Η μάχη του Μπρέιβχαρτ: Η σκωτσέζικη επανάσταση του Ουίλιαμ Ουάλας
Ο Σκωτσέζος ηγέτης τόνωνε το ηθικό τους εξηγώντας τι περίμενε από αυτούς και πλημμυρίζοντάς τους με ενθουσιασμό🕛 χρόνος ανάγνωσης: 14 λεπτά ┋
Ο Ουίλιαμ Ουάλας προχωρούσε με αυτοπεποίθηση ανάμεσα στους στρατιώτες του καβάλα στο άλογό του. Χιλιάδες άνδρες ήταν παραταγμένοι σε υψηλό έδαφος κοντά στο αβαείο των Αυγουστίνων του Κάμπουσκενεθ, έξω από το Στέρλινγκ. Στέκονταν ακίνητοι και κοιτούσαν από ψηλά τον αγγλικό στρατό, που είχε συγκεντρωθεί ούτε ένα μίλι μακριά, παρακολουθώντας προσεκτικά τις κινήσεις τους.
Κάπου-κάπου ακουγόταν μια ζητωκραυγή και ένα προκλητικό τραγούδι. Ο Ουάλας τόνωνε το ηθικό τους εξηγώντας τι περίμενε από αυτούς και πλημμυρίζοντάς τους με ενθουσιασμό. Αυτή θα ήταν η στιγμή της δόξας τους. Ήταν μια ευκαιρία για να δώσουν τη Σκωτία πίσω στους Σκωτσέζους. Ήταν λίγο πριν από το χάραμα της 11ης Σεπτεμβρίου 1297.
Παρά την ελαφριά αύρα και την πρωινή παγωνιά, σύντομα η ατμόσφαιρα επρόκειτο να ζεσταθεί. Λίγες μέρες πριν οι Σκωτσέζοι είχαν πολιορκήσει το κάστρο του Ντάντι, το οποίο κατείχαν οι Άγγλοι χάρη στη νίκη τους στο Ντάνμπαρ την περασμένη χρονιά. Ωστόσο, όταν ο Ουάλας πληροφορήθηκε ότι ο αγγλικός στρατός προήλαυνε προς τη Σκωτία κατόπιν εντολών του Άγγλου βασιλιά Εδουάρδου Α΄, ματαίωσε την πολιορκία και οδήγησε τους άνδρες του νότια για να συναντήσει τον παλιότερο και πιο φοβερό εχθρό του.
Οι Σκωτσέζοι ήταν ένα συνονθύλευμα
Οι Άγγλοι δεν είχαν το στοιχείο του αιφνιδιασμού, φαίνονταν όμως πολύ εντυπωσιακοί. Ο Ουάλας τους παρακολούθησε να συγκεντρώνονται νότια του ποταμού, παρατηρώντας ένα πλήθος από αγγλικά λάβαρα που ανέμιζαν. Οι ιππότες ήταν καθισμένοι στις ράχες των πολεμικών αλόγων τους με όλα τους τα εμβλήματα.
Οι δικοί του στρατιώτες ήταν κυρίως πεζοί, οπλισμένοι με μακριά δόρατα, και δεν έμοιαζαν καθόλου με επαγγελματίες. Θεωρητικά, οι Άγγλοι ήταν ισχυρότεροι. Επικεφαλής τους ήταν οι εμπειροπόλεμοι Τζον ντε Ουόρεν, κόμης του Σάρεϊ, και Χιου ντε Κρέσινγχαμ, ο Άγγλος θησαυροφύλακας της Σκωτίας, μια πολεμική μηχανή που πρόσφατα είχε συντρίψει στη μάχη τους Ουαλούς. Οι Σκωτσέζοι ήταν λιγότερο έμπειροι, ένα συνονθύλευμα από άνδρες χωρίς ιππικό που συγκροτούσαν έναν απλό στρατό. Μπορεί οι Άγγλοι να τους θεωρούσαν κατώτερης τάξης, ανοργάνωτους και αδύναμους, αλλά είχαν ένα σημαντικό πλεονέκτημα: τη δίκαιη οργή τους.
