαν να μπορείς ν' ακούσεις το φιλμ να εκτυπώνεται· υπάρχει κάτι τόσο συγκεκριμένο και απτό σε αυτό. Η υφή του φιλμ προσθέτει μία ακόμη στρώση μυθοπλασίας, νιώθεις ότι δημιουργείς έναν πίνακα. «Υπάρχει η αίσθηση ότι ξεναγώ τον θεατή σε ένα ταξίδι σ' έναν επινοημένο κόσμο. Δεν προσπαθούμε να αναπαραστήσουμε την πραγματικότητα· δημιουργούμε έναν άλλο κόσμο».
Όπως και στην πρώτη της μικρού μήκους ταινία, «Olla», ήθελε να εστιάσει την προσοχή της στα σώματα μέσα στον χώρο και τις αλληλεπιδράσεις τους. Ήθελε να κινηματογραφήσει σώματα σε αυτούς τους κλειστούς χώρους αλλά και στην ανοιχτοσύνη που προσφέρει η φύση. Εστίασε σε ευρείες λήψεις που άφηναν χώρο για την εμφάνιση και την εξαφάνιση των σωμάτων στο κάδρο. Οι αδελφές έχουν μια κοινή γλώσσα σώματος, που συγχωνεύεται με εκείνη της Σίλα. Μοιράζονται μια μουσικότητα, σαν έναν ήχο που τις ενώνει, έναν ύμνο. «Μέσα από τις στιγμές παιχνιδιού και αλληλεπίδρασης προσπάθησα να δώσω μια αίσθηση ελαφρότητας στο ύφος της ταινίας. Η οικειότητα είναι ένα μέρος όπου το ασυνήθιστο συνυπάρχει με το διασκεδαστικό, μία περιοχή που εξερεύνησα χωρίς πάθος ή μελοδραματισμό».
Πώς ήταν η ατμόσφαιρα κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων;
Αυτή ήταν η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία που σκηνοθέτησα, αλλά είμαι πολύ εξοικειωμένη με τα κινηματογραφικά σετ, έχοντας περάσει πολύ χρόνο σε αυτά ως ηθοποιός. Ξέρω επίσης σε ποιο βαθμό τα γυρίσματα μπορεί να είναι μια ευκαιρία για ορισμένους ανθρώπους να ασκήσουν την κυριαρχία τους. Γι' αυτό ήμουν πραγματικά πρόθυμη να δημιουργήσω έναν φιλόξενο και ευχάριστο χώρο στο σετ, όπου κυριαρχούσε μία παιχνιδιάρικη διάθεση. Ήταν πέντε εβδομάδες έντονης χαράς για μένα και ελπίζω όλοι οι συνεργάτες μου να μπορούν να πουν το ίδιο.
Μιλήστε μας για τις ηθοποιούς της ταινίας σας.
Η Mia Tharia, η Pascale Kann και η Rakhee Thakrar αποτελούν την ψυχή της ταινίας. Είναι όλες πολύ διαφορετικές μεταξύ τους, αλλά είναι και οι τρεις συναισθηματικά ανοιχτόκαρδες και απίστευτα γενναιόδωρες. Συμφώνησαν να αναζητήσουν και να αφεθούν να «χάσουν τον εαυτό τους» μαζί μου. Οι ερμηνείες τους είναι απόλυτα μοναδικές χάρη στην ευαισθησία, τη δύναμη και την έντασή τους. Δεν θα μπορέσω ποτέ να τις ευχαριστήσω επαρκώς για την εμπιστοσύνη που μου έδειξαν
Τι μάθατε από τη δημιουργία αυτής της ταινίας;
Ότι υπάρχουν περισσότεροι από έναν τρόποι να δημιουργήσεις μία ταινία.
Πότε σκεφτήκατε για πρώτη φορά να βρεθείτε πίσω από την κάμερα; Ποιες είναι οι επιρροές σας;
Ήθελα να γίνω σκηνοθέτιδα στο σετ της πρώτης μου ταινίας: το Attenberg της Αθηνάς Ραχήλ Τσαγγάρη. Έχω μια βαθιά αγάπη για το επάγγελμα της ηθοποιού, αλλά πάντα διατηρούσα την ελπίδα να σκηνοθετήσω. Έτσι, η πρώτη μου επιρροή ήταν αυτή η πρώτη ταινία που αγαπώ τόσο πολύ, αλλά η σκηνοθέτιδα που παραμένει το απόλυτο ορόσημο για εμένα είναι η Chantal Akerman.
Κραυγή απόγνωσης Έλληνα κτηνοτρόφου στο OPEN: «Ποια φέτα; Σε λίγο δε θα έχουμε γάλα ούτε για γιαούρτι»
Δύσκολες ώρες για τον πατέρα της Μέγκαν Μαρκλ - Ακρωτηριάστηκε το πόδι του και νοσηλεύεται στην εντατική
Κλήρωση Μουντιάλ 2026: Οι 12 όμιλοι για το μεγάλο ποδοσφαιρικό ραντεβού του καλοκαιριού
«Η Τουρκία εγκαταλείπει τα S-400 και ξεκινάει να προμηθεύεται F-35», λέει ο πρέσβης των ΗΠΑ στην Άγκυρα
Live όλες οι εξελίξεις λεπτό προς λεπτό, με την υπογραφή του www.ethnos.gr
δημοφιλές τώρα: 



