Γεννημένος και μεγαλωμένος στα Χανιά, ο Μιχάλης Μαλανδράκης κουβαλάει μέσα του τη γλυκόπικρη αντίθεση της κρητικής γης: τη ρουτίνα της επαρχίας που τον έπνιγε, μα και την παράδοξη ησυχία που τον διαμόρφωσε. Τα παιδικά του χρόνια, με φόντο τους μεγάλους, σιωπηλούς χειμώνες και τις ερημωμένες γειτονιές, έμοιαζαν μ' έναν καμβά πάνω στον οποίο αποτυπώθηκε η πρώτη ύλη της δημιουργικότητάς του. Αργότερα, όταν μετακόμισε στο βουητό της Αθήνας, η φασαρία και οι αμέτρητες επιλογές της, λειτούργησαν ως ο καταλύτης που του επέτρεψε ν' ανακαλύψει τη δική του, αυθεντική φωνή.Ο Μιχάλης, από μικρός, υπήρξε ένας «συνεπής» άνθρωπος: μαθητής υπόδειγμα, φίλος ισορροπημένος, νεαρός γεμάτος ευθύνη. Όμως, όπως και οι ήρωες των βιβλίων του, αναγκάστηκε να σπάσει τις αλυσίδες του «πρέπει». Από το συγγραφικό του ντεμπούτο «Patriot» μέχρι το πρόσφατο μυθιστόρημά του «Δυναμώστε τη μουσική, παρακαλώ» από τις εκδόσεις Πόλις, ο βραβευμένος συγγραφέας φαίνεται ν' αντλεί από την προσωπική του αναμέτρηση με την τελειότητα και να μεταμορφώνει τις εμπειρίες του σε ιστορίες που ρίχνουν φως στις πιο σκοτεινές πτυχές της ανθρώπινης ψυχής.Παράλληλα, η παρουσία που έχει στο θέατρο, με έργα όπως τα «Όνειρα Γλυκά» στο θεάτρο «ΠΟΛΗ - Δάνης Κατρανίδης», για ακόμα δύο Δευτέρες (20-27/1), αποδεικνύει ότι οι αφηγήσεις του μπορούν να πάρουν πολλές μορφές, είτε μέσα από τις σελίδες ενός βιβλίου, είτε στη σκηνή, εκεί που ζωντανεύουν μπροστά στο κοινό. Με τις λέξεις του, ο Μιχάλης Μαλανδράκης χτίζει κόσμους που δεν φοβούνται ν' ακουμπήσουν τη μελαγχολία, τον θυμό ή την πτώση. Κι όπως οι ήρωές του, έτσι και ο ίδιος ξέρει να μετατρέπει τα πιο δύσκολα κομμάτια της ζωής σε κάτι βαθιά ανθρώπινο.Σήμερα, έχοντας καθιερωθεί ως μία από τις πιο αυθεντικές λογοτεχνικές φωνές της γενιάς του, ο ίδιος μας μιλά για την πορεία του, τις ιστορίες που τον διαμορφώνουν και την αγωνία του να βρει τη δική του ισορροπία ανάμεσα στη νηνεμία και τη φασαρία. 350781_1Στο πρόσφατο βιβλίο σας «Δυναμώστε τη μουσική, παρακαλώ», ο ήρωάς σας περνά από τον πόλεμο στο Σαράγεβο στην παρουσίαση τηλεπαιχνιδιών αμφιβόλου ποιότητος. Πιστεύετε ότι η σύγχρονη ελληνική κοινωνία έχει τάσεις δραματικής «μεταστροφής» όπως ο Χάρης;Νομίζω ότι υπήρξε μια περίοδος ευμάρειας και μεταστροφής πριν τρεις δεκαετίες, ίσως μία σταδιακή μεταστροφή από το συλλογικό στο ατομικό που συνεχίζει παγκόσμια και τοπικά έως και σήμερα. Δραματική μεταστροφή όχι, δεν νομίζω πως έχει η σύγχρονη ελληνική κοινωνία. Ίσως περισσότερο μία σταθερή πορεία προσπάθειας εκσυγχρονισμού και εξευρωπαϊσμού χωρίς να καταφέρνει, όμως, να απομακρυνθεί από τον βαθιά συντηρητικό της πυρήνα.