article background image

Με πυρετώδεις ρυθμούς εξελίσσονται τα γυρίσματα της νέας σειράς μυθοπλασίας της Cosmote TV, με τίτλο «ΡΙΦΙΦΙ», υπό τη σκηνοθετική καθοδήγηση του Σωτήρη Τσαφούλια. Πρόκειται για μια παραγωγή έξι επεισοδίων, εμπνευσμένη από αληθινά γεγονότα, που μας μεταφέρει πίσω στη δεκαετία του ’90 και αφηγείται τη μεγαλύτερη ληστεία στην ιστορία της Ελλάδας—την ανεξιχνίαστη μέχρι σήμερα ληστεία στην Τράπεζα Εργασίας στο Νέο Κόσμο, το 1992

Παρότι η ιστορία βασίζεται σε αυτό το αληθινό συμβάν, η σειρά δεν είναι ντοκιμαντέρ ούτε επιδιώκει μια πιστή αναπαράσταση των πραγματικών περιστατικών. Αντίθετα, ενσωματώνει στοιχεία μυθοπλασίας και μια δεύτερη, εξίσου ενδιαφέρουσα ιστορία, εμπνευσμένη από ένα άλλο αληθινό γεγονός που συνέβη αρκετά χρόνια αργότερα. Ωστόσο, περισσότερες λεπτομέρειες γι' αυτή τη δευτερεύουσα ιστορία δεν έχουν αποκαλυφθεί ακόμα. Τα γυρίσματα της σειράς, η οποία θα προβληθεί την επόμενη τηλεοπτική σεζόν αποκλειστικά από την Cosmote TV, πραγματοποιούνται σε διάφορες τοποθεσίες της Αττικής. Εμείς βρεθήκαμε στο παλιό κτίριο του ΟΤΕ στην Καλλιθέα, όπου έχουν γυριστεί μεγάλες παραγωγές, όπως το «Tehran» («Τεχεράνη») της Apple TV, με συμπαραγωγό την Cosmote TV. Εκεί είδαμε από κοντά τους χώρους όπου θα γυριστούν οι σκηνές με τις θυρίδες, καθώς και ένα μέρος του τούνελ που θα διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στην πλοκή. 

«Αυτή η σειρά είναι εμπνευσμένη, όχι βασισμένη, σε δύο αληθινές ιστορίες που συγκλόνισαν τη χώρα μας. Από τη μία, η ληστεία του 1992 στην Τράπεζα Εργασίας και, από την άλλη, ένα γεγονός που δεν μπορώ ν' αποκαλύψω, γιατί αποτελεί μεγάλο spoiler. Η αφήγηση δεν μένει μόνο στο πώς έγινε η ληστεία – πώς ανοίχτηκε η τρύπα, πώς αφαιρέθηκαν οι θυρίδες. Αυτά από μόνα τους δεν θα είχαν ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Αντίθετα, η σειρά επικεντρώνεται στους ανθρώπους πίσω από τα γεγονότα, στο ποιοι ήταν, στο γιατί και στο πώς. Παίρνουμε όλα τα γνωστά στοιχεία της υπόθεσης από το αστυνομικό ρεπορτάζ της εποχής και μέσα από τη μυθοπλασία συμπληρώνουμε τα κενά, αυτά που δεν μάθαμε ποτέ—ποιοι το έκαναν, πώς το έκαναν και γιατί» περιγράφει ο Σωτήρης Τσαφούλιας. Αν και η ιστορία της ληστείας παραμένει το κεντρικό θέμα, η σειρά δεν φτάνει στα γεγονότα που ακολούθησαν, σχετικά με τις συλλήψεις. Όπως αποκάλυψε, χαριτολογώντας, ο ίδιος, αυτά τα στοιχεία μπορεί να κρατήθηκαν σκοπίμως, αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο ενός sequel.

