Η ιστορία συνήθως παραβλέπει τη συμβολή των γυναικών. Αυτή την εβδομάδα, ίσως αξίζει να αναφερθούμε στη Στόρμι Ντάνιελς η οποία αρνήθηκε να κάνει αυτό που -τόσο συχνά- κάνουν οι γυναίκες που εμπλέκονται σε πολιτικά, σεξουαλικά σκάνδαλα: να σιωπήσει.
Αφού τα μέσα ενημέρωσης δημοσίευσαν την υποτιθέμενη σχέση της με τον πρώην πρόεδρο των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ και την (ξανά υποτιθέμενη) πληρωμή του προς αυτήν για να κρατήσει το στόμα της κλειστό, η Ντάνιελς, αντί να κρυφτεί, βγήκε στο προσκήνιο, πήρε τον έλεγχο της αφήγησής της και μίλησε με τους δικούς της όρους- δυνατά και απροκάλυπτα, με χιούμορ και ειλικρίνεια. Εκ του αποτελέσματος, η Ντάνιελς είναι αυτή που βγήκε κερδισμένη, την ίδια στιγμή που, οι άντρες που εμπλέκονται στο σκάνδαλο με την ίδια και τον πρώην πρόεδρο, είτε κατέληξαν στη φυλακή, είτε περιμένουν να τους απαγγελθούν κατηγορίες. Όταν όλο αυτό τελειώσει οριστικά, υπάρχει περίπτωση η πορνοστάρ να έχει ξαναγράψει τους κανόνες για τις γυναίκες, το σεξ και την εξουσία;
«Παχύσαρκο κ@@@@ράπανο»
Από αμνημονεύτων χρόνων, οι γυναίκες που εμπλέκονται σε ερωτικές ιστορίες με ισχυρούς άντρες έχουν συκοφαντηθεί και στιγματιστεί όσον αφορά την ηθική και τα κίνητρά τους. Σε αυτό ακριβώς το πλαίσιο αντιμετωπίζονταν και όσες εμπλέκονταν σε πολιτικά σεξουαλικά σκάνδαλα. Η 22χρονη ασκούμενη στον Λευκό Οίκο, Μόνικα Λεβίνσκι, διαπομπεύθηκε στη δημόσια σφαίρα όταν έγινε γνωστή η σχέση της με τον πρόεδρο Κλίντον. Αμφισβήτησαν την ηθική της, την αποκάλεσαν «τσούλα», πόρνη, χαλαρών ηθών – την κατηγόρησαν ακόμη και για κατασκοπία. Η Page Six, το μακρινό 1998, όταν το σκάνδαλο αποκαλύφθηκε, την χαρακτήρισε «παχύσαρκο κ@@@@ράπανο». Κάτω από τις ασφυκτικές, σεξιστικές πιέσεις και με δεδομένο το νεαρό της ηλικίας της, παρέμεινε σιωπηλή, μιλώντας για την υπόθεση μόνο στους δικηγόρους και την οικογένειά της.
Πέρασε μία δεκαετία μέχρι να σπάσει η σιωπή της Λεβίνσκι η οποία εκφώνησε, στο συνέδριο Forbes 30 under 30, μια δυνατή ομιλία για τον εκφοβισμό που υπέστη και την εμπειρία της – με όλη την ντροπή που ένιωσε και τη διαπόμπευση από μέσα και δημοσιολογούντες. Μετά τον θάνατο του Roger Ailes, παραγωγού του -τότε- αναδυόμενου Fox News και σε μεγάλο βαθμό υπαίτιου της διαπόμπευσής της, η Λεβίνσκι έγραψε έναν άρθρο για το Vanity Fair όπου ανέφερε, μεταξύ άλλων, πως, «τα μέσα ενημέρωσης κατάφεραν να με στιγματίσουν. Και το στίγμα έμεινε πάνω μου, εν μέρει επειδή υπεύθυνοι γι’ αυτό υπήρξαν άνθρωποι με μεγάλη εξουσία». Έκτοτε, η ίδια έχει αφοσιωθεί σε μεγάλο βαθμό στο να μιλάει και να γράφει για τις επιπτώσεις του bullying, του slut shaming και της κακοποίησης νεαρών γυναικών στον δημόσιο λόγο.