Ο ήρωάς σας μοιάζει ν’ αποζητά τη διαφυγή από τη ζωή του μέσα από την αλλαγή που κάνει στη δουλειά του, ενώ παράλληλα αφήνεται να παρασυρθεί από την κοσμική ζωή του επαγγέλματος. Πιστεύετε ότι οι μεγάλες αλλαγές στην καθημερινότητά μας είναι τρόπος ανακάλυψης ή φυγής;Πιστεύω ότι είναι ενστικτώδεις και καμιά φορά απελπισμένες προσπάθειες, για να ξεφύγουμε, χωρίς πάντα μακροπρόθεσμα να έχουν το επιθυμητό αποτέλεσμα. Όμως, είναι λογικό και ανθρώπινο να προσπαθούμε να αλλάξουμε κάτι, οτιδήποτε, όταν δεν νιώθουμε καλά. Συνήθως, όμως, η αιτία είναι εσωτερική και βαθύτερη και παραμένει παρά τις εξωτερικές αλλαγές. Μπορείς να τη ξεγελάς ή να τη διασκεδάζεις και να την καλύπτεις, όπως ο. Χάρης στο μυθιστόρημα, αλλά δεν είμαι σίγουρος πως την επιλύεις τόσο εύκολα. Αλλά είναι ένας τρόπος να προχωράς. Νομίζοντας πως αλλάζεις, χωρίς να αλλάζεις.Το τέλος του βιβλίου είναι ανοιχτό και μελαγχολικό. Θεωρείτε ότι η ζωή συχνά προσφέρει περισσότερες ερωτήσεις παρά απαντήσεις;Ναι, νομίζω έτσι είναι. Το συνειδητοποιώ ίσως καλύτερα όσο μεγαλώνω, είναι όλα πολύ σύνθετα, ασαφή και αβέβαια. Θεωρώ ότι τα ανοιχτά τέλη ανταποκρίνονται περισσότερο στην ρευστότητα της πραγματικότητας. Βέβαια, κάποιοι θέλουν στις ιστορίες να βλέπουν τον κόσμο επιτέλους να μπαίνει σε τάξη, αλλά προσωπικά με γοητεύει περισσότερο αυτό που ανοίγεται στο άπειρο, που νοηματικά δεν κλείνει ποτέ. Είναι στο υλικό του ανθρώπου οι αναπάντητες ερωτήσεις, το άγνωστο. Ξέρουμε πώς προήλθαν όλα; Ξέρουμε πως θα τελειώσουν όλα αυτά, γύρω μας; Στις σημαντικότερες ερωτήσεις, δεν έχουμε απαντήσεις. Γι’ αυτό ένας άνθρωπος σίγουρος για όλα, φαίνεται γελοίος. Και γι’ αυτό ένα ανοιχτό τέλος αντανακλά καλύτερα την δική μας απορία, ενώ κοιτάμε τον ουρανό και τα άστρα.Πότε ήταν η στιγμή που ξεκινήσατε να γράφετε και πώς σας έχει βοηθήσει η ψυχοθεραπεία;Κάνω ελάχιστο χρόνο ψυχοθεραπείας και μάλιστα σταματάω συνέχεια και τη διακόπτω, οπότε δεν μπορώ να πω ότι έχω συνειδητοποιήσει πολλά. Σίγουρα όσο μαθαίνεις τον εαυτό σου, καθαρίζουν περισσότερο και τα πράγματα που σ' έχουν σημαδέψει και ίσως θέλεις ν' αφηγηθείς. Αλλά αν έλεγα ότι έχει φωτίσει τη γραφή μου, θα έλεγα ψέματα.