Από τα γυρίσματα της νέας σειράς «ΡΙΦΙΦΙ»

Η αναπαράσταση της Αθήνας του 1992 αποτέλεσε μια από τις μεγαλύτερες δυσκολίες για την παραγωγή. «Είναι πιο εύκολο ν' αναπαραστήσεις την Ελλάδα του 1800 και του 1900 παρά την Αθήνα του ’92 ή του 2024. Τότε είχε διαφορετικά φανάρια, διαφορετικά πεζοδρόμια, άλλους δρόμους. Το στοίχημα ήταν ν' αποδώσουμε την εποχή όχι μόνο μέσα από τα κοστούμια και τα σκηνικά, αλλά και μέσα από την καθημερινότητα: τα λεωφορεία, τα περίπτερα, τ' αμάξια, τις διαφημίσεις της εποχής» εξήγησε ο Σωτήρης Τσαφούλιας. 

Μια άλλη τεράστια τεχνική δυσκολία ήταν η αναπαράσταση του τούνελ, μέσω του οποίου έγινε η ληστεία. Οι σκηνές γυρίζονται σε τρία διαφορετικά σημεία: ένα στο πραγματικό σημείο στον Ιλισό, ένα παλιό ορυχείο στο Κορωπί και ένα κομμάτι στο κτίριο του ΟΤΕ στην Καλλιθέα, όπου έχουν κατασκευαστεί σκηνικά. Αυτοί οι τρεις χώροι πρέπει να δένουν άψογα μεταξύ τους μέσω του μοντάζ, του φωτισμού και της κινηματογραφικής αφήγησης, ώστε να φαίνεται ότι πρόκειται για έναν ενιαίο χώρο.

«Η πιο δύσκολη σειρά που έχω κάνει»

Παρά τις απαιτήσεις της παραγωγής, ο χρόνος προετοιμασίας ήταν εξαιρετικά περιορισμένος, κάτι που, όπως παραδέχτηκε ο σκηνοθέτης, δημιούργησε περισσότερες προκλήσεις. «Η σειρά αυτή ήθελε τριπλάσιο χρόνο προετοιμασίας. Ξεκινήσαμε να σχεδιάζουμε ενάμιση μήνα πριν από την έναρξη των γυρισμάτων, δουλεύοντας καθημερινά από το πρωί μέχρι αργά το βράδυ. Υπήρχαν στιγμές που δεν μπορούσαμε να έχουμε όλους τους συντελεστές μαζί, γιατί ήταν σε διαφορετικές δουλειές. Φανταστείτε ότι η τράπεζα της Καλλιρρόης χτίζεται αυτή τη στιγμή από την αρχή στη Νίκαια, με νέα φανάρια, δρόμους και προσόψεις κτιρίων, ενώ σε πολλά σημεία χρησιμοποιείται green screen για να ολοκληρωθούν τα σκηνικά ψηφιακά» αποκαλύπτει ο ίδιος, ενώ οι δυσκολίες δεν σταματούν μονάχα εδώ.

«Αν μπορούσα να φανταστώ όλα όσα θ' αντιμετώπιζα, δεν θα έκανα τη σειρά. Θα τους έλεγα πως δεν προλαβαίνω. Παραγωγικά και εκτελεστικά, αυτή ήταν η πιο δύσκολη σειρά που έχω κάνει – που έχουμε κάνει όλοι μαζί. Ήταν εξαιρετικά απαιτητική, γιατί υπήρχαν συνεχώς ανατροπές. Φανταστείτε να πρέπει να γυρίσεις μια σκηνή με οκτώ βασικούς πρωταγωνιστές, σ' έναν χώρο γεμάτο κόσμο, και να έχεις μπροστά σου είκοσι σελίδες πρόζα. Και την ώρα που είσαι έτοιμος για γύρισμα, να σου ανακοινώνουν ότι ένας από τους πρωταγωνιστές βγήκε θετικός στη γρίπη. Κι όμως, πρέπει να προχωρήσεις. Στο "Έτερος Εγώ", όταν ο Πέτρος Λαγούτης είχε Covid-19, όλα λειτούργησαν άψογα. Εδώ όμως, σ' ένα πρότζεκτ με ελάχιστο χρόνο προετοιμασίας, κάθε στραβή είναι ένα μικρό "εγκεφαλικό" μέχρι να βρεθεί λύση. Στο τέλος της ημέρας, το κοινό βλέπει μόνο το αποτέλεσμα. Δεν το απασχολεί αν είχες δυσκολίες, αν το μπάτζετ ήταν περιορισμένο ή αν χρειάστηκε να αυτοσχεδιάσεις την τελευταία στιγμή. Το μόνο που έχει σημασία είναι να δημιουργήσεις ένα καθηλωτικό παραμύθι». 