«Ένιωσα ότι με δικάζουν»
Χρόνια πριν τη Λεβίνσκι, η Ντόνα Ράις, 29χρονη ηθοποιός και μοντέλο, έγινε -άθελά της- πρωταγωνίστρια ενός άλλου σεξουαλικού σκανδάλου της εποχής, αφού η εφημερίδα Miami Herald αποκάλυψε τη σχέση της με τον υποψήφιο των Δημοκρατικών για την προεδρία των ΗΠΑ, Γκάρι Χαρτ. Η Ράις σύρθηκε ατελείωτα στη δημοσιογραφική «λάσπη» της εποχής. Τα μέσα, όπως αργότερα θα έκαναν και με τη Λεβίνσκι, κυνηγούσαν τη Ράις για χρόνια – κάμερες την ακολουθούσαν παντού, κατασκήνωναν έξω από το σπίτι της και παρακολουθούσαν κάθε της κίνηση. Φωτογραφίες της με μικροσκοπικά μαγιό «έπαιζαν» σε κάθε τηλεοπτική εκπομπή και εξώφυλλο περιοδικού. Η Ράις κατακεραυνώθηκε από τα media, τα οποία την παρουσίαζαν και ως περιορισμένης αντίληψης bimbo. Για την ιστορία, ούτε ο υποψήφιος πρόεδρος Χαρτ τα πήγε τόσο καλά, αφού λίγες ημέρες μετά τη δημοσιοποίηση της σχέσης τους, αποσύρθηκε από την προεκλογική του εκστρατεία.
Η Ράις μίλησε δημόσια για την υπόθεση 31 χρόνια αργότερα, και συγκεκριμένα αφότου ένα από τα μεγάλα, χολυγουντιανά στούντιο, γύρισε ταινία βασισμένη στο «σκάνδαλο», με πρωταγωνιστή τον Χιου Τζάκμαν και χωρίς καν να τη συμβουλευτεί. «Επέλεξα τη σιωπή, τον δρόμο της ανωτερότητας», εξηγούσε η ίδια το 2018, στο ABC. Ωστόσο, το τίμημα για αυτή την ανωτερότητα ήταν δυσανάλογα μεγάλο: ο τρόπος που όλα αυτά τα χρόνια παρουσιαζόταν, σύμφωνα με την ίδια «ταίριαζε απόλυτα με την αφήγηση ότι δεν ήμουν τίποτα άλλο από μία bimbo». «Ένιωσα ότι με δικάζουν. Το όνομά μου καταστράφηκε παγκοσμίως», δήλωσε η ίδια στο περιοδικό People.
Μπορεί κανείς εύκολα να καταλάβει γιατί, ούτε η Ράις, ούτε η Λεβίνσκι αισθάνθηκαν ότι είχαν κάτι να κερδίσουν από το να μοιραστούν δημόσια τη δική τους πλευρά της ιστορίας, ή ακόμη και να υπερασπιστούν τις εαυτές τους, δεδομένης της τεράστιας ανισορροπίας ισχύος των περιστάσεων. Ήταν γυναίκες μόνες τους, αντιμέτωπες με το κατεστημένο των ΜΜΕ, το οποίο ήταν αποφασισμένο να κερδίσει σε νούμερα τηλεθέασης και κυκλοφορίας από τη δημόσια διαπόμπευσή τους. Βρίσκονταν στη «λάθος» πλευρά της ιστορίας, στην οποία εμπλέκονταν ισχυροί πολιτικοί άντρες, και ζούσαν σε έναν κόσμο που, τού ήταν απαραίτητες ως «τσούλες». Και αυτός ακριβώς είναι και ο λόγος για τον οποίο, το «σκάνδαλο» με τη Στόρμι Ντάνιελς ξεχωρίζει.
«Catch and kill»
Από την αρχή, ισχυροί άνδρες επιχείρησαν να κρατήσουν σιωπηλή την πορνοστάρ. Κι όμως, εκείνη αγωνίστηκε επανειλημμένα και επίμονα να μοιραστεί την ιστορία της με τον κόσμο – και με τους δικούς της όρους. Η πρώτη προσπάθεια, έγινε το 2011, όταν φέρεται να έκλεισε συμφωνία με το περιοδικό In Touch, στο πλαίσιο της οποίας, μάλιστα, λέγεται ότι πέρασε και από ανιχνευτή ψεύδους, προκειμένου να επικυρώσει την αλήθεια των λεγόμενών της. Ο Μάικλ Κόεν, δικηγόρος του Τραμπ, φέρεται να απείλησε με μήνυση το περιοδικό, το οποίο και «πάγωσε» την ιστορία. Η Ντάνιελς, απτόητη, επανήλθε το 2016, όταν ο Τραμπ ήταν υποψήφιος για την προεδρία. Τότε, η ίδια επικοινώνησε με το National Enquirer. Αντί συμφωνίας, ο David Pecker, αρχισυντάκτης του περιοδικού και υποστηρικτής του πρώην προέδρου, φέρεται να συνεργάστηκε με τον δικηγόρο, προκειμένου να της προσφέρει μία συμφωνία «catch and kill» (σ.σ. να αγοράσει, δηλαδή, το περιοδικό τα αποκλειστικά δικαιώματα της ιστορίας, προκειμένου να μην μπορεί να δημοσιευτεί αλλού και έτσι να «κάψει» το ρεπορτάζ), με αντάλλαγμα 130.000 δολάρια και την υπογραφή συμφώνου εμπιστευτικότητας. Στο επίκεντρο των δικαστικών περιπετειών του Τραμπ, βρέθηκε και το χρηματικό αυτό ποσό, το οποίο, αρχικά καταβλήθηκε από τον Κόεν και επεστράφη από τον Λευκό Οίκο επί προεδρίας Τραμπ, το 2017. Ο Τραμπ, ακόμα και σήμερα, αρκείται ότι είχε σχέση με την Ντάνιελς.