Αν έπρεπε να διαλέξετε ανάμεσα στη συγγραφή ενός ακόμα μυθιστορήματος ή ενός σεναρίου που θα γυριζόταν σε ταινία, τι θα προτιμούσατε;Νομίζω το δεύτερο, αφενός γιατί δεν το έχω βιώσει ως εμπειρία μέχρι τώρα κι αφετέρου γιατί πρώτα αγάπησα το σινεμά, σχεδόν έμαθα τον κόσμο μέσα από τις ταινίες στο λάπτοπ μου, οπότε θα με συγκινούσε νομίζω αρκετά αν συνέβαινε. Υπάρχει ένα σενάριο μεγάλου μήκους που προσπαθούμε. Οπότε ελπίζω ίσως, κάποτε...Στο θεατρικό σας έργο «Όνειρα Γλυκά» αναφέρεστε στην επιδίωξη της ευτυχίας. Πώς ερμηνεύετε την έννοια της «ευτυχίας» στη δική σας ζωή;Υγεία για τους γονείς και τους φίλους μου, συντροφικότητα μέχρι τα γεράματα, όρεξη για δημιουργία για να κερδίζουμε την ρουτίνα και να κυνηγάμε την ομορφιά χωρίς φαντασιώσεις για νίκες και σπουδαιολογήσεις, ηρεμία χωρίς συγκρούσεις κι ένα πρωτάθλημα, επιτέλους, για τον Παναθηναϊκό. Δηλαδή την ερμηνεύω με πολλά και διαφορετικά πράγματα, άλλα σημαντικά και άλλα λιγότερα. Είναι σύνθετο πράγμα η ευτυχία, για αυτό δεν υπάρχει ποτέ «απόλυτη». Ίσως ευτυχία είναι να είσαι πολύ μεγάλος, ηλικιωμένος, και να είσαι χορτάτος. Ίσως μόνο κοιτώντας προς τα πίσω να αισθάνεσαι ευτυχισμένος. Τη στιγμή που τη βιώνεις, πάντα κάτι δεν είναι αρκετό.Οι ήρωες σας χαρακτηρίζονται συχνά από μεγάλες αντιθέσεις. Καταλήγουν διαφορετικοί σε σχέση με το πώς ξεκίνησαν. Αν μπορούσαν να σας περιγράψουν, τι πιστεύετε ότι θα έλεγαν για εσάς;Ναι, με γοητεύουν οι μεγάλες και δραματικές αλλαγές στις ζωές των ανθρώπων. Εκείνες που φαίνονται ακατανόητες στο βλέμμα των πολλών. Για εμένα τι να έλεγαν; Ήσυχος, κοινωνικά αδέξιος και απαισιόδοξος ίσως. Είναι δύσκολο να πεις πώς σε βλέπουν οι άλλοι, γιατί εξαρτάται τι κομμάτι του εαυτού σου φανερώνεις στους «άλλους». Απλά μερικές φορές νιώθω πως δεν φανερώνω ό,τι υπάρχει μέσα μου. Πολλές φορές νιώθω πως κάτι συμβαίνει εκεί, πολύ έντονο και ζωηρό, ενώ δεν το εκδηλώνω. Δε ξέρω. Ίσως έτσι να νιώθουν οι περισσότεροι.