Το σενάριο της νέας τηλεοπτικής σειράς υπογράφουν οι Βασίλης Ρίσβας και Δήμητρα Σακαλή, ένα δημιουργικό δίδυμο που έχει αφήσει το στίγμα του στη σύγχρονη ελληνική τηλεόραση. Οι σειρές τους συνεχίζουν να προβάλλονται σε επανάληψη, κερδίζοντας ακόμα και σήμερα την αγάπη του κοινού. Ο Σωτήρης Τσαφούλιας μίλησε για τη συνεργασία τους, τονίζοντας ότι αυτή είναι η πρώτη φορά που δουλεύουν μαζί σε τηλεοπτικό πρότζεκτ.

«Το ψάχναμε πολύ καιρό, γιατί γνωρίζω καλά τον Βασίλη και τη Δήμητρα, η οποία είναι μία εξαιρετική ηθοποιός και μάλιστα προσπάθησα να την πείσω να παίξει στις "17 Κλωστές", ενώ είχε κάνει νωρίτερα ένα μικρό ρόλο στο "Έτερος Εγώ". Ήταν μια ενδιαφέρουσα διαδικασία, καθώς προερχόμαστε από διαφορετικές σχολές. Ο Βασίλης και η Δήμητρα έχουν μεγάλη τηλεοπτική εμπειρία, που είναι διαφορετική από τον κινηματογράφο. Η φιλία μας βοήθησε πολύ, γιατί μπορούσαμε να συζητάμε χωρίς φίλτρα, να διορθώνουμε το σενάριο, μέχρι να βρούμε τη σωστή ισορροπία. Ξεκινήσαμε από τη βάση. Δηλαδή, να γράψουν το σενάριο που ονειρεύονται, και εγώ θα δω πού χρειάζεται κινηματογραφική προσέγγιση. Αυτό ήταν δύσκολο στην αρχή, γιατί οι σκηνές έβγαιναν πολύ κοφτές. Τους είπα να τις τραβήξουν περισσότερο – αν έχεις καλούς ηθοποιούς και δυνατό κείμενο, μπορείς ν' αφήσεις μια σκηνή να εξελιχθεί χωρίς πολλά κοψίματα. Σειρές όπως το "The Handmaid’s Tale" ή το "Breaking Bad" έχουν επεισόδια όπου η δράση φαίνεται "στατική", αλλά το βάθος της αφήγησης αποζημιώνει τον θεατή. Πρέπει να ξεφύγουμε από την ανάγκη να σερβίρουμε τα πάντα μασημένα στο κοινό. Η τηλεόραση αλλάζει, ειδικά στις πλατφόρμες όπου μπορείς να δεις μια σειρά μονορούφι, χωρίς την ανάγκη για επαναλήψεις και επεξηγήσεις σε κάθε επεισόδιο. Αυτό ήταν κάτι που προσαρμόσαμε και στη σειρά μας». 

Όσο για το αν θ' ασχοληθεί ξανά με τη συγγραφή σεναρίου, ο ίδιος είναι ξεκάθαρος: «Έκανα όσες συνεργασίες ήθελα να κάνω, με τη Μιρέλλα Παπαοικονόμου, τον Βασίλη και τη Δήμητρα. Ωστόσο, υπάρχει ένα μεγάλο νέο πρότζεκτ που ετοιμάζω και θέλω να ελπίζω ότι θα είναι το τελευταίο όπου θα χρειαστεί ν' ασχοληθώ με το σενάριο. Όχι γιατί δεν πέρασα καλά – ίσα ίσα έμαθα πολλά – αλλά γιατί προτιμώ να επιστρέψω στο προσωπικό μου σύμπαν». 