Ο Ουάλας πίστευε ότι με τους σωστούς χειρισμούς μπορούσαν να κερδίσουν οποιαδήποτε μάχη και, σαν έμπειρος αντάρτης που ήταν, δεν πήγαινε απροετοίμαστος στη μάχη. Ποιος, όμως, ήταν ο Ουίλιαμ Ουάλας και πώς κατέληξε να γίνει διοικητής ενός στρατού εναντίον των Άγγλων; Τα λίγα που ξέρουμε προέρχονται από τα γραπτά ενός παραμυθά, του Τυφλού Χάρι.
Μιλάει για τον γιο ενός γαιοκτήμονα που είχε μάθει να διαβάζει και να γράφει στα λατινικά και στα γαλλικά, και προοριζόταν για τον κλήρο. Γύρω στα τέλη του 14ου αιώνα, ο Ουόλτερ Μπράουν περιέγραψε τον Ουάλας σαν έναν εύθυμο ψηλό άνδρα με σώμα γίγαντα και ωραία χαρακτηριστικά, χοντροκόκαλο με φαρδιούς ώμους, ευχάριστο στην όψη αλλά με άγριο βλέμμα, φαρδιούς γοφούς, δυνατά χέρια και πόδια, έναν εμπνευσμένο πολεμιστή με πολύ γερά μέλη.
Όταν το 1292 ο βασιλιάς της Αγγλίας Εδουάρδος Α΄ διόρισε τον Τζον Μπάλιολ βασιλιά των Σκωτσέζων, η Σκωτία κυβερνιόταν ουσιαστικά από την Αγγλία, βάζοντας τέλος σε μια σχεδόν 100χρονη ειρήνη ανάμεσα στις δύο χώρες. Ο Μπάλιολ είχε προσπαθήσει να απαγκιστρωθεί από αυτό τον έλεγχο και όταν ο Εδουάρδος θέλησε να πολεμήσει με τη Γαλλία, η Σκωτία τάχθηκε στο πλευρό των Γάλλων.
Έπειτα από μια αποτυχημένη προσπάθεια του Μπάλιολ να επιτεθεί στο Κάμπερλαντ, οι Άγγλοι λεηλάτησαν το Μπέργουικ ως αντίποινα. Μέσα σε όλο αυτό το αιματοκύλισμα, η οργή του Ουάλας μεγάλωνε όλο και περισσότερο. Σύμφωνα με τον θρύλο, το πρώτο ξέσπασμα έγινε όταν τον πλησίασε μια ομάδα Άγγλων στρατιωτών απαιτώντας να τους δώσει τα ψάρια που είχε ψαρέψει από ένα σκωτσέζικο ποτάμι.
Ο Ουάλας τους πρόσφερε τα μισά για να τους εξευμενίσει, αλλά οι στρατιώτες αρνήθηκαν και τότε η οργή του ανθρώπου που είχε δύναμη αρκούδας άρχισε να βράζει. Εξουδετέρωσε αστραπιαία τους άνδρες, χολωμένος που οι Άγγλοι τολμούσαν να κάνουν κουμάντο στη χώρα του.
Η κρίσιμη καμπή όμως, εκείνη που οδήγησε τον Ουάλας να τεθεί μαζί με τον Άντριου Μόρεϊ επικεφαλής ενός στρατού, ήρθε το καλοκαίρι του 1297. Ο Ουάλας και οι άνδρες του βρίσκονταν στο Λάναρκ και είχαν μια αψιμαχία με Άγγλους στρατιώτες. Παρόλο που ο Ουάλας ακρωτηρίασε τον έναν, αποφάσισαν να το βάλουν στα πόδια. Μερικοί ιστορικοί πιστεύουν ότι όταν το έμαθε ο σερίφης του Λάναρκ, Ουίλιαμ Χέσελριγκ, θέλησε να εκδικηθεί διατάζοντας να βιάσουν και να σκοτώσουν τη γυναίκα του Ουάλας, Μίρεν Μπράιντφιουτ.
