Η συνταγή ούτε καινούργια είναι, ούτε υπάρχουν πολλά περιθώρια αποτυχίας: με την άνοδο των ποσοστών της ακροδεξιάς και τη ριζοσπαστική Αριστερά να δείχνει σε τροχιά κυβερνησιμότητας, το κέντρο προειδοποιεί με κάθε τρόπο το εκλογικό σώμα για το επικείμενο χάος και συσπειρώνει ψηφοφόρους. Πρόκειται για ένα μοτίβο λίγο – πολύ γνωστό (το έχουμε δει και στην Ελλάδα). Και αυτό ακριβώς είπε να επιστρατεύσει ο Εμανουέλ Μακρόν μετά τη συντριπτική ήττα του κόμματός του, το βράδυ των Ευρωεκλογών, ανακοινώνοντας τη διάλυση της Εθνοσυνέλευσης και τη διεξαγωγή εθνικών εκλογών στη Γαλλία. Μόνο που αυτή τη φορά η συνταγή δεν πέτυχε.
Η μεσαία τάξη γύρισε την πλάτη στον Γάλλο πρόεδρο και, όπως όλα δείχνουν, από τη Δευτέρα, το δυσοίωνο, μεν, πιθανότερο, δε, σενάριο για τη χώρα είναι η άνετη επικράτηση της Εθνικής Συσπείρωσης – του ακροδεξιού κόμματος της Μαρίν Λεπέν το οποίο, μάλιστα, στον πρώτο γύρο, ενίσχυσε περαιτέρω (και αισθητά) τα ποσοστά του των Ευρωεκλογών. Ο «κεντρώος» (ο,τι μπορεί να σημαίνει αυτό) σχηματισμός του Μακρόν καταβαραθρώθηκε, αφού βρέθηκε στην Τρίτη θέση, με μεγάλη διαφορά από το δεύτερο κόμμα, το Νέο Λαϊκό Μέτωπο, που απαρτίζεται από τις δυνάμεις της Αριστεράς και κεντροαριστεράς. Λίγες ώρες πριν ανοίξουν οι κα΄λπες του δεύτερου γύρου των γαλλικών εκλογών, όλα δείχνουν πως το κόμμα Μακρόν, στη νέα Εθνοσυνέλευση, θα έχει λιγότερες από 100 έδρες (από τις 249 που έχει σήμερα, εκ του συνόλου των 577). Την περασμένη Κυριακή, αμέσως μετά τα exit polls του πρώτου γυρου, ο Γάλλος πρόεδρος απηύθυνε έκκληση προς τους ψηφοφόρους, για «ευρεία στήριξη των δημοκρατικών υποψηφίων» έναντι της ακροδεξιάς. Πλέον, ωστόσο, τα ευήκοα ώτα είναι λίγα.
Ακόμα και εάν ο Μακρόν παραμείνει στα Ηλύσια Πεδία μέχρι το 2027, που και επίσημα λήγει η θητεία του, αυτές οι εθνικές εκλογές σηματοδοτούν το τέλος μίας εποχής για τον ίδιο, αφού απορρίφθηκε για δεύτερη φορά μέσα σε ένα μήνα απο τη η συντριπτική πλειοψηφία του το εκλογικού σώματος. Εσωτερικά αλλά και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η επιρροή του αναμένεται να αποδυναμωθεί σημαντικά, ανεξαρτήτως αποτελεσμάτων δεύτερου γύρου καθώς, η χώρα, που είναι ιδρυτικό μέλος και κινητήρια δύναμη της ΕΕ, μία εκ των G7, πυρηνική δύναμη και μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, αναμένεται να βγει από τη διαδικασία περισσότερο αμήχανη και εσωστρεφής.