Αρχικά, πράγματι, η πρωταγωνίστρια της ιστορίας συμμορφώθηκε με το σύμφωνο εμπιστευτικότητας που υπέγραψε. Το 2018, όμως, η Wall Street Journal αποκάλυψε την πληρωμή του προέδρου στον Κόεν, δημοσιεύοντας φωτογραφίες των επιταγών. Όταν ο πολιτικός και επιχειρηματίας ισχυρίστηκε ότι ποτέ δεν υπέγραψε τη συμφωνία, η Ντάνιελς είδε ένα «παραθυράκι». Αμφισβήτησε κατά μέτωπο τη συμφωνία και υπέβαλλε μήνυση για την ακύρωσή της. Στη συνέχεια, έγραψε ένα αποκαλυπτικό βιβλίο, και μίλησε στα μέσα ενημέρωσης με τα οποία έκλεισε νέες, ιδιαίτερα προσοδοφόρες συμφωνίες. Στη συνέχεια, απέκτησε τεράστιο κοινό στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Έκτοτε, αξιοποίησε το βήμα της προκειμένου να απαξιώσει, με κάθε ευκαιρία, τον Τραμπ, αποκαλύπτοντας, καταρχάς -διόλου κολακευτικές- λεπτομέρειες για τον ανδρισμό του στο βιβλίο της. Στη συνέχεια, κατάφερε να κυριαρχήσει και στο Twitter, όπου, κάθε φορά που αναφέρεται σε αυτόν, ενώπιον των 1,2 εκατομμυρίων followers της, τον αποκαλεί «Tiny». Η Ντάνιελς «χτυπάει» τον Τραμπ εκεί που πονάει περισσότερο - στη μάτσο περσόνα του. Αμέτρητες φορές, έρχεται αντιμέτωπη με τρολ και λεκτικούς κακοποιητές. Συνεχίζει απτόητη να λέει την ιστορία της όπως μόνο αυτή ξέρει, αφοπλίζοντας του haters με χιούμορ και σαρκασμό.
Ούτε αγία, ούτε αλτρουίστρια
Προφανώς, η Στόρμι Ντάνιελς δεν είναι, ούτε αγία, ούτε αλτρουίστρια. Το «σκάνδαλο» της αποφέρει εκατομμύρια – τα οποία καθόλου δεν υποτιμά. Στους λογαριασμούς της, στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, οι πωλήσεις προϊόντων και η προώθηση των ταινιών της, έχουν εξέχουσα θέση. Υπάρχει, όμως και κάτι αξιοθαύμαστο στον δυναμισμό της, στην άρνησή της να υποχωρήσει, να παραγκωνιστεί, να σιωπήσει, να αγνοηθεί ή να υποτιμηθεί. Η Στόρμι Ντάνιελς είναι μία γυναίκα που επιμένει. Μέχρι στιγμής, αυτή η στάση της έχει αποδώσει και όλα όσα, στους άνδρες που προσπάθησαν να την εκφοβίσουν ή να αγοράσουν τη σιωπή της, γύρισαν μπούμερανγκ. Για τον ρόλο που έπαιξε στην εξαγορά της σιωπής της πορνοστάρ, ο Κόεν πήγε στη φυλακή. Εκεί κατέληξε και ο δικηγόρος της, Μάικλ Αβενάτι, που προσπάθησε να την εξαπατήσει υπεξαιρώντας την προκαταβολή του βιβλίου της αφότου πλαστογράφησε την υπογραφή της. Το βράδυ της Πέμπτης (30/05), ο Ντόναλντ Τραμπ κρίθηκε ένοχος για 34 κατηγορίες που σχετίζονταν με τις κρυφές πληρωμές χρημάτων προς την ίδια. Η Ντάνιελς, στην καταδίκη του πρώην προέδρου των ΗΠΑ έχει παίξει και έναν άλλο, ενδεχομένως σημαντικό ρόλο: μπορεί όλη η στάση της σχετικά να επηρέασε σημαντικά την κοινή γνώμη. Σύμφωνα με δημοσκόπηση που δημοσιεύτηκε τον περασμένο Μάρτιο στα Economist/YouGov, το 46% των Αμερικανών πίστευε ότι ο Τραμπ έπρεπε να παραπεμφθεί σε δίκη για τις πράξεις του.