Λέγεται ότι ο Ουάλας επισκέφτηκε νύχτα τον Χέσελριγκ και του άνοιξε στα δύο το κρανίο. Σκοτώνοντας έναν από τους διακεκριμένους κυβερνήτες, ο Ουάλας θεωρήθηκε ένας θαρραλέος άνδρας που δεν φοβόταν να πολεμήσει. Με αυτές τις ενέργειες, το φθινόπωρο του 1297 ο γιος ενός ιππότη βρέθηκε επικεφαλής σε μια μάχη για την ανεξαρτησία της χώρας, περιμένοντας να πολεμήσει με τον στρατό του πάνω σ’ έναν λόφο. Γεμάτες φιλοδοξία και μίσος, οι δυνάμεις του είχαν ενισχυθεί με την άφιξη των στρατιωτών του Άντριου ντε Μόρεϊ.
Ο Μόρεϊ ήταν ένας ευγενής που είχε ηγηθεί μιας εξέγερσης εναντίον των Άγγλων στα υψίπεδα και στη βορειοανατολική Σκωτία. Είχε καταλάβει αρκετές σκωτσέζικες πόλεις, όπως το Έλτζιν και το Ινβερνές, και μαζί με τον Ουάλας κατέστρωσαν ένα σχέδιο. Θα περίμεναν υπομονετικά μέχρι να τελειώσουν οι Άγγλοι τους ελιγμούς τους και θα τους χτυπούσαν την κατάλληλη στιγμή.
Οι δύο στρατοί χωρίζονταν από το δυνατό ρεύμα του ποταμού Φορθ, που άνοιγε προς τα ανατολικά και γινόταν πολύ βαλτώδης στα δυτικά. Αν οι Άγγλοι ήθελαν να κάνουν κάποια πρόοδο στη μάχη τους εναντίον των Σκωτσέζων, έπρεπε να διασχίσουν το ποτάμι. Το κολύμπι δεν ήταν επιλογή – ήταν πολύ επικίνδυνο με τις βαριές πανοπλίες των στρατιωτών.
Ο καλύτερος τρόπος ήταν να χρησιμοποιήσουν μια στενή, ξύλινη γέφυρα εκεί κοντά. Ο κόμης του Σάρεϊ δεν είχε πειστεί. Μόνο μικροί αριθμοί ανδρών μπορούσαν να διασχίσουν τη Γέφυρα του Στέρλινγκ, επειδή σε πλάτος μόλις που χωρούσε δύο άλογα. Μόλις θα διέσχιζαν τη γέφυρα θα αντιμετώπιζαν βαλτώδες έδαφος και οι Σκωτσέζοι θα βρίσκονταν σε ψηλότερο σημείο.
Όταν ο Σάρεϊ συνειδητοποίησε ότι η κατάσταση δεν ήταν και τόσο ευνοϊκή, συμφώνησε να διαπραγματευτεί μια ανακωχή και έστειλε τον Μάλκολμ, κόμη του Έσεξ, και τον Τζέιμς Στιούαρτ, έναν συγγενή του. Γύρισαν με άδεια χέρια – ο Ουάλας πίστευε ότι το πλεονέκτημα ήταν με τους Σκωτσέζους και εκείνος είχε πάει να πολεμήσει και όχι για να συζητήσει.
Η κατάσταση δεν ήταν καθόλου ιδανική για τους Άγγλους, αλλά ο ντε Κρέσινγχαμ επέμεινε ότι έπρεπε να προχωρήσουν και τελικά έπεισε τον Σάρεϊ. Το ξημέρωμα της 11ης Σεπτεμβρίου το αγγλικό και το ουαλικό πεζικό άρχισαν να διασχίζουν τη γέφυρα. Ο Ουάλας τους είδε και απευθύνθηκε πάλι στους στρατιώτες του για να βεβαιωθεί ότι ήταν έτοιμοι για μια βίαιη σύγκρουση.