Κατά τη διάρκεια που ήμασταν στο χώρο των γυρισμάτων, το συνεργείο έκανε τη δουλειά του αθόρυβα, με τους τεχνικούς να ρυθμίζουν τα φώτα και τις κάμερες, δημιουργώντας την τέλεια ατμόσφαιρα για την επόμενη σκηνή. Οι ηθοποιοί ετοιμάζονται προσεκτικά – κάποιοι διαβάζουν σιωπηλά τις ατάκες τους, άλλοι ζητούν λεπτομέρειες για την ερμηνεία τους. Στον χώρο του μακιγιάζ, πινέλα και σκιές δίνουν τις τελευταίες πινελιές, ενώ κοστούμια προσεκτικά επιλεγμένα για το ύφος της σειράς κρέμονται στις κρεμάστρες, έτοιμα να ζωντανέψουν τους ήρωες. Η ενέργεια είναι διάχυτη, η προσήλωση απόλυτη. Είναι ξεκάθαρο πως αυτή η σειρά δεν είναι απλώς μια ακόμη παραγωγή, αλλά ένα φιλόδοξο πρότζεκτ που χτίζεται με αγάπη, λεπτομέρεια και πάθος.

Από τα γυρίσματα της σειράς «ΡΙΦΙΦΙ»

Ένα από τα πιο δυνατά καστ της ελληνικής τηλεόρασης

Η ιστορία ξεκινά με την Ευαγγελία Μουμούρη και τον Χρήστο Χατζηπαναγιώτη, που συγκροτούν τη βασική ομάδα της ληστείας. Αναζητούν άτομα που έχουν υποστεί οικονομική καταστροφή λόγω τραπεζών και τους προσεγγίζουν για να τους προτείνουν να συμμετάσχουν. Έτσι, στρατολογούν τους Βασίλη Χαραλαμπόπουλο, Προμηθέα Αλειφερόπουλο, Βλαδίμηρο Κυριακίδη, Δήμο Γιγαντάκη και Πάνο Βλάχο. «Ακούγοντας το καστ, σκέφτεσαι ότι πρόκειται για κωμωδία. Όμως, ενώ έχει κωμικά στοιχεία, η σειρά καταπιάνεται με βαθιά συναισθηματικά ζητήματα – σχέσεις, θάνατο, απώλεια, δικαιοσύνη. Για μένα, μια καλή σειρά πρέπει ν' αγγίζει υπαρξιακά ερωτήματα. Θέλω οι σειρές μου να μοιάζουν με πισίνες μεγάλου βάθους: μπορείς να μείνεις στα ρηχά και να παρακολουθήσεις απλά την πλοκή ή να βουτήξεις βαθύτερα και ν' ανακαλύψεις περισσότερα επίπεδα νοήματος. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, έχουμε μια ληστεία που φαίνεται απλή, αλλά τελικά εξελίσσεται στο ριφιφί του αιώνα. ». 