Εχετε δηλώσει ότι στην επαρχία υπήρχε σιωπή που σας «τρέλαινε». Πώς συγκρίνετε την ηρεμία της επαρχίας με τη ζωντάνια της Αθήνας;Ναι, έτσι είναι. Δε ξέρω γιατί με τάραζε περισσότερο η σιωπή από τον θόρυβο. Ίσως γιατί ήμουν πολύ μικρός και διψούσα για εμπειρίες, για ιστορίες που έβλεπα στο σινεμά. Έχει διαφορά και η σιωπή με την ηρεμία. Δυστυχώς στην επαρχία η ηρεμία ορισμένες φορές γίνεται σιωπή. Και στην πόλη η ζωντάνια φασαρία και θόρυβος. Νομίζω έως τώρα κινούμαι πιο άνετα μες τον θόρυβο, επειδή περιέχει πολλά, επειδή ικανοποιεί την νεανική περιέργεια και όρεξη για νέα ερεθίσματα. Ίσως για αυτή η επαρχία απολαμβάνεται κυρίως από πιο ηλικιωμένο πληθυσμό. Επειδή δεν έχει ανάγκη για κάτι νέο και καινούργιο. Πάντως, θα έπρεπε να υπάρχει ένα κομμάτι επαρχίας μες της πόλης. Λίγη φύση παραπάνω. Και αντίστοιχα λίγο παραπάνω πόλη στην επαρχία.Πιστεύετε ότι οι νέοι σήμερα βλέπουν το μέλλον τους πιο αισιόδοξα ή πιο απαισιόδοξα απ’ ό,τι εσείς ήσασταν έφηβος;Πιο απαισιόδοξα. Νομίζω ότι η απαισιοδοξία είναι διάχυτη, είναι παγκόσμιο φαινόμενο κι όχι αναίτια, προκύπτει είναι την ευρύτερη συνειδητοποίηση πως ο πλανήτης παρακμάζει και απειλείται. Η κλιματική απειλή, που είναι πιο έντονη ίσως από ποτέ, δημιουργεί μια γενικότερη μηδενιστική αίσθηση ότι τίποτα δεν θα κρατήσει πολύ. Είτε εκφράζεται κωμικά είτε πιο κυριολεκτικά, ενέχει μια αλήθεια και μια ανησυχία.Πώς νιώθετε για το χαρακτηρισμό σας ως λογοτεχνική φωνή της Γενιάς Ζ; Αντανακλά αυτό την ταυτότητά σας;Να είμαι ειλικρινής δεν τα πάω καλά με τις γενιές και τις ακόλουθες ταυτότητες. Και ούτε με τις λογοτεχνικές ταυτότητες.Πώς βλέπετε την αναγνωστική συμπεριφορά στη χώρα μας; Πιστεύετε ότι οι νέοι ενδιαφέρονται για τη λογοτεχνία;Η πλειοψηφία νομίζω πως όχι. Υπάρχουν κάποιοι αναγνώστες, αλλά τη γενιά μου τη συναντάς κυρίως στο θέατρο και στο σινεμά. Το βιβλίο μένει πίσω και πρέπει να προσπαθήσουμε να επανακερδισουμε τους νέους αναγνώστες. Δεν είναι χαμένη μάχη, γιατί όλοι είναι εν δυνάμει αναγνώστες. Αν σ' ενδιαφέρει η ζωή, σ' ενδιαφέρει και η λογοτεχνία. Και το αντίστροφο.Στην Ελλάδα του σήμερα, ποιο θεωρείτε ότι είναι το πιο υποτιμημένο ζήτημα που αξίζει περισσότερη προσοχή από τη πολιτεία;Αυτήν την περίοδο δε γίνεται να μην πω την ακρίβεια. Δεν είναι βιώσιμη, δεν είναι ανάλογη της οικονομικής δυνατότητας της πλειοψηφίας.Ποιο είναι το μεγαλύτερο όνειρό σας ως συγγραφέας; Υπάρχει κάποιο θέμα ή είδος που θα θέλατε να εξερευνήσετε στο μέλλον;Το μακρινό μου όνειρο και απατηλό να μπορέσω να ζήσω από τη συγγραφή κάποτε. Ίσως πιο κοντινό, να μεταφραστεί κάποιο βιβλίο. Στο μέλλον θα ήθελα να γράψω μία ερωτική ιστορία, που να έχει καλό τέλος.