Οι Σκωτσέζοι θα συναντούσαν τους Άγγλους μετωπικά στο μέσον. Οι στρατιώτες του ντε Μόρεϊ θα χτυπούσαν τις πτέρυγες. Προς το παρόν, όμως, ήταν ένα παιχνίδι υπομονής – ο Ουάλας δεν μπορούσε να διατάξει επίθεση προτού περάσει τη γέφυρα ένας ικανός αριθμός Άγγλων. Όσο συνέβαιναν αυτά, ο Σάρεϊ –όσο απίστευτο κι αν φαίνεται– κοιμόταν βαθιά στη σκηνή του.
Όταν τελικά ξύπνησε, εκατοντάδες στρατιώτες είχαν περάσει απέναντι. Σε σκηνές που θύμιζαν φάρσα, ο Ουάλας παρακολούθησε διασκεδάζοντας τον Σάρεϊ καθώς διέταζε τους στρατιώτες να γυρίσουν από τη γέφυρα για άλλη μία φορά στα νότια του ποταμού.
Αυτό φανέρωνε την περιφρονητική του στάση απέναντι στους Σκωτσέζους – σήμαινε ότι ο Σάρεϊ δεν ενδιαφερόταν για την ταπεινωτική, αποδιοργανωμένη εμφάνιση που θα παρουσίαζε στους αντιπάλους του. Οι Άγγλοι, σήμαιναν οι ενέργειές του, θα νικούσαν ούτως ή άλλως.
«Οι Άγγλοι σφαγιάστηκαν, καθώς οι Σκωτσέζοι εφόρμησαν
Από τον λόφο ο Ουάλας παρακολουθούσε τα πάντα γύρω του. Έβλεπε την παγίδα προς την οποία κατευθύνονταν οι Άγγλοι, νιώθοντας υπερβολική εμπιστοσύνη στο αποτέλεσμα. Μόλις διέσχιζαν το ποτάμι θα έπρεπε να συγκεντρωθούν σε έναν περιορισμένο χώρο. Οι Άγγλοι στρατιώτες θα βρίσκονταν κυκλωμένοι από τρεις πλευρές από νερό και οι μόνοι τρόποι διαφυγής θα ήταν ή μέσα από το ποτάμι ή διασχίζοντας τη γέφυρα ή μέσα από τις γραμμές των Σκωτσέζων.
Ο Σάρεϊ αντιλήφθηκε τον κίνδυνο, αλλά ο ντε Κρέσινγχαμ και άλλοι επέμεναν. Ο Σάρεϊ αποφάσισε ότι ήταν έτοιμος να επιτεθεί. Οι στρατιώτες διέσχισαν πάλι τη γέφυρα και ο Ουάλας ετοίμασε τους λογχοφόρους του, που ήταν παραταγμένοι σε ομάδες, κάθε μια με συγκεκριμένες οδηγίες για την επερχόμενη μάχη. Οι λογχοφόροι αποτελούσαν τον κύριο όγκο του στρατού του Ουάλας – ήταν η απάντηση στο αγγλικό ιππικό.
Οι αιχμηροί τους πάσσαλοι είχαν μήκος 3,7 μέτρα και οι λόγχες ήταν μια θανάσιμη εναλλακτική λύση. Τις κρατούσαν υψωμένες καθώς έκαναν επίθεση, προκαλώντας δέος και σπέρνοντας τον τρόμο στους αντιπάλους τους πριν από την τελική σύγκρουση. Ωστόσο, υπήρξε και νέα καθυστέρηση επειδή ο Σάρεϊ αποφάσισε να προσεγγίσει ξανά τον Ουάλας. Ανακάλεσε τους στρατιώτες του και έστειλε στον Σκωτσέζο δύο Δομινικανούς μοναχούς, αλλά η απάντηση του Ουάλας ήταν ξεκάθαρη: «Πείτε στον διοικητή σας ότι εδώ δεν ήρθαμε για να κάνουμε ειρήνη αλλά για να δώσουμε μάχη, να υπερασπιστούμε τον εαυτό μας και να απελευθερώσουμε το βασίλειό μας. Ας έρθουν και θα το αποδείξουμε».