Στην παρέα μας προστίθεται και ο Βλαδίμηρος Κυριακίδης, ο οποίος υποδύεται έναν ιδιοκτήτη γραφείου τελετών, ενώ ο Δήμος Γιγαντάκης τον κολλητό του, που δουλεύει σε λούνα παρκ και έχει πάθος με τις κλοπές αυτοκινήτων. «Οι ήρωες δεν κλέβουν για τα χρήματα, αλλά για να χτυπήσουν το σύστημα. Όλοι τους έχουν πονέσει από τις τράπεζες και αναζητούν εκδίκηση. Το σημαντικό σε αυτή τη δουλειά είναι ο Σωτήρης – δημιουργεί παρέες, αλλά είναι και αποτελεσματικός. Αν δεν ήταν τόσο καλός, θα ήμασταν απλώς φίλοι, δεν θα δουλεύαμε μαζί» αναφέρει ο κ. Κυριακίδης με την Ευαγγελία Μουμούρη να κάθεται δίπλα του και να προσθέτει για τον ρόλο της: «Είμαι ο εγκέφαλος της ιστορίας. Μια τραπεζική αδικία κατέστρεψε τη ζωή μου, και για δέκα χρόνια ψάχνω τον τρόπο να πάρω εκδίκηση. Στη διάρκεια αυτής της δεκαετίας, εντοπίζω ανθρώπους με αντίστοιχες εμπειρίες, τους προσεγγίζω με διαφορετικές ταυτότητες, και σιγά-σιγά τους φέρνω κοντά. Όταν έρχεται η κατάλληλη στιγμή, τους αποκαλύπτω ποια είμαι πραγματικά και τους προτείνω να συμμετάσχουν στη ληστεία. Η ιστορία του χαρακτήρα μου είναι βασισμένη σε πραγματικά γεγονότα, κάτι που με συγκλόνισε. Δεν χρειάστηκε να κάνω έρευνα – απλώς να δω ένα βίντεο, και όλα μπήκαν στη θέση τους».

Η Ευαγγελία Μουμούρη στα γυρίσματα της σειράς «ΡΙΦΙΦΙ»

Η απίστευτη περιπέτεια του Δήμου Γιγαντάκη

Ένα από τα πιο όμορφα στοιχεία της σειράς είναι η συμμετοχή ενός ηθοποιού με νανισμό στην ομάδα. Τον ρόλο αυτόν υποδύεται ο Δήμος Γιγαντάκης, ένας από τους πιο συμπαθητικούς ανθρώπους που μπορεί κανείς να γνωρίσει. «Τον λατρεύω!» υπογραμμίζει με ενθουσιασμό ο Σωτήρης Τσαφούλιας. «Την εποχή του ριφιφί, ο Δήμος βρισκόταν στην Αθήνα, εργαζόταν στην τηλεόραση και παρουσίαζε εκπομπές. Κάποια στιγμή, όμως, τον προσήγαγαν στην ασφάλεια. Ο λόγος; Οι αρχές είχαν εντοπίσει μια πολύ στενή τρύπα, από την οποία πίστευαν ότι μόνο ένας νάνος θα μπορούσε να περάσει. Έτσι, χωρίς δεύτερη σκέψη, τον συνέλαβαν και τον ανέκριναν. Όταν τον ρώτησαν τι είχε συμβεί, η απάντησή του ήταν αποστομωτική: "Κακώς ψάχνετε νάνους, γιατί ο νάνος είναι κοντός, δεν είναι στενός" είπε, κλείνοντας την υπόθεση με μια ατάκα που έμεινε στην ιστορία» περιέγραψε ο σκηνοθέτης.

Ο Χρήστος Χατζηπαναγιώτης μίλησε για τη συνεργασία του με τον Σωτήρη Τσαφούλια, αποκαλύπτοντας ότι είναι αρκετά ενθουσιασμένος με αυτή τη νέα συνεργασία. «Χαίρομαι πάρα πολύ που είμαι σε αυτή τη δουλειά. Από τη μία έχουμε ένα εξαιρετικό σενάριο, κι από την άλλη, τον Σωτήρη, που ξέρει ακριβώς τι θέλει και έχει έναν μοναδικό τρόπο να το πετυχαίνει. Η συνθήκη είναι ιδανική – χωρίς εντάσεις, χωρίς τίποτα να μας αποσπά από τη δουλειά μας. Το καστ είναι εξαιρετικό… Τι άλλο να ζητήσει ένας ηθοποιός;» Ωστόσο, στην πορεία, προέκυψε ένας μεγάλος προβληματισμός. «Όταν ο Σωτήρης με πήρε τηλέφωνο και μου πρότεινε τον ρόλο, δέχτηκα αμέσως. Αλλά μετά άρχισα να έχω εφιάλτες. Έχω κλειστοφοβία και όταν τον ρώτησα πού θα γυριστούν οι σκηνές με τα τούνελ, μου είπε ότι θα είναι σε αληθινά τούνελ. Του απάντησα ότι μάλλον δεν μπορώ να το κάνω… Τελικά, με έπεισε! Θα δούμε πώς θα πάει αυτό…»

Ολοι οι χαρακτήρες είναι αντιήρωες

Από την πλευρά του, ο Βασίλης Χαραλαμπόπουλος περιέγραψε ότι έχει πέσει «σε μια παραδεισένια κατάσταση» και συμπλήρωσε ότι «ένας από τους βασικούς λόγους που δέχτηκα είναι ότι πρόκειται για δουλειά του Σωτήρη Τσαφούλια, με τον οποίο πάντα θέλαμε να συνεργαστούμε. Αλλά και τ' ότι δουλεύω με εξαιρετικούς ανθρώπους. Νιώθω σαν να έχουμε ξαναδουλέψει όλοι μαζί σε άλλες δέκα ταινίες». Όσον αφορά τον ρόλο του, είπε: «Υποδύομαι τον Νίκο, έναν γραφίστα που η ζωή τον χτύπησε σκληρά και έχασε τη γυναίκα του. Αυτό που με συγκινεί στη σειρά είναι ότι όλοι οι χαρακτήρες είναι αντιήρωες, απόλυτα ελληνικοί – άνθρωποι της διπλανής πόρτας. Το πιο δύσκολο κομμάτι για μένα είναι η διαχείριση της απώλειας. Ο πόνος είναι πραγματικός, και όσο κι αν υποδύεσαι κάτι, πρέπει να ψάξεις βαθιά μέσα σου για να βρεις την αλήθεια. Και αυτό το "σκάψιμο" πονάει». 

Ο Βασίλης Χαραλαμπόπουλος στα γυρίσματα της σειράς «ΡΙΦΙΦΙ»

«Με ιντριγκάρει ό,τι μπορεί να με καταστρέψει» 

Προς το τέλος της συζήτησης, ο Σωτήρης Τσαφούλιας αναφέρθηκε στη συνεργασία του με την Cosmote TV, αποκαλύπτοντας τον τρόπο με τον οποίο επιλέγει τα πρότζεκτ που αναλαμβάνει. «Συνήθως, η Cosmote μού προτείνει έργα, και εγώ αρνούμαι στην αρχή, γιατί τα θεωρώ εξαιρετικά απαιτητικά. Αλλά στη συνέχεια αποφασίζω να τα υλοποιήσω, γιατί σκέφτομαι την ομάδα μας που δεν θέλω να μείνει χωρίς δουλειά. Ξέρω ότι έχει δημιουργηθεί ένα ισχυρό σύνολο επαγγελματιών, ικανό να μετατρέψει μια ιδέα σε κάτι μεγάλο». Με χιούμορ, αλλά και απόλυτη ειλικρίνεια, πρόσθεσε: «Βέβαια, όταν εμφανίζεται ένα πρότζεκτ που μπορεί να με καταστρέψει, το βρίσκω συναρπαστικό! Μου αρέσει να βγαίνω από τη safe zone, να δοκιμάζω τα όριά μου».

Ξεκαθάρισε, επίσης, ότι η νέα του δουλειά δεν έχει καμία σχέση με το Casa de Papel, παρά τις σχετικές αναφορές σε δημοσιεύματα. «Δεν έρχεται το ελληνικό Casa de Papel, όπως γράφτηκε, αν και είναι ιδιαίτερα τιμητικό που έγινε αυτή η σύγκριση. Αυτό που με ιντρίγκαρε είναι πως πρόκειται για μια πραγματική, ανεξιχνίαστη ιστορία. Η δεύτερη ιστορία, μάλιστα, είναι ακόμη πιο ιδιαίτερη για μένα, καθώς είχα προσωπική εμπλοκή – γνώριζα τους ανθρώπους που την έζησαν». 

Παρότι διανύει μια δύσκολη περίοδο στη ζωή του, ο Σωτήρης Τσαφούλιας τόνισε πως έχει μάθει ν' αντιμετωπίζει κάθε πρόκληση με χαμόγελο και θετική διάθεση. «Ξέρετε τι; Αυτό μου βγαίνει αυθόρμητα, ειδικά όταν η ζωή μου περνάει μια περίοδο χαοτική και απαιτητική. Όταν είμαι "σβηστός", νιώθω έτοιμος για πόλεμο. Γενικά, είτε μέσα από ένα πρότζεκτ είτε μέσα από έντονες καταστάσεις, όταν η ζωή βαραίνει, εγώ χαμηλώνω. Αυτή τη φάση πέρασα πρόσφατα – τόσο με όσα συμβαίνουν γύρω μας όσο και με τα προσωπικά μου. Η πιο δύσκολη στιγμή ήταν χθες, όταν η μεγάλη μου κόρη ενηλικιώθηκε. Και σήμερα πήγε πρώτη φορά στο σχολείο με το αυτοκίνητό της. Προσπαθώ να διατηρήσω την ψυχραιμία μου, γιατί τώρα μπαίνουμε σε μια νέα πίστα. Αρχίζουν οι σχέσεις, οι έξοδοι, οι μετακινήσεις στους δρόμους με αμάξι που είναι επικίνδυνες, και, δυστυχώς, υπάρχουν άντρες που έχουν χάσει την αίσθηση του μέτρου. Μεγαλώνω δύο κόρες, το οποίο είναι ένα εντελώς διαφορετικό είδος άγχους. Γενικά, η ζωή μού έχει δείξει ένα συγκεκριμένο μοτίβο: όταν έρχονται δυσκολίες, έρχονται όλες μαζί. Και μετά, ξαφνικά, όλα πάνε καλά. Είναι σαν να βαριέται το σύμπαν και να τα ρίχνει όλα μαζεμένα! Όταν λοιπόν τα πάντα μοιάζουν να πηγαίνουν στραβά, το μόνο που μπορείς να κάνεις είναι να χαμογελάσεις. Δεν πρέπει ν' αγνοούμε τα σημάδια του σύμπαντος. Αν, ας πούμε, έρθει κάποιος τώρα και μου πει: "Έχουμε πρόβλημα. Οι θυρίδες που θέλεις για το γύρισμα δεν ανοίγουν". Θα χαμογελάσω. Γιατί; Γιατί έτσι κι αλλιώς δεν αλλάζει κάτι. Το πλάνο θα προχωρήσει. Το γύρισμα δεν αναβάλλεται. Οπότε τι να κάνω; Να σκάσω; Όχι, χαμογελάς και συνεχίζεις».

Από τα γυρίσματα της σειράς «ΡΙΦΙΦΙ»

Η σχέση της κοινωνίας με τη βία

Ο Σωτήρης Τσαφούλιας μίλησε επίσης για την αντίφαση που χαρακτηρίζει τη στάση της κοινωνίας απέναντι στη βία. «Οι άνθρωποι δεν εστιάζουν τόσο στην ίδια την πράξη, όσο στο κίνητρο πίσω από αυτήν. Αν κάποιος σκοτώσει για χρήματα, τον καταδικάζουν. Αν σκοτώσει για εκδίκηση, τον δικαιολογούν. Αυτή η αντίφαση καθρεφτίζει την κοινωνία μας». Κλείνοντας, διατύπωσε μια φράση που συμπυκνώνει το διαχρονικό μάθημα – ή μάλλον, το διαρκές λάθος – της ανθρωπότητας. «Η ιστορία μάς διδάσκει πως δεν μαθαίνουμε ποτέ από τα λάθη του παρελθόντος. Γι’ αυτό και τα επαναλαμβάνουμε».