Γιατί υπήρξε η Ντάνιελς αυτή που κατάφερε να σπάσει την «ομερτά» γύρω από τα ροζ πολιτικά σκάνδαλα που κρατούσε τις γυναίκες πίσω όλα αυτά τα χρόνια; Θα μπορούσε κανείς καταρχάς να θεωρήσει ότι, μία γυναίκα που επιλέγει να ακολουθήσει μία καριέρα στη βιομηχανία του πορνό έχει ήδη απορρίψει πολλούς από τους κοινωνικούς κανόνες – ενώ έχει αποδεχθεί για την εαυτή της τη μέγιστη έκθεση. Αυτό μπορεί να έθεσε την Ντάνιελς στη θέση της αμφισβητούσας απέναντι σε κάθε πατριαρχική, κοινωνική σύμβαση, με τρόπους που άλλες γυναίκες δεν θα μπορούσαν να το κάνουν.
Θα ήταν εύκολο, με αυτά τα δεδομένα, να ισχυριστούμε ότι, ως πορνοστάρ, η ίδια δεν είχε τίποτα να χάσει ανοίγοντας το στόμα της. Αυτό, όμως, θα την καθιστούσε ανυπεράσπιστη απέναντι σε ισχυρότατους άντρες – πολιτικούς παράγοντες και λοιπούς νταήδες, τους οποίους και αντιμετώπισε με αξιοθαύμαστο θάρρος και τσαμπουκά. Όπως έχει αποδείξει η ιστορία, ο Ντόναλντ Τραμπ έχει μία αλλόκοτη ικανότητα να εξαπολύει μίσος και ακόμη και βία εναντίον όσων στέκονται απέναντί του – και αυτό μπορεί να είναι έως και επικίνδυνο. Ακόμα και εάν, στη μετά #MeToo εποχή, τα mainstream μέσα ενημέρωσης έδειξαν πολύ πιο επιφυλακτική στάση απέναντι στη διαπόμπευση της Ντάνιελς, από αυτή που είχαν κρατήσει στις περιπτώσεις των Λεβίνσκι ή Ράις, η πρώτη αντιμετώπισε αρκετούς, υπαρκτούς κινδύνους μιλώντας. Τις τελευταίες εβδομάδες, μετά τον πακτωλό απειλών που δέχθηκε, η ίδια χρειάστηκε να αυξήσει την προσωπική της ασφάλεια.
Μία γυναίκα που έχει τον πλήρη έλεγχο των επιλογών της
Μπορεί, με μία πρώτη ματιά, το να θεωρηθεί η πορνοστάρ ηρωίδα του φεμινισμού να φαίνεται κάπως οξύμωρο καθώς, έτσι κι αλλιώς, η στάση της δείχνει εξαιρετικά ιδιοτελής ενώ, η βιομηχανία στην οποία εργάζεται εκμεταλλεύεται βαθιά και καταχράται γυναίκες και θηλυκότητες. Από πολλές απόψεις, όμως, η στάση της μπορεί να είναι άκρως φεμινιστική – όλο αυτό ξεκίνησε από μία γυναίκα που έχει την πλήρη έλεγχο των επιλογών της, είναι απελευθερωμένη σεξουαλικά, ανεξάρτητη και με αρκετή αυτοπεποίθηση ώστε να κάνει ό,τι αποφασίζει με το σώμα, την καριέρα, τη ζωή και τη «φωνή» της.
Μένει να δούμε αν, η ιστορία της Στόρμι Ντάνιελς θα διευκολύνει και άλλες γυναίκες να μιλήσουν με τους δικούς τους όρους και να σπάσουν τον κύκλο της διαπόμπευσης και της σιωπής που, για πάρα πολύ καιρό, μάς κρατά όλες πίσω. Ίσως ακριβώς επειδή εκ προοιμίου δεν αποδέχθηκε τα στερεότυπα, η Ντάνιελς να έχει μία -οριακά- μοναδική ικανότητα να τα «σπάσει». Μπορεί, όμως, να μην πρόκειται για μεμονωμένη περίπτωση – μπορεί, πράγματι, η ίδια να σφυρηλάτησε ένα νέο πρότυπο στη θέση των απανταχού γυναικών στον δημόσιο λόγο – ένα πλαίσιο, όπου η διαπόμπευση αποτελεί αναχρονισμό. Ας το ελπίσουμε.