Οι Άγγλοι και πάλι είχαν αμφιβολίες κι έτσι βρέθηκε ένα εναλλακτικό πέρασμα: μια διάβαση πιο πέρα στο ποτάμι, που θα ήταν πιο εύκολη και θα επέτρεπε στους Άγγλους να βγουν πίσω από τους Σκωτσέζους. Ο ντε Κρέσινγχαμ όμως το απέρριψε. Ανησυχούσε ότι θα χρειαζόταν πολύς χρόνος για να μετακινηθεί ξανά ο στρατός και ότι αυτό θα είχε επιπλέον κόστος για τον Άγγλο βασιλιά. Ήταν αμετάπειστος.
Οι Άγγλοι στρατιώτες διέσχισαν πάλι τη γέφυρα και ο Ουάλας κατάλαβε ότι αυτή τη φορά δεν θα επέστρεφαν – σύντομα θα άρχιζε η μάχη. Συνέστησε στους άνδρες του να κάνουν υπομονή και διέταξε τους στρατιώτες που ήταν κουρνιασμένοι στον λόφο έτοιμοι να χιμήξουν να συγκρατήσουν τη δίψα τους για αίμα, αφήνοντας να περάσουν αρκετοί Άγγλοι.
Οι ώρες περνούσαν και περίπου 5.400 Άγγλοι και Ουαλοί πεζοί και λίγοι ιππείς είχαν περάσει πια το ποτάμι. Πριν καν αρχίσουν την προέλασή τους με τάξη, ο Ουάλας έδωσε το σύνθημα.
Οι Σκωτσέζοι λογχοφόροι επιτέθηκαν από την πλεονεκτική τους θέση στις χαμηλότερες πλαγιές των Λόφων Όκιλ εναντίον του απροετοίμαστου αγγλικού ιππικού. Μια ομάδα πήγε προς τη γέφυρα και την απέκοψε για να εμποδίσει τη διάβαση περισσότερων Άγγλων. Η ελπίδα του Σάρεϊ ότι οι τοξότες του θα μπορούσαν να καταλάβουν τις θέσεις που είχαν χάσει εξανεμίστηκε, καθώς δεν είχαν διασχίσει ακόμα τη γέφυρα. Οι Σκωτσέζοι τους εξουδετέρωναν. Μια άλλη ομάδα Σκωτσέζων επιτέθηκε στην άλλη πτέρυγα και μια μεγάλη ομάδα επιτέθηκε στο μέσον.
Καθώς τα άλογα σκόνταφταν και οι ιππότες σωριάζονταν στο έδαφος, το αίμα άρχισε να αναμειγνύεται με το κρυστάλλινο νερό του σκωτσέζικου ποταμού. Οι Σκωτσέζοι εφόρμησαν σφαγιάζοντας τους Άγγλους και ωθώντας τους προς το ποτάμι. Οι Άγγλοι στρατιώτες ήταν χωρισμένοι σε πολλές μικρότερες ομάδες εξαιτίας της ορμής των Σκωτσέζων και έτσι ήταν ευκολότερη λεία. Πολλοί έπεσαν στο νερό και πνίγηκαν, και μόνο ένας μικρός αριθμός κατάφερε να επιστρέψει στην απέναντι όχθη.
Από τους ιππότες, μόνο ο σερ Μάρμαντιουκ Τουένγκ γλίτωσε τη ζωή του. Εν μέσω της σφαγής, ο ντε Μόρεϊ, που διοικούσε τους Σκωτσέζους του Βορρά, τραυματίστηκε σοβαρά, αλλά ο Ουάλας επέμεινε, παροτρύνοντας τους στρατιώτες του να συνεχίσουν να πιέζουν. Αυτό προκάλεσε πανικό στις τάξεις των Άγγλων, που πίστευαν ότι η μάχη θα ήταν απλώς ζήτημα διεκπεραίωσης. Ασυνήθιστοι μπροστά σε τόση βαρβαρότητα από έναν ανεκπαίδευτο στρατό, προσπαθούσαν να υποχωρήσουν, αλλά σύντομα βρέθηκαν τελείως περικυκλωμένοι.
Ο Σάρεϊ δεν είχε περάσει τη γέφυρα και στεκόταν έντρομος. Διέταξε τους υπόλοιπους άνδρες του, περίπου άλλες 5.000, να υποχωρήσουν. Η γέφυρα πυρπολήθηκε για να εμποδιστεί η διάβαση των Σκωτσέζων και να αποφευχθεί μεγαλύτερη καταστροφή. Η μάχη δεν συνεχίστηκε για πάνω από μία ώρα, με ουρλιαχτά, κραυγές και την κλαγγή του μετάλλου, που τρυπούσε τον αέρα.
Τα απομεινάρια των Άγγλων τράπηκαν σε φυγή προς το Μπέργουικ και όσοι έμεναν πίσω αιχμαλωτίζονταν ή σκοτώνονταν. Ο Σάρεϊ διέφυγε αλώβητος, όχι όμως και η υπόληψή του. Ο ντε Κρέσινγχαμ ήταν από τους πρώτους που πέρασαν βόρεια και έπεσε στην προσπάθειά του να ξεφύγει χτυπημένος από ένα τσεκούρι. Οι Σκωτσέζοι απομάκρυναν το πτώμα του, το έγδαραν και κομμάτιασαν το δέρμα. Ο Ουάλας πήρε μια φαρδιά λωρίδα από το δέρμα του ντε Κρέσινγχαμ και έφτιαξε μια ζώνη για το σπαθί του.
Ο Ουίλιαμ Ουάλας είχε εξασφαλίσει μια σπουδαία νίκη. Ήταν η πρώτη φορά που οι Σκωτσέζοι είχαν νικήσει Άγγλους σε μια σημαντική μάχη από τον Πρώιμο Μεσαίωνα. Ωστόσο, η ελευθερία για την οποία αγωνιζόταν ο Ουάλας απείχε ακόμα πολύ και στο μέλλον θα υπήρχαν κι άλλες μάχες και προκλήσεις. Καθώς στεκόταν εξαντλημένος και θριαμβευτής στο πεδίο της μάχης, έδιωξε σκέψεις για το μέλλον από το μυαλό του. Προς το παρόν θα απολάμβανε τη γεύση μιας νίκης που για άλλη μια φορά έκανε μια χώρα να ονειρεύεται –και ίσως να πιστεύει– ότι μπορούσε να ξανακερδίσει την ελευθερία της.
Του David Crookes
Το παρόν άρθρο δημοσιεύτηκε στο περιοδικό All About History που κυκλοφορεί μια φορά τον μήνα με το «Εθνος της Κυριακής» (10/2019)
Το Θεαγένειο εκπέμπει «SOS»: Τον... έναν χρόνο φτάνει η λίστα αναμονής για χειρουργεία - Ένας νοσηλευτής για 30 ασθενείς
Στον Εισαγγελέα η Ειρήνη Μουρτζούκου - Κρύβεται από τις κάμερες
Το δύσκολο σταυροδρόμι της κυβέρνησης, η σύλληψη Ρωμανού και η αλλαγή ατζέντας
Η Σοφία Βεργκάρα υποδεικνύει πως χορεύουν οι λατινοαμερικάνες για την περίοδο των Ευχαριστιών
Live όλες οι εξελίξεις λεπτό προς λεπτό, με την υπογραφή του www.ethnos.gr