«Η ακροδεξιά βρίσκεται προ των πυλών της εξουσίας», δήλωσε, σε μία απελπισμένη έκκληση προς τους πολίτες να αποκόψουν την πορεία του RN (Εθνικής Συσπείρωσης) ο νυν πρωθυπουργός, Γκαμπριέλ Αττάλ. Το κόμμα, που ίδρυσε ο καταδικασμένος αρνητής του Ολοκαυτώματος και πατέρας της σημερινής επικεφαλής, Ζαν-Μαρί Λεπέν, βγήκε πρώτο, στον πρώτο γύρο των εθνικών εκλογών, με 33%, ποσοστό που, σε πραγματικούς αριθμούς, μεταφράζεται σε περίπου περίπου 10,6 εκατομμύρια ψήφους. Δεύτερος ήρθε ο σχηματισμός του Νέου Λαϊκού Μετώπου (NFP) με 28% και, τρίτο, το μακρονικό Ensemble με 20,76%. Οι γκωλικοί Ρεπουμπλικάνοι (LR), μετά την «αποστασία» του επικεφαλής τους, Ερικ Τσιοτί, που δήλωσε ότι θα στηρίξει το κόμμα της Μακρόν, απέσπασε 6,56%.
Η κατανομή των εδρών σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις
Σύμφωνα με τις προβλέψεις των ινστιτούτων δημοσκοπήσεων και με βάση τα αποτελέσματα της περασμένης Κυριακής, μετά τον δεύτερο γύρο των εκλογών, το RN θα έχει από 240 έως 270 έδρες στην Εθνοσυνέλευση, το NFP από 180 έως 200, οι κεντρώοι του Μακρόν από 60 έως 90 έδρες και το LR από 30 έως 50. Περίπου 20 έδρες θα διανεμηθούν μεταξύ άλλων, ανεξάρτητων υποψηφίων. Προκειμένου να έχει ένα κόμμα την κυβερνητική πλειοψηφία, απαιτούνται 289 έδρες. Η νέα Εθνοσυνέλευση, λοιπόν, όπως όλα δείχνουν, χωρίς καθαρή πλειοψηφία θα δυσκολευτεί να εγκρίνει μία σειρά από νομοσχέδια,μεταξύ των οποίων και τον προϋπολογισμό της χώρας – γεγονός που, ενδεχομένως, θα οδηγήσει τον Μακρόν να διαλύσει εκ νέου το κοινοβούλιο σε 12 μήνες (το νωρίτερο που μπορεί, σύμφωνα με το γαλλικό Σύνταγμα).
Θα μπορέσουν οι δυνάμεις της κεντροδεξιάς, του κέντρου και της Αριστεράς συσπειρωμένες να κερδίσουν την ακροδεξιά, της οποίας η δυναμική διαφαίνεται ιδιαίτερα ισχυρή; Αμφίβολο, σε βαθμό που δεν αποκλείεται, τελικά, ο Ζορντάν Μπαρντελά, επικεφαλής του λεπενικού κόμματος, αύριο το βράδυ να καταφέρει μία σαρωτική νίκη, εξασφαλίζοντας την απόλυτη πλειοψηφία στη γαλλική βουλή. Αυτό στο οποίο συγκλίνουν, πάντως, οι ψηφοφόροι της δεξιάς και της Αριστεράς είναι η αποδοκιμασία των νεοφιλιλεύθερων πολιτικών Μακρόν καθώς, τα αποτελέσματα της πρώτης Κυριακής των εκλογών έδειξαν τη δυσαρέσκειά τους, για αντιδημοφιλείς μεταρρυθμίσεις, όπως η αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης και η μείωση της διάρκειας του επιδόματος ανεργίας που προκάλεσαν μαζικότατες αντιδράσεις.
Από πλευράς του, το RN έχει κάνει ήδη πίσω σε αρκετές από τις πιο δαπανηρές εξαγγελίες του ενώ, όπως προβλέπουν οι αναλυτές, πιθανότατα θα κινηθεί προσεκτικά στα δημοσιονομικά προκειμένου να μην «τρομάξει» τις αγορές που, ήδη, δείχνουν σημάδια αβεβαιότητας. Ο Μπαρντελά από την πλευρά του, ωστόσο, μάλλον θα ήθελε να χαϊδέψει τα αυτιά των ψηφοφόρων του, σε θέματα όπως η μετανάστευση και η ασφάλεια. Η Εθνική Συσπείρωση δείχνει αποφασισμένη να καταργήσει το δικαίωμα ιθαγένειας για τα παιδιά μεταναστευτικής καταγωγής που γεννιούνται στη Γαλλία και να εισαγάγει μια σειρά διακρίσεων υπέρ των Γάλλων πολιτών σε τομείς οπως η κοινωνική πρόνοια, η στέγαση και η απασχόληση. Οι διακρίσεις με βάση την εθνικότητα, βέβαια, φαίνεται ότι θα φέρουν το ακροδεξιό κόμμα σε σύγκρουση με τις δικαστικές Αρχές, όπως το Συμβούλιο της Επικρατείας και το Ανώτατο Δικαστήριο της χώρας. Εάν η κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον Μπαρντελά επιδιώξει να αγνοήσει ή να περιορίσει τη Δικαιοσύνη, δεν είναι απίθανο η χώρα να οδηγηθεί σε πολιτειακή κρίση.
Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, τα σχέδια του RN για αποχώρηση της Γαλλίας από την αγορά ηλεκτρικής ενέργειας αλλά και για μείωση της συνεισφοράς της χώρας στον προϋπολογισμό της ΕΕ θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε εντάσεις με τις Βρυξέλλες. Ενδεχόμενη κυβέρνηση Μπαρντελά πιθανότατα θα διοαφοροποιηθεί από τη νομοθεσία της ΕΕ για το κλίμα και θα επιδιώξει να αντιστρέψει τις απαγορεύσεις στη χρήση χημικών φυτοφαρμάκων καθώς και τους περιβαλλοντικούς κανόνες που, νωρίτερα μέσα στη χρονιά, προκάλεσαν μαζικότατες αντιδράσεις των Γάλλων αγροτών. Από πλευράς του, πάντως, ο 28χρονος υποψήφιος πρωθυπουργός και protege της Λεπέν, έχει αποκλείσει το ενδεχόμενο συμμετοχής σε μία κυβέρνηση στην οποία δεν θα έχει την απόλυτη κοινοβουλευτική πλειοψηφία – γεγονός που μπορεί, βέβαια, να ερμηνευθεί και ως τακτική συσπείρωσης της δεξαμενής ψηφοφόρων του. Μπορεί, ακόμα, και να προσπαθήσει να συγκροτήσει έναν άτυπο συνασπισμό, με λίγους ανεξάρτητους βουλευτές του LR, που αγωνιούν να σώσουν το πολιτικό τους κεφάλαιο, καθώς το -πάλαι ποτέ- κραταιό κόμμα μαραζώνει.
«Αποδυναμωμένος και απονομιμοποιημένος ο Μακρόν»
«Είναι θετικό το ότι, την Τρίτη (02/07) που έκλεισαν οι υποψηφιότητες υπήρξαν πάρα πολλές αποχωρήσεις υποψηφίων στις τριαδικές περιφέρειες», λέει στο ethnos.gr ο Πάνος Αγγελόπουλος. Ο ίδιος, ζει στη Γαλλία 26 χρόνια και εργάζεται ως μεταφραστής και καθηγητής ελληνικών σε ενήλικες στο Παρίσι. «Τις πιο πολλές υποχωρήσεις τις έκανε η Αριστερά, βέβαια, αλλά είναι μία ένδειξη για τον Μακρόν και το σχηματισμό του, γιατί δεν ήταν δεδομένο ότι θα προέβαιναν σε τέτοια υποχώρηση», συμπληρώνει. Όπως λέει ο ίδιος, δεν ήταν αυτονόητο ότι ο Μακρόν θα υπαναχωρούσε και θα έδινε «γραμμή» για την στήριξη υποψηφίων του Νέου Λαϊκού Μετώπου καθώς, ο Γάλλος πρόεδρος, από την αρχή της καμπάνιας, πριν ακόμα και από τις Ευρωεκλογές, κράτησε τη γραμμή της πόλωσης, της εξομοίωσης των «δύο άκρων». «Φαίνεται, όμως, ότι έγιναν εσωτερικές διεργασίες και, με βάση το πώς διαμορφώθηκαν οι υποψηφιότητες, πέρασε η γραμμή του δημοκρατικού “τόξου”, όπως το λένε, που επανήλθε με πιο αμιγείς όρους στο προσκήνιο. Όχι, όμως, και από την δεξιά – μιλάω για αυτούς που, δεν συντάχθηκαν στον πρώτο γύρο με την Λεπέν και κράτησαν ίσες αποστάσεις που, όμως, όλοι ξέρουμε ότι θα πάνε να στηρίξουν Εθνική Συσπείρωση», λέει.
Ο κ. Αγγελόπουλος σημειώνει ότι, το πιθανότερο ενδεχόμενο είναι να μην υπάρξει απόλυτη πλειοψηφία Μπαρντελά στην Εθνοσυνέλευση, οπότε την επόμενη μέρα των γαλλικών εκλογών, «μειώνονται σημαντικά οι αρμοδιότητες και οι εξουσίες του προέδρου. Στο γαλλικό Σύνταγμα προβλέπεται αυτό το σχήμα, το οποίο έχει υπάρξει και στο παρελθόν. Το τελευταίο ήτανε με τον Σιράκ πρόεδρο, τον Ζοσπέν και την πληθυντικη Αριστερά στην κυβέρνηση. Αυτές οι συνοικήσεις είναι λίγο περίεργες, δύσκολες με την έννοια ότι εντείνουν την αίσθηση της ακυβερνησίας. Νομίζω ότι, ο Μακρόν το είχε μία χαρά στο μυαλό του. Μία από τις τακτικές του, όταν ανήγγειλε την διάλυση της Βουλής, ήταν να κρατήσει τον ρόλο του αρχηγού του κράτους μέχρι τις επόμενες προεδρικές εκλογές, προσπαθώντας να φθείρει το λεπενικό κόμμα το οποίο, όμως, θα είναι στην κυβέρνηση», εξηγεί.
Ποιες είναι οι δυνατότητες του Γάλλου προέδρου, όπως διαμορφώνεται το τοπίο; «Απέναντι σε μία ισχυρή πλειοψηφία ο Μακρόν θα αναγκαστεί να αποδεχθεί τον Μπαρντελά, ως πρωθυπουργό που θα προέρχεται από το πλειοψηφικό κόμμα. Ο ρόλος του, ωστόσο, αποδυναμώνεται αφού, για έναν χρόνο δεν μπορεί να ξαναδιαλύσει την Εθνοσυνέλευση, ενώ μειώνονται άλλα δικαιώματά του, όπως αυτό στην άσκηση βέτο. Για παράδειγμα, δεν είναι τυχαίο ότι, η Λεπέν, βγήκε τις τελευταίες μέρες με μία γραμμή, “ποιος θα είναι ο αρχηγός του στρατού”. Αυτό που θέλησε να επισημάνει, από τη μεριά της, ήταν ότι, συνταγματικά, ο Μακρόν δεν μπορεί να αναλάβει και τα πράγματα που θα ήθελε. Είναι αποδυναμωμένος, λοιπόν, επειδή ακριβώς είναι απονομιμοποιημένος από την πλειοψηφία του. Μειοψηφούσα ήταν η κυβέρνηση που είχαμε ως τώρα αλλά, πλέον, το κόμμα του είναι τρίτο. Αυτό ήταν καταβαράθρωση για όλο το σχηματισμό του. Και είναι απομονωμένος και πολιτικά γιατί αυτό το “εγώ και όλοι σας” δεν του βγήκε και δεν μπορούσε και να βγει πλέον, έχει γίνει τόσο κοινότοπο από το 2002 και μετά, στον τρόπο διακυβέρνησης που στηρίζεται στον μόνιμο εκβιασμό», λέει ο Πάνος Αγγελόπουλος και προσθέτει πως, «από τη μία είναι το φόβητρο της ακροδεξιάς, άρα η γραμμή για ψήφο πάει σε δημοκράτες, ρεπουμπλικάνους και λοιπά. Αυτό έπνεε τα λοίσθια, και τώρα νομίζω ότι ήρθε και η ταφόπλακά του. Είναι σίγουρα ένα τέλος εποχής για τη γαλλική διακυβέρνηση».
«Πολύ μεγάλη ήττα της Αριστεράς»
Υπάρχει, όμως, περίπτωση να γίνει ανατροπή στον δεύτερο γύρο; «Πολύ θα το θέλαμε αλλά δεν νομίζω ότι μπορεί να γίνει. Το πρόβλημα με το Νέο Λαϊκό Μέτωπο είναι ότι έχει εξαντλήσει τη δεξαμενή του. Και αυτό είναι γενικότερα το πρόβλημα των μετώπων, ότι εξαρχής έχουν μειωμένη δεξαμενή ψήφων. Άπαξ και φτάσουν ή ξεπεράσουν το άθροισμα των δυναμικών τους είναι πολύ δύσκολο. Και τώρα ειδικά βλέπω ότι παγιώνεται και το αντιδραστικό κομμάτι των ψηφοφόρων. Δεν είναι πλέον άνθρωποι που ψηφίζουν Λεπέν μόνο από αγανάκτηση και θυμό, το κάνουν συνειδητά πλέον. Δεν είναι τυχαίες αυτές οι δυναμικές που αναπτύχθηκαν. Το να βλέπουμε ακόμα τους ψηφοφόρους της ακροδεξιάς ως ανθρώπους που κινούνται μόνο από θυμό ή αγανάκτηση είναι σαν να κωφεύουμε, σαν να εθετοτυφλούμε. Υπάρχει κάτι πολύ βαθύ, μία πολύ μεγάλη ήττα της ίδιας της Αριστεράς, πρώτα απ’ όλα, που δεν έχει έρεισμα, εμπλοκή και συστηματική παρέμβαση στα πιο προλεταριακά, εργατικά κομμάτια της κοινωνίας. Επίσης δεν είναι τυχαίο το ότι πολύ μεγάλη πλειοψηφία της ακροδεξιάς είναι σε περιαστικές και αγροτικές ζώνες», υπογραμμίζει και συμπληρώνει πως πρόκειται για «ερημωμένες πόλεις και κωμοπόλεις, πολύ μεγάλες περιοχές αγροτικές ή παλαιότερα βιομηχανικές που είναι απολύτως ερημωμένες και έχουν αφεθεί στην τύχη τους. Επικρατούν η μεγάλη φτώχεια και η υψηλή ανεργία, δεν υπάρχει κανένας ορίζοντας και εκεί πέρα, αρχίζει να δημιουργείται και μια μνησικακία. Δηλαδή, ο άνθρωπος που θα φύγει από αυτές τις περιοχές για να πάει σε ένα -λίγο μεγαλύτερο- αστικό κέντρο τείνει να αντιμετωπίζεται ως προδότης, ως αποστάτης της τάξης του. Αυτό είναι πάρα πολύ έντονο στην επαρχία. Είναι όμως και ένα σύμπτωμα για την ίδια την έλλειψη παρέμβασης του οργανωμένου, πολιτικού και συνδικαλιστικού κινήματος. Γι’ αυτό και μιλάμε για πλήρη ερήμωση σε αυτές τις περιοχές». Ποιες είναι οι πιθανότητες να ανακάμψει η Αριστερά σε αυτές τις περιοχές; «Δεν ξέρω αν θα τα καταφέρει, όχι γιατί θεωρώ ότι το παιχνίδι είναι χαμένο άπαξ και δια παντός, αλλά γιατί βρίσκεται σε μεγάλη ανέχεια η Αριστερά, από τους ίδιους τους πόρους της. Δεν έχει κόσμο ικανό να παρεμβαίνει συστηματικά. Εκεί πέρα, ο βασικός παράγοντας παρέμβασης και διαμόρφωσης συνειδήσεων είναι η τηλεόραση», τονίζει και, στη συνέχεια, αναφέρεται στον Βενσάν Μπολορέ, τον Γάλλο μεγιστάνα των media που φαίνεται να ενορχηστρώνει την επέλαση της ακροδεξιάς στη χώρα. «Ζω στη Γαλλία 26 χρόνια, τόσο εξώφθαλμη και ξεκάθαρη υποστήριξη των μεσων στην ακροδεξιά δεν έχει υπάρξει. Όλα συγκλίνουν στον Μπολορέ, που έχει πέντε εφημερίδες και επτά κανάλια – για να μιλήσω μόνο για τα μέσα του. Έχει γίνει δουλειά, η οποία ξεκίνησε με το σκεπτικό να φτιαχτεί μία ενιαία δεξιά, ένα μεγάλο, δεξιό κόμμα στο οποίο θα συνυπάρχουν η ακροδεξιά και το παραδοσιακό, τέως γκωλικό κόμμα. Με πολιορκητικό κριό την Μαρεσάλ Λεπέν, την ανιψιά της Μαρίν, η οποία είχε αναλάβει ακριβώς αυτό τον ρόλο. Δεν τους βγήκε ακριβώς έτσι αλλά δεν απέχουν πολύ από την πραγματοποίησή του. Ο Μπολορέ είναι ο μόνος επιχειρηματίας που έχει οργανικές σχέσεις με τον πολιτικό χώρο της ακροδεξιάς. Ένα από τα μεγάλα προβλήματα του γαλλικού ΣΕΒ, του οποίου ο πρόεδρος επίσης πήρε θέση υπέρ της Λεπέν, είναι ότι, το μεγάλο κεφάλαιο, στη Γαλλία αυτή τη στιγμή, δεν έχει πραγματικές σχέσεις με την ακροδεξιά. Παίζει πολύ περισσότερο με την παραδοσιακή δεξιά και το μακρον ικό κέντρο – παλαιότερα, βέβαια, και με το σοσιαλιστικό κόμμα. Ως τώρα (σ.σ. το μεγάλο κεφάλαιο) δεν είχε καταφέρει να φτιάξει οργανικούς δεσμούς με τον περίγυρό της Λεπέν. Ο μόνος που το καλλιεργεί εδώ και αρκετά χρόνια και το κατάφερε, είναι ο Μπολορέ και οι συν αυτώ. Και πρόκειται να δούμε διάφορα παράδοξα. Ας πούμε, την Παρασκευή πριν τις εκλογές, ο γαλλικός ΣΕΒ, η αντίστοιχη ΓΣΕΒΕΕ και άλλοι εκπρόσωποι των επιχειρήσεων καλέσανε τους εκπροσώπους των κομμάτων για να μιλήσουν για την οικονομία. Σε αυτή τη συνάντηση, ο πρόεδρος του ΣΕΒ είπε ευθαρσώς πως, “από το χάος της Αριστεράς προτιμάμε τον εφιάλτη της ακροδεξιάς”. Αυτό που έχει ενδιαφέρον, όμως, είναι αυτό που είπε ο πρόεδρος της αντίστοιχης ΓΣΕΒΕΕ, ότι “έχουμε μεγάλη ανάγκη από εργατικά χέρια”, τα οποία και προσφέρονται σχεδόν αμιγώς από τη μετανάστευση. Και εκεί εγκάλεσε την ακροδεξιά που, γύρω από την εθνική προτίμηση διακηρύσσει ότι θα απελαθούν πρόσφυγες και μετανάστες. Και το πάει και ακόμα πιο μακριά, λέει ότι και άνθρωποι με διπλή υπηκοότητα δεν θα έχουν το δικαίωμα να βρίσκονται σε στρατηγικά κυβερνητικά πόστα – αυτό αποκρυσταλλώθηκε σε μία κουβέντα για την πρώην υπουργό παιδείας. Αυτό το λένε ευθαρσώς και δεν ερυθριά κανείς. Είναι πλέον ακομπλεξάριστοι ακροδεξιοί. Γιατί τους το επέτρεψε αυτή η μακρά περίοδος -ας το πιάσω από το 2002- που, με μεγάλη και πολύ συστηματική προσπάθεια είναι παντού. Εμφανίζονται στις λαϊκές αγορές, παλιοτερα ήταν ακόμα και στους χώρους εργασίας. Εδω και αρκετά χρόνια, πλέον, η Εθνική Συσπείρωση παρεμβαίνει όπως παρέμβαινε, πριν από δεκαετίες, το Κομμουνιστικό Κόμμα Γαλλίας. Με τρόπο συστηματικό, μαζικό. Σιγά – σιγά κατόρθωσαν, και εδώ μπαίνει και ο παράγοντας media, να αποδαιμονοποιηθούν και να καταλήξουν να ιεωρούνται ένα απολύτως κανονικό κόμμα. Άλλο σύμπτωμα της συγκυριας είναι ότι, ενώ στις ευρωεκλογές κατέβηκαν με ένα φάσμα φιλοκοινοινωνικών μέτρων στα οποία συμπεριελάμβαναν -και όχι τυχαία- την ακύρωση των πρόσφατων νομοσχεδίων για το συνταξιοδοτικό που πέρυσι κατέβασαν εκατομμύρια ανθρώπους στον δρόμο, όλως τυχαίως, και σχεδόν εν μία νυκτί, τα απέσυραν από το νέο τους πρόγραμμα. Η Εθνική Συσπείρωση, όσο κανονικοποιημένη κι αν εμφανίζεται, δεν ερυθριά να πει ότι, η προτίμησή της, θα είναι αμιγώς γαλλική. Αυτός ήταν και ο λόγος που, τη νύχτα του πρώτου γύρου, στον λόγο που έβγαλε η Λεπέν ανέφερε ότι “κανένας Γάλλος δεν έχει να φοβάται για τα δικαιώματά του”».
«Δικλείδα ασφαλείας το οργανωμένο εργατικό κίνημα»
Στη Γαλλία, ωστόσο, παραδοσιακά, δεν κρατιούνται κάποια δημοκρατικά προσχήματα; «Όχι πια και γι’ αυτό μίλησα και για το τέλος της ιστορίας γιατί τα προσχήματα αυτά έχουν πια καταπέσει. Δεν είναι τυχαίο ότι μεγάλο μέρος των υποψηφίων της ακροδεξιάς έρχεται από τα πάνελ. Μέσα από αυτό τον δίαυλο επικοινωνίας, έχουν κάνει συστηματική καμπάνια εδώ και χρόνια. Παρά την διάσπασή της, ακόμα και η πιο ριζοσπαστική ακροδεξιά χρωστά την άνοδό της αμιγώς και μόνο στην μιντιακή της παρουσία», λέει και ακούγοντάς τον δεν μπορεί κανείς παρά να αναρωτηθεί αν υπάρχουν καλά νέα στο πολιτικό σκηνικό, όπως δείχνει να διαμορφώνεται. «Αυτό που κάνει μία πολύ μεγάλη, ποιοτική διαφορά, είναι ότι, στη Γαλλία, υπάρχει ακόμα και παρόλα αυτά, ένα πολύ μαζικό, οργανωμένο εργατικό κίνημα. Δεν μπορούμε να κάνουμε αναλογίες με την Ελλάδα γιατί εκεί η διαμόρφωση των συνδικάτων και η λειτουργία τους δεν έχει καμία απολύτως σχέση με αυτό που γνωρίζουμε στην Ελλάδα. Δεν είναι παραρτήματα, δηλαδή, κομμάτων και πολιτικών οργανώσεων, ακόμα κι αν παντού υπάρχουν συσχετισμοί δυνάμεων. Αυτο το κομμάτι παραμένει αυτόνομο από τα πολιτικά κόμματα, και παραμένει οργανωμένο- εξού και οι μεγάλες κινητοποιήσεις. Το οργανωμένο εργατικό κίνημα είναι ένα φαινόμενο που, ακόμα κι αν είχαμε ένα θετικό σενάριο στη Γαλλία, δηλαδή μία αριστερή κυβέρνηση, αυτοί οι άνθρωποι θα παρέμεναν στον δρόμο. Θα λειτουργούσαν, δηλαδή, ως δικλείδα ασφαλείας και πίεσης σε κάθε περίπτωση. Απέναντι ακόμα και σε μία αριστερή κυβέρνηση. Νομίζω ότι αυτός θα είναι και ο βασικός μοχλός κινητοποιήσεων απέναντι στην ακροδεξιά, πολύ περισσότερο από τους κομματικούς μηχανισμούς. Αυτός το “τρίτος πόλος”, όπως τον λέμε στη Γαλλία, δηλαδή συνδικάτα, σύλλογοι, συλλογικότητες, θα αποτελέσουν τον βασικό μοχλό κινητοποίησης και μετωπικής εναντίωσης στην ακροδεξιά».
Το «φάντασμα» του Μελανσόν
Γιατί, όμως, σε αυτή τη συνθήκη, σχεδόν σύσσωμο το πολιτικό σύστημα τα έχει βάλει με τον ηγέτη της «Ανυπότακτης Γαλλίας» (που είναι εκ των κύριων κομμάτων του Νέου Λαϊκού Μετώπου), Ζαν Λικ Μελανσόν; «Είναι το μαύρο πρόβατο και πράγματι ήταν στο στόχαστρο όλου του πολιτικού φάσματος, αφενός γιατί το κόμμα του, και ο ίδιος ως υποψήφιος πρόεδρος, κατάφερε να κινητοποιήσει πολύ περισσότερο κόσμο από ότι φαντάστηκαν οι αντίπαλοί του. Ο Μελανσόν βρέθηκε στο στόχαστρο πρωτίστως από τους σοσιαλιστές και αυτό σιγά – σιγά επεκτάθηκε σε όλο το φάσμα της κεντροδεξιάς, στη δεξιά και ούτω καθεξής. Προσφάτως, βέβαια, το μεγαλύτερο μένος ήρθε από το κέντρο. Είναι αρκετά χαρακτηριστικό και αστείο την ίδια στιγμή, ότι βγήκε το Ανώτατο Δικαστήριο της χώρας για να πει ότι δεν πρόκειται για άκρα Αριστερά, αλλά απλά για Αριστερά. Δηλαδή, ακόμα και θεσμικοί φορείς βγαίνουν για να ονοματίσουν τα πράγματα απέναντι σε έναν ρητορικό κατήφορο. Στη Γαλλία, τη δεκαετία του 1980, η δεξιά έβγαινε με γραμμή ότι, εάν έβγαινε ο Μιτεράν θα είχαμε τα ρωσικά άρματα μάχης στη Champs-Elysees. Αυτό, με τον Μελανσόν τώρα απλώς επικαιροποιείται. Δεν υπάρχουν καν τα ρωσικά άρματα, βέβαια. Αυτή η χαλκίδευση πατάει σε μία ρητορική που έχει πολύ μακρά ιστορία, εξού και η αμετακίνητη στάση της μεγάλης πλειοψηφίας του δεξιού ακροατηρίου που, από το Νέο Λαϊκό Μέτωπο θα προτιμήσει την ακροδεξιά. Στο NFP μιλάμε για ανθρώπους, ειδικότερα από το σοσιαλιστικό, αλλά ακόμα και από το κομμουνιστικό κόμμα, που ήταν κυβερνητικά κόμματα. Βρέθηκαν στην κυβέρνηση και έκαναν συμμαχίες, επίσης μεταξύ τους. Είναι σαν να μην υπήρξαν όλοι αυτοί, σαν η μόνη αντιπολίτευση να ήταν η “Ανυπότακτη Γαλλία” του Μελανσόν. Που όντως, για ένα διάστημα ηγεμόνευσε στην Αριστερά. Είναι αστείο να ονοματίζουν και να κραδαίνουν το “σκιάχτρο” της άκρας Αριστεράς, ακόμα και για ανθρώπους όπως ο Ολάντ ο οποίος έκανε τα μάλα για να βρεθούμε στην κατάσταση που βρεθήκαμε. Ας μην ξεχνάμε και τις ευθύνες του σοσιαλιστικού κόμματος, ως κυβερνών κόμμα, για την άνοδο της ακροδεξιάς. Όλα αυτά, όμως, σβήστηκαν εύκολα για να στοχευθεί προσωπικά και αποκλειστικά ο Μελανσόν. Η αλήθεια είναι ότι και ο ίδιος δεν διευκολύνει τα πράγματα, αλλά αυτή είναι μία κουβέντα που πρέπει να γίνει μετά, όταν θα ξεκαθαρίσουμε τους λογαριασμούς που θα έρθουν αργότερα».