Με τη Μέση Ανατολή να βρίσκεται στο χείλος της ανάφλεξης και τις εξελίξεις στην περιοχή να είναι διαρκείς, μετά και την επίθεση του Ιράν στο Ισραήλ πριν από μία εβδομάδα, ζητήσαμε από δύο διεθνολόγους να τοποθετηθούν σχετικά με το εάν η Ελλάδα βρίσκεται στη σωστή πλευρά της ιστορίας.
(σ.σ.: Οι απαντήσεις των κ.κ. Λίτσα και Ρούσσου φιλοξενούνται με βάση την αλφαβητική σειρά των επιθέτων τους)
Σπύρος Λίτσας: «Είτε από ένστικτο, είτε λόγω συμφερόντων, η Ελλάδα δεν συντάχθηκε ποτέ με το σκοτάδι»
«Από την πρώτη στιγμή του τρομοκρατικού χτυπήματος της Χαμάς και της Παλαιστινιακής Τζιχάντ εναντίον του Ισραήλ, την 7/10, η Ελλάδα τοποθετήθηκε μέσω του Έλληνα Πρωθυπουργού αλλά και μεγάλου μέρους του πολιτικού και πανεπιστημιακού κόσμου της υπέρ του δικαιώματος του γειτονικού κράτους να υπερασπιστεί την εσωτερική του ασφάλεια. Ήταν μια ορθή απόφαση. Η τρομοκρατία οφείλει να καταδικάζεται απερίφραστα όποια επιχειρήματα κι αν χρησιμοποιεί για να δικαιολογήσει την καταφυγή στην ωμή βία. Παράλληλα όμως, η Ελλάδα δήλωσε πως η υπεράσπιση της Ισραηλινής ασφάλειας οφείλει να γίνει εντός του πλαισίου των διεθνοδικαϊκών κανόνων, όπως βέβαια και των ουμανιστικών αρχών που διαμορφώνουν το δυτικό πυρήνα σκέψης και δράσης. Οπότε, ναι! Η Ελλάδα στέκεται στην ορθή πλευρά της Ιστορίας.
Αλλά σε αυτό το σημείο είναι σημαντικό να αναφέρουμε πως κυβέρνηση και αξιωματική αντιπολίτευση καταδίκασαν την εναέρια επίθεση του Ιράν προς το Ισραήλ. Το Ιράν της θεοκρατικής μεσσιανικής ακρότητας από τη μια, ένα κράτος που τα ανθρώπινα δικαιώματα παραβιάζονται συστηματικά εντός του πυρήνα του, ιδίως αυτά των γυναικών, με τις δεκάδες σιιτικές ριζοσπαστικές οργανώσεις που λειτουργούν αποσταθεροποιητικά σε μια πρωτόγνωρα ολιστική διάσταση από την Υεμένη μέχρι το Λίβανο, και το Ισραήλ από την άλλη, που αποτελεί τη μοναδική νησίδα αστικής φιλελεύθερης δημοκρατίας στη Μέση Ανατολή. Η επιλογή θεωρώ δεν είναι δύσκολη. Η Ελλάδα κατά τη διάρκεια της ιστορίας της, είτε από ένστικτο είτε λόγω συμφερόντων δεν συντάχθηκε ποτέ με το σκοτάδι. Κι αυτό μας το αναγνωρίζουν σύμμαχοι και αντίπαλοι.
Πέρα όμως από το δεδομένο οφείλουμε να διαβάσουμε και ανάμεσα από τις γραμμές, εκεί που πάντα κρύβεται ο διάβολος. Μεγάλος αριθμός όσων κατηγορούν την Ελλάδα για το ότι υποστηρίζει το Ισραήλ σε μια δύσκολη στιγμή του στοχεύουν τη σχέση αυτή που έχει σφυρηλατηθεί εδώ και κάποιες δεκαετίες. Η σύσφιξη των σχέσεων μας με το Ισραήλ είναι από τις ελάχιστες αποφάσεις της Ελληνικής πολιτείας που έχουν λάβει υπερκομματικό χαρακτήρα αφού έχει υποστηριχθεί ορθώς τόσο από την Αριστερά, τη Σοσιαλδημοκρατία και την Κεντροδεξιά και αποτελεί ισχυρό στοιχείο της Ελληνικής Υψηλής Στρατηγικής σήμερα.
Η στενή συνεργασία της Ελλάδας με το Ισραήλ, μια σχέση που πλέον έχει περάσει στο επίπεδο της συμμαχίας, αποτελεί εμφατικό συντελεστή αύξησης ισχύος της χώρας μας. Αν δε προσεγγίσουμε το υφιστάμενο τρίγωνο συνεργασίας στο επίπεδο των δομών διακρατικής ασφάλειας μεταξύ Ελλάδας, Κύπρου και Ισραήλ και την αντήχηση της γεωστρατηγικής υπεραξίας που αποδίδει στο όλον του Ελληνισμού, τότε γίνεται κατανοητή η προσπάθεια κάποιων κύκλων με συγκεκριμένο γεωγραφικό στίγμα να υποδαυλίσουν τη σχέση αυτή, δημιουργώντας ηθικοπλαστικά προσχώματα διλληματικού χαρακτήρα. Αποτελεί όμως λογικό άλμα αν κάποιος υποστηρίζει ότι η διαφύλαξη της στενής σχέσης μεταξύ Ελλάδας και Ισραήλ σημαίνει και κλείσιμο των ματιών όταν σκοτώνονται γυναίκες και παιδιά στη Γάζα. Κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει ασφαλώς και είναι αλλότριο προς την Ελληνική Στρατηγική κουλτούρα που απάδει του δόγματος “ο σκοπός αγιάζει τα μέσα”.
Στο παρόν συστημικά ανταριασμένο περιφερειακό περιβάλλον της Μέσης Ανατολής η Ελλάδα οφείλει να υπερασπισθεί τα εθνικά της συμφέροντα και συνάμα να σταθεί απέναντι στον αταβισμό του Τζιχαντισμού, σουνιτικού ή σιιτικού, που στοχοποιεί σήμερα ανοικτά το Ισραήλ».
* Ο Σπύρος Λίτσας είναι καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο πανεπιστήμιο Μακεδονίας
Σωτήρης Ρούσσος: «Δημιουργούμε νέους αντιπάλους που δεν υπήρχαν και που δεν υπήρχε κανένας λόγος να υπάρχουν»
«Η Ελλάδα έχει κάνει μία επιλογή, τα τελευταία περίπου πέντε χρόνια, πάρα πολύ έντονη. Ουσιαστικά να αποσυρθεί από τα διπλωματικά πεδία, με την έννοια ότι αποσύρεται από οποιοδήποτε μεσολαβητικό ρόλο που σε άλλες περιοόδους είχε, στην περιοχή. Δεν παίρνει καμία πρωτοβουλία συλλογικής ασφάλειας, συλλογικής συνεργασίας στην περιοχή, όπως είχε άλλες φορές στο παρελθόν. Το μόνο που κάνει είναι να παίζει έναν ρόλο υποβοηθητικό στις επιλογές των Ηνωμένων Πολιτειών, και στις επιλογές του Ισραήλ. Αυτός είναι ο βασικός άξονας της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής.
Και αυτό θα μπορούσε κανείς -όχι να το αποδεχθεί αλλά– να δεχτεί εν πάση περιπτώση να το συζητήσει σοβαρά, αν είχαμε κάποια απτά αποτελέσματα στο επίπεδο της στρατιωτικής συνεργασίας, ή στο οικονομικό επίπεδο. Όμως δε βλέπουμε κάποια ιδιαίτερη αποτροπή της τουρκικής απειλής. Ήδη σε μία σειρά από πράγματα, η Τουρκία κάνει το δικό της παιχνίδι, τους δικούς της εκβιασμούς, ή -αν θέλετε- τα δικά της παζάρια.
Πρώτα από όλα κέρδισε από το γεγονός ότι, η Ελλάδα και η Κύπρος έχουν σταματήσει ουσιαστικά τις γεωτρήσεις στην Ανατολική Μεσόγειο- κυρίως η Ελλάδα έχει σταματήσει οποιαδήποτε διεκδίκηση στον χώρο της Ανατολικής Μεσογείου. Δεν είμαι από τους ανθρώπους που είχαν καταγοητευτεί με την ιστορία των πετρελαίων και του φυσικού αερίου στην Ανατολική Μεσόγειων – τουναντίον, ήμουν από αυτούς που πίστευαν ότι δεν υπάρχουν πολλά πράγματα να βρει κανείς. Αλλά το γεγονός είναι ότι η Ελλάδα δεν προβάλλει καμία διεκδίκηση στην Ανατολική Μεσόγειο. Έχει σταματήσει να μιλάει και στον τύπο για τα ζητήματα της χάραξης της ΑΟΖ κλπ. Από αυτή την προσκόλληση δε βλέπουμε, λοιπόν, καμία αλλαγή στην προσπάθεια αποτροπής της τουρκικής επιθετικότητας. Τουναντίον, χάνουμε χώρες οι οποίες ήταν φιλικές μαζί μας. Η στάση, δηλαδή, που έχουμε πάρει απέναντι στο Ιράν είναι εν πολλοίς ανεξήγητη.
Πέραν από την πλήρη ευθυγράμμισή μας με τις ΗΠΑ, ως χώρα δεν έχουμε λόγο να είμαστε εχθρικοί προς το Ιράν αν σκεφτούμε ότι, ήταν μία χώρα -η μοναδική μάλλον- που δέχθηκε να μας δίνει πετρέλαιο με πίστωση την περίοδο του μνημονίου. Δεύτερον, είναι η χώρα που, μαζί με την Αλγερία και την οργάνωση για την απελευθέρωση της Παλαιστίνης που πάντα προσπαθούν να σταματήσουν ψηφίσματα που αφορούν την Κύπρο και την μειονότητα της Θράκης στον Οργανισμό Ισλαμικής Διασκέψεως. Άρα δεν υφίσταται λόγος αντιπαλότητας με το Ιράν, η αντιπαλότητα που έχει με το Ισραήλ είναι μία αντιπαλότητα που αφορά την Μέση Ανατολή. Η Ελλάδα δεν είναι χώρα της Μέσης Ανατολής και δεν υπάρχει κανένας λόγος να συμπαρασύρεται στην ατιπαλότητα του Ισραήλ με το Ιράν. Δεν λέω να σταθούμε με το Ιράν, αλλά ούτε και με το Ισραήλ. Είμαστε μία ουδέτερη χώρα στη σύγκρουση. Δεν έχουμε να κερδίσουμε ή να χάσουμε τίποτα.
Συγκεφαλαιώνοντας, δεν είμαστε στη σωστή πλευρά της ιστορίας γιατί, η Ελλάδα, θα έπρεπε να είναι σε εκείνη την πλευρά της ιστορίας η οποία μιλάει για μεσολαβήσεις, για ειρηνικούς ρόλους, για πρωτοβουλίες συλλογικής ασφάλειας – αυτά, είτε δεν έχουν γίνει καθόλου, είτε αυτά που υπήρχαν, παραδείγματος χάριν την τετραετία 2015 – 2019 έχουν εγκαταληφθεί. Δεν είμαστε εκεί που θα έπρεπε να είμαστε, γιατί, ακριβώς, δεν υπάρχει κανένα κέρδος από αυτή την πολιτική, τουναντίον δημιουργούμε νέους αντιπάλους εκεί που δεν υπήρχαν και που δεν υπήρχε κανένας λόγος να υπάρχουν».
*Ο Σωτήρης Ρούσσος